Τα «X-Files» επιστρέφουν για μια μίνι σεζόν 6 επεισοδίων, με τα γυρίσματα να έχουν προγραμματιστεί για το καλοκαίρι. Τέλεια.
1. Σκάλι και Μόλντερ επιστρέφουν, και μαζί ο δημιουργός Κρις Κάρτερ. Θεωρητικά αυτό είναι το #1, απολύτως απαραίτητο ζητούμενο από μια αναβίωση. Οι άνθρωποι που το έκαναν σπουδαίο έρχονται ξανά, ύστερα από ένα διάλειμμα 13 χρόνων, για να πουν κι άλλες από εκείνες τις ιστορίες.
2. Οι ίδιοι άνθρωποι έκαναν όμως και το «X-Files: I Want to Believe», μια ταινία-νοσταλγική κατάθεση, φτιαγμένη με αγάπη σα να επρόκειτο για αυτοτελές επεισόδιο. Γιατί πανηγυρίζουμε για την επιστροφή ενός δημιουργικού τιμ που στην τελευταία του επανένωση, προσέφερε κάτι που προτιμούμε να μην θυμόμαστε, κάτι ούτε καν ιδιαίτερα κακό, απλά τελείως «ξεχάσιμο»;
Γιατί ίσως τα «X-Files» να είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που μας υπενθυμίζουν πόσο διαφορετικά μέσα είναι η τηλεόραση και το σινεμά, όσο κι αν η βιομηχανία και το κοινό συνεχίζουν, επίμονα, να τα συνδέουν. Μπορεί το μότο του Κρις Κάρτερ στα ξεκινήματα της σειράς, το πρώτο μισό των ‘90s, να ήταν πως «κάνουμε μια ταινία κάθε βδομάδα», μα αυτό δε σημαίνει πως οι ιστορίες του Μώλντερ και της Σκάλι, αν και αυτοτελείς, θα μπορούσαν να μεταφερθούν στο σινεμά χωρίς να χάσουν κάτι από τη μαγεία τους.
Κατεξοχήν λόγος που τα «X-Files» έγιναν το φαινόμενο που έγιναν, ήταν πως συνδύαζαα μοναδικά το στάνταρ φορμάτ της τηλεόρασης αυτοτελών επεισοδίων (δηλαδή την κυρίαρχη δομή σειράς στις αρχές των ‘90s, κι όχι φυσικά το αντίθετο) με την μυθολογία που αργά, επίμονα, έντονα, άπλωνε τα δίχτυα της όλο και περισσότερο.
Στην τηλεόραση τα πάντα είναι context: Ενα ιδιοφυές επεισόδιο-φάρσα λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της ευρύτερης μυθολογίας. Το ίδιο ακριβώς επεισόδιο αν το βλέπαμε ως ξέμπαρκη ταινία, θα αναρωτιόμασταν τι κάπνιζαν οι δημιουργοί, «περιμέναμε τόσα χρόνια για να μας κάνουν πλάκα;» θα λέγαμε. Αντίστοιχα, μια ταινία μυθολογίας θα είναι δίχως ανάσα larger than life πλοκή, απαξιώνοντας αναγκαστικά το γκροτέσκο του καθημερινού. Και τέλος, μια ταινία ενδιάμεσης κατάστασης, ούτε τύπου μυθολογίας, ούτε τύπου ‘πειραματικό’ επεισόδιο, καταλήγει ακριβώς σαν το «I Want to Believe». Κάτι που χωρίς να προσβάλει, δεν δικαιολογεί την προσμονή, τον κόπο, το ταλέντο.
Μια σειρά, πολύ απλά, είναι φτιαγμένη για να λειτουργεί ως σειρά. Τα «X-Files» δεν ανήκαν ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Κι αν η πρώτη τους επίσκεψη αποτέλεσε μα σημαδιακή στιγμή μιας και στα ‘90s η τηλεόραση ήταν πράγματι ο φτωχός συγγενής, τέτοια αναίτια μεγαλοπιάσματα σίγουρα δεν χρειάζονται σήμερα. Το «I Want to Believe» δεν είναι λόγος ανησυχίας- είναι απλά η υπενθύμιση πως μια ιστορία που έχει συλληφθεί σε ένα συγκεκριμένο μέσο, ανήκει σε αυτό το μέσο.
3. Αυτό που κρατάμε από το «I Want to Believe» είναι η κατά τα φαινόμενα διάθεση του Κρις Κάρτερ να μην αναλωθεί σε επεξηγήσεις των ανεξήγητων. Μπορούμε, συλλογικά, να προσποιηθούμε πως ο μυθολογικός λαβύρινθος στον οποίον έμπλεξε η σειρά, πριν μας εγκαταλείψει πλήρως παραδομένη, είναι κάτι παρελθοντικό, που δε μας αφορά πλέον; Ε, ναι. Αν μπορούσαμε μία, μπορούμε δύο. Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί, θα ήταν η θρυλική σειρά να επιστρέψει στις οθόνες μας μετά από τόσα χρόνια, και σπαταλήσεις τις 6 υπερπολίτιμες ώρες της εξηγώντας πράγματα που δεκαετίες -κυριολεκτικά!- τώρα, αποφασίσαμε πως δεν έχουν σημασία.
Δεν θέλω καμία εξήγηση για τίποτα. Θέλω να δω τον Μόλντερ και τη Σκάλι στο είδος των περιπετειών που λάτρεψα να τους βλέπω. Ας είναι απλά μια εξαιρετική μίνι σειρά, αυτόνομη.
4. Αλλά αυτή τη φορά θέλω να έχει ένα αληθινό τέλος. Χαρίζουμε το reset, αλλά για 6 επεισόδια απαιτούμε το ελάχιστο: Οχι άλλος ένας λαβύρινθος.
5. «Τα καλά νέα είναι ότι ο κόσμος έγινε ακόμη πιο παράξενος, μια ιδανική στιγμή για να αφηγηθούμε αυτές τις έξι ιστορίες.»
Σε αυτά τα λόγια του Κρις Κάρτερ κρύβεται μια πολύ σημαντική (και, όσο μας αφορά, θετική) πληροφορία για τη δομή και το περιεχόμενο αυτής της μίνι σειράς / αναβίωσης. 6 επεισόδια, 6 ιστορίες. Τέλεια: Όσο κι αν θα είχε ενδιαφέρον να δούμε το «X-Files» να τεστάρεται στην πιο μοντέρνα λογική της τηλεόρασης των σειρών-events της μίας αφήγησης κομμένης στα [x] κομμάτια, στην πραγματικότητα χαίρομαι που κατά τα φαινόμενα ο Κάρτερ σκέφτεται πιο παραδοσιακά.
Εξι επεισόδια σημαίνει πως μπορούμε, εν δυνάμει, να έχουμε τα πάντα. Το τέρας της βδομάδας. Την εισβολή. (Την όποια εισβολή. Μια νέα εισβολή. Μια «εισβολή». Ό,τι.) Ένα πειραματικό επεισόδιο. Ενα μελόδραμα. Λίγη εισβολή ακόμα. Και μπορούν όλα αυτά μαζί να συνθέτουν μια ευρύτερη ιστορία δίχως να χάνουν τον αυτοτελή χαρακτήρα τους, ανέκαθεν σήμα-κατατεθέν της σειράς.
6. Μιλώντας για πειραματικό επεισόδιο, μπορεί να γίνει κάτι με τον Ντάριν Μόργκαν; Ο Κρις Κάρτερ ήταν ο δημιουργός και αναντικατάστατος τιμονιέρης της σειράς, αλλά ο Μόργκαν υπήρξε η ψυχή της. Ο Ντάριν Μόργκαν, το λέω και το εννοώ, ήταν το μπαχαρικό στο γεύμα. Όταν σκεφτόμαστε πόσο εφευρετικά, ευφυή, ριζοσπαστικά ήταν τα «X-Files», πάρα πολλές από αυτές τις φορές εννούμε κάτι που έγραψε ο Ντάριν Μόργκαν.
Είναι σεναριογράφος του καλύτερου επεισοδίου της σειράς αλλά ακόμα κι αν αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί στην τύχη, η συνέπεια με την οποία έγραφε off-beat αριστουργήματα τον έκανε το αληθινό διαμάντι στην προθήκη ηρώων της σειράς-φαινομένου. «Clyde Bruckman’s Final Repose»! «War of the Coprophages»! «Humbug»! «Jose Chung’s From Outer Space»!
