Το φιλμ ξεκινά λίγο πριν το τέλος του πόλεμου, συστήνοντάς μας τον ήρωά του, Φρέντι Κουέλ, ένα ναύτη στο πολεμικό ναυτικό, παθιασμένο με το σεξ και το αλκοόλ ή έστω οτιδήποτε μπορείς να πιες και να σε μεθύσει, ακόμη κι αν αυτό είναι παράξενα, επικίνδυνα κοκτέιλ που φτιάχνει ο ίδιος από τα πιο αλλόκοτα υλικά.
Η ειρήνη δεν μοιάζει να του ταιριάζει, όπως και η ζωή στη στεριά. Απολύεται από το πολυκατάστημα όπου δουλεύει ως φωτογράφος, φεύγει κυνηγημένος από μια φάρμα όταν ένα από τα ποτά του θα σκοτώσει έναν ηλικιωμένο εργάτη. Στην προβλήτα του Σαν Φρανσίσκο θα μπει λαθρεπιβάτης σε ένα μεγαλοπρεπές γιοτ που φέρει το όνομα «Alithea» και, το επόμενο πρωί, θα γνωρίσει τον «καπετάνιο» του, έναν άνθρωπο που μοιάζει φωτισμένος και που οι πιστοί του ονομάζουν «master».
Ανθρωπος με δεκάδες (σύμφωνα με δικές του δηλώσεις) διαφορετικές ενδιαφέρουσες ιδιότητες, συγγραφέας και ηγέτης, ο Λάνκαστερ Ντοντ έχει εκδώσει ήδη ένα βιβλίο που αποτελεί το ευαγγέλιο μιας νέας πνευματικής «θρησκείας», που πρεσβεύει πως το σώμα είναι απλά ένα σκάφος για το πνεύμα ή την ψυχή που ζει αιώνια, πως ο άνθρωπος δεν είναι ένα ζώο για να κυριαρχείται από τα συναισθήματα και τις ορμές του και πως το ταξίδι στο παρελθόν μας μπορεί να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, ακόμη και να μας θεραπεύσει από ασθένειες όπως η λευχαιμία.
Στην πρώτη τους συνάντηση, ο master θα δοκιμάσει να διαβάσει το νεαρό άντρα, μέσα από μια σειρά από ερωτήσεις που ξεκινούν αθώες και καταλήγουν επώδυνα διαπεραστικές και θα ανακαλύψει και θα αποκαλύψει στον ίδιο, κάτι από τον αληθινό εαυτό του, ή έστω κάποια από τα τραύματα που κουβαλά ολόκληρη τη ζωή του.
Η εμπειρία αυτής της ανάγνωσης της προσωπικότητάς του, η εύρεση μιας πατρικής φιγούρας που αρχικά γεννά όλο το θαυμασμό αλλά καθόλου από την απογοήτευση που περιέχει το αρχέτυπο του πατέρα, είναι αρκετή για να μεταμορφώσει τον Φρέντι σε ένα πιστό σκυλί, σε έναν παθιασμένο υπερασπιστή μιας ιδεολογίας που μπορεί να μην ασπάζεται, ή ούτε καν να καταλαβαίνει, αλλά είναι πρόθυμος να παλέψει (κυριολεκτικά) για να την προστατέψει.
Κι αν οι λόγοι της λατρείας του Φρέντι απέναντι στο δάσκαλό του μοιάζουν εύκολοι να διαγνωστούν, αυτοί της αδυναμίας του Λάνκαστερ για τον νεαρό προστατευόμενό του, είναι σαφώς πιο ομιχλώδεις. Το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι η σχέση τους είναι αναμφίβολα ερωτική ακόμη κι αν ποτέ δεν περνά τα όρια του δασκάλου και του μαθητή και δεν αγγίζει την περιοχή της σάρκας. Μια σκηνή ανάμεσα στον Λάνκαστερ και τη γυναίκα του και μια ακόμη ανάμεσα στους δύο άντρες λίγο πριν το φινάλε, αρκεί για να κάνει σαφές πως η ερωτική ιστορία ανάμεσα στον Φρέντι και τον Λάνκαστερ έχει όλα τα στοιχεία ενός από εκείνα τα ρομάντζα που αλλάζουν τη ζωή σου.
Οι δυο τους άλλωστε είναι οι δυο απόλυτοι πόλοι της ταινίας, η σχέση τους αυτό που το φιλμ εξερευνά από την αρχή ως το τέλος, ακόμη κι αν μαζί τους, δίπλα τους, στο περιθώριο της διαδρομής τους, ανακαλύπτεις μια εξαιρετική πινακοθήκη ηρώων και ένα θησαυρό γεγονότων. Και μαζί μια σειρά από ενδιαφέρουσες ιδέες που έχουν να κάνουν τόσο με τη θεματική της πίστης και της ανάγκης να ανήκεις κάπου («θέλεις να είσαι ένας άνθρωπος χωρίς αφέντη, αν τα καταφέρεις θα είσαι ο πρώτος άνθρωπος στην ιστορία», λέει ο Λάνκαστερ στον Φρέντι), όσο και με την Αμερική του πενήντα, έναν κόσμο σε μια εποχή όπου τα τραύματα ήταν ακόμη νωπά, αλλά μαζί όλα ήταν καινούρια κι όλα ήταν δυνατά. Ακόμη και το να εφεύρεις τον εαυτό σου από την αρχή.
Οταν το πλοίο του Λάνκαστερ (δανεισμένο από μια πλούσια ακόλουθό του) θα φτάσει στη Νέα Υόρκη, ο Φρέντι θα έχει την ευκαιρία να δει τον Master σε δράση, θα ανακαλύψει το γοητευτικό του τρόπο αλλά και τις πιο άσχημες πλευρές του ίδιου και της «πίστης» του. Ο Λάνκαστερ θα επιμείνει να τον κρατά στο πλευρό του ακόμη κι αν όλοι επιμένουν ότι η συναναστροφή μαζί του δεν πρόκειται να οδηγήσει σε τίποτα καλό, αλλά σύντομα οι δυο άντρες θα δουν ο καθένας την αληθινή πλευρά του άλλου, όμως ακόμη και κάτι τέτοιο δεν είναι ικανό να σπάσει για πάντα το δεσμό τους.
Η διαδρομή του φιλμ από τις παραλίες του Ειρηνικού στην διάρκεια του πολέμου μέχρι την Αγγλία της δεκαετίας του πενήντα δεν είναι τίποτα λιγότερο από συναρπαστική, κινηματογραφημενη σε εικόνες εξαιρετικής καθαρότητας και γοητείας, σε φιλμ 70mm που δίνει στα πλάνα, στα χρώματα και στα close ups των ηθοποιών, μια αδιευκρίνιστη ποιότητα. Οχι αυτή ενός θεαματικού έπους για το οποίο συνήθως το φορμάτ χρησιμοποιείται, αλλά αυτή μιας συναισθηματικής τρικυμίας που μαίνεται κάτω από τη φαινομενικά ήρεμη επιφάνεια, όπως στα πλανα των απόνερων ενός πλοίου που μοιάζουν να αποτελούν διαχωριστικά σημεία ανάμεσα στα κεφάλαια του φιλμ.
Το «Master» είναι σινεμά που σε παρασύρει, σε εμπλέκει, σε συναρπάζει, δομημένο με ακρίβεια και όραμα ακόμη και στις πιο μικρές του λεπτομέρειες, πάντα άμεσο και ζωντανό, πάντα ενδιαφέρον. Η μαεστρία του Πολ Τόμας Αντερσον, η ικανότητά του να χτίζει κάτι που μοιάζει με καθεδρικό ναό, από υλικά που για άλλους θα ήταν αρκετά για να ζωγραφίσουν ένα ξωκλήσι, είναι ένα από τα βασικά συστατικά της επιτυχίας του φιλμ.
Το άλλο είναι, χωρίς καμιά αμφιβολία, οι ερμηνείες των ηθοποιών του, που με προεξάρχοντες τον Χοακίν Φίνιξ και τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, είναι απλά συγκλονιστικοί. Δεν είναι μόνο ότι οι δυο τους είναι εξαιρετικοί ηθοποιοί, είναι επίσης το γεγονός πως όταν βρίσκονται ο ένας απέναντι στον άλλο, μεταμορφώνονται ολοκληρωτικά. Η πρώτη τους σκηνή μαζί είναι ήδη κομμάτι κινηματογραφικής ανθολογίας, η τελευταία, μια υπόγεια σπαρακτική συνάντηση που θα αρκούσε για να δώσει από μερικά Οσκαρ στον καθένα τους.
Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το «Master» θα φτάσει ως εκεί. Και το αξίζει απόλυτα αφού το φιλμ του Αντερσον είναι μεγαλειώδες και πέρα από κάθε αμφιβολία το έργο ενός αληθινού κινηματογραφικού... Μaster.
Tags: ΒΕΝΕΤΙΑ 2012