Αν η ζωή είναι ένας διαρκής αγώνας για τον καθένα να γίνεται όλο και καλύτερος, η νέα ταινία του Νοτιοκορεάτη μινιμαλίστα Χονγκ Σανγκ-σου είναι μια καθησυχαστική ένεση για όσους έχουν κουραστεί από το τρέξιμο. Όλοι θα θέλαμε να αφήσουμε ένα ίχνος πίσω μας, όπως άφησαν ο ευεργέτης πατέρας της Ισόνγκ στο πρώτο σκέλος του φιλμ ή ο πρόωρα χαμένος στα ιαπωνικά στρατόπεδα συγκέντρωσης θρυλικός ποιητής της Νότιας Κορέας Γιουν Ντονγκ-τζου στα ακόλουθα δύο. Αμφοτέρων η φήμη στέκει χαραγμένη σε βράχους της Σεούλ. Τί γίνεται, όμως, όταν δεν έχεις ούτε τα μέσα ούτε και το επαρκές ταλέντο για να σε μνημονεύουν; Μα δε χρειάζεται να γίνει κάτι, απαντάει ο δημιουργός. Ο, τι κουβαλάς είναι αρκετό. Τα «απαραίτητα ενός ταξιδιώτη», όπως λέει ο τίτλος. Του κάθε ταξιδιώτη.
Είναι βέβαιο πως κανένας από τους επίδοξους «μουσικούς» που δευτεραγωνιστούν στα τρία επεισόδια της ταινίας δεν έχει ξεχωριστό ταλέντο στη μουσική. Η Ιρίς, Γαλλίδα που περιφέρεται στα προάστια της Σεούλ ως νεόκοπη δασκάλα γαλλικών για να βγάζει τα προς το ζην, δυσανασχετεί κάθε που οι μαθητές της πιάνουν πλήκτρα και χορδές για να τής παίξουν κάτι, όχι γιατί παίζουν ανέμπνευστα έως φριχτά, αλλά επειδή συνειδητοποιεί πόσο πεζή είναι και η ίδια τελικά. «Ποιο είναι το άτομο μέσα μου που με κουράζει τόσο;», γράφει, μεταξύ άλλων, στη σελίδα του σημειωματάριου στα γαλλικά και την παραδίδει στον πελάτη να μελετήσει το κείμενο (αυτή είναι η μέθοδος διδασκαλίας που σκαρφίστηκε, μαζί με μαγνητοφωνημένες επί τόπου κασέτες), σαν να μεταφέρει τη δική της απορία στον άλλον.
Και σάμπως να τού προσφέρει συμβουλή για ανακούφιση. Μάταιο να πελαγώνεις και να εξαντλείσαι. Μα πόσοι από τους πενήντα εκατομμύρια Νοτικορεάτες θα καταφέρουν τελικά να αφήσουν το στίγμα τους σε τούτη τη ζωή (και πόσοι από τους εξηνταπέντε εκατομμύρια Γάλλους); Οι πιθανότητες είναι ελάχιστες, γι’ αυτό αρκέσου σε αυτή την επαφή, ευχαριστήσου τη διαπολιτισμική μας κουβέντα, πάμε κανέναν περίπατο, ας αράξουμε στο γρασίδι, πιάσε και λίγο ρυζόκρασο (μακγκεολί) να πάνε κάτω τα φαρμάκια.
Ως άλλη ψυχαναλύτρια, η Ιρίς δε λέει πολλά, κυρίως ρωτάει, σημειώνει σε χαρτάκια και δίνει την «εργασία», τύπου διάγνωση, στον πελάτη, τη νεαρή Ισόνγκ στο πρώτο επεισόδιο, στο ανδρόγυνο των ευκατάστατων κινηματογραφικών παραγωγών στο δεύτερο. Δε μαθαίνουμε τίποτα σχεδόν για τούτη την «ξένη» που αυτοσχεδιάζει για την διαβίωσή της και περιφέρεται με το πράσινο φλοράλ φορεματάκι επηρεάζοντας στον όποιο ανθοφόρο βαθμό τις ζωές των άλλων. Να είναι μήπως μια φασματική μορφή, ένας μεθυσμένος ange εντεταλμένος να ξαλαφρώσει τον αποξενωμένο απόγονο του Κομφούκιου από τη ματαιοδοξία του; Το φινάλε του δεύτερου επεισοδίου, που εξαφανίζεται μέσα στο κατάφυτο μονοπάτι ενώ την αποχαιρετά το ζευγάρι, αναδίδει κάλλιστα αυτή την αίσθηση απροσδιοριστίας.
Ούτε και το τρίτο επεισόδιο, όπου διαπιστώνουμε πως μένει στο σπίτι ενός κατά πολύ νεότερού της άνδρα, του Ινγκούκ (ως φίλη; ερωμένη; καθηγήτρια γλώσσας; προσωρινή ένοικος; όλα μαζί;), ξεκαθαρίζει κάτι για την ταυτότητά της. Ίσα-ίσα που είναι οι άλλοι που συνεχίζουν να ψυχαναλύονται, ακόμα και εξ αποστάσεως: είναι ξεκαρδιστικό το υστερικό ξέσπασμα της μητέρας του Ινγκούκ που τον επισκέπτεται αιφνίδια και ζητά να μάθει από πού κρατά η σκούφια της φιλοξενούμενης κυρίας (κι ενώ η Ιρίς έχει φύγει από το σπίτι για βόλτα να τους αφήσει να κουβεντιάσουν, έχοντας απλώς χαιρετήσει την ξαφνιασμένη μαμά στην άφιξή της). Φυσικά, ούτε ο ίδιος ξέρει πολλά, απλώς τη γνώρισε μια μέρα σε ένα παγκάκι!
Ανάλογα χιουμοριστικά στιγμιότυπα δίνουν στο φιλμ το ύφος μιας κομεντί καταστάσεων, όπως περίπου και στην πρώτη διανεμημένη στην Ελλάδα δουλειά του Σανγκ-σου «Στη Χώρα των Άλλων» του 2012 (από τις 31 μεγάλου μήκους ταινίες του σε 28 χρόνια καριέρας, μονάχα 3 έχουν προβληθεί εξωφεστιβαλικά στη χώρα μας). Και, όπως και σε εκείνη, έτσι κι εδώ, στον τόνο συνεισφέρει τα μάλα η αέρινη, σχεδόν άπιαστη φιγούρα της Ιζαμπέλ Ιπέρ, που συντάσσεται έξοχα με το χαλαρό ξετύλιγμα των στατικών πλάνων, τη γεωμετρία των μεσαίων καδραρισμάτων και το τέμπο της τριγλωσσικής πρόζας και αμβλύνει τον πλατειασμό στην εμπρόθετη, καίρια θεματικά, αλλά ενίοτε εξαντλητική -σε βαθμό που να φαντάζει ανακύκλωση για την ανακύκλωση- επαναληπτικότητα του Σανγκ-σου.
Το 74ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου έλαβε χώρα φέτος από τις 15 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix ήταν εκεί για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για την παροχή των εισιτηρίων του ταξιδιού στο 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.