Μέσα από τα -αναλογικά, λιγοστά- επεισόδιά του, τελειοποίησε τις ανίερες, πειραματικές ιστορίες δίχως να τους αφαιρεί την απαιτούμενη βαρύτητα. Και απενοχοποίησε πλήρως την ιδέα πως μια τόσο σοβαρή σειρά μπορεί να παραδίδεται ολότελα ακόμα και στο σλάπστικ ή το σουρεαλισμό, απελευθερώνοντας έτσι και τους υπόλοιπους συγγραφείς να πράξουν αναλόγως. Ο ίδιος ο Κάρτερ έγραψε ουκ ολίγα αυτοτελή διαμάντια («The Post-Modern Prometheus»! «Improbable»! «How the Ghosts Stole Christmas»!), αλλά θα το είχε κάνει αν ο Μόργκαν δεν είχε προηγηθεί.
Η καριέρα του Μόγκαν μετά τα «X-Files» δεν είχε την προσδοκούμενη εξέλιξη επειδή, κατά τα όσα ακούγονται δεν είναι και ο πιο εύκολος ή συνεπής άνθρωπος στη βιομηχανία. Οπότε ωραία. 6 επεισόδια είναι. Μπορεί να λειτουργήσει αυτή η συμφωνία. Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι: Ελπίζουμε ο Ντάριν Μόργκαν να εμπλακεί με αυτή την αναβίωση, με τον ένα τρόπο ή τον άλλον.
7. Δεν υπάρχει χαρακτήρας που δε θα ήθελα να ξαναδώ, αλλά υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Θα ήταν κρίμα να εξελιχθεί η επιστροφή αυτή σε μια παρέλαση γνώριμων προσώπων απλά για να χωρέσουν όλοι. Δεν χρειάζονται όλοι. Σκίνερ; Ναι. Κράιτσεκ; Βεβαίως. CSM; Προφανώς. ΤΟΥΜΣ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ. Αλλά δεν είναι προαπαιτούμενο. Αν τα μόνα γνώριμα πρόσωπα είναι ο Μώλντερ και η Σκάλι, ας είναι ο Μώλντερ και η Σκάλι.
8. Ένα, δύο χρόνια πριν, ένα τέτοιο κείμενο θα ξεκινούσε με κάποια θέση πάνω στην Μία Ακόμα Αναβίωση, αλλά πλέον αυτό έχει περάσει τόσο πολύ στη σφαίρα του νορμάλ που δε μας προξενία ουδεμία αίσθηση. Τα «X-Files» επιστρέφουν, όπως το «24» επέστρεψε, όπως το «Twin Peaks» επέστρεψε, και όπως και αμέτρητα άλλα πράγματα επέστρεψαν, επιστρέφουν και θα συνεχίσουν να επιστρέφουν, με την άμεση εμπλοκή των δημιουργών τους. Αυτό είναι το σημαντικό. Δεν παίρνει το property ένα στούντιο κι αρχίζει τα reboots, παρά η ίδια δημιουργική ομάδα επιστρέφει για έναν γύρο ακόμα. Έχει πάψει να είναι είδηση.
Αντιθέτως, το ενδιαφέρον έγκειται στις αντιδράσεις. Μετά την επιστροφή του «24», μετά την επιστροφή της «Veronica Mars», μετά την επιστροφή ακόμη και του «Arrested Development», είναι λες και άνοιξε ένα καπάκι κι έφυγε η πίεση, και έξαφνα σταμάτησαν οι πάντες να μιλάνε με λύσσα για αυτά όπως προηγουμένως. Παίρνουμε τις δόσεις μας και ηρεμούμε. Είναι άραγε δυνατόν ποτέ κάποια από αυτές τις αναβιώσεις να ανασηκώσει μέσα μας συναισθήματα τόσο έντονα ώστε να μας κάνει να αγαπήσουμε ακόμα περισσότερο την αρχική εκδοχή;
Μοιάζει αδύνατο. (Και αν τα καταφέρει κάτι, εικάζω πως θα είναι το «Twin Peaks».) Αλλά δε θα σταματήσουμε ποτέ να θέλουμε λίγη ακόμα από την ασφάλεια του αγαπημένου, έστω απλώς για να διαπιστώσουμε πως μπορούμε και χωρίς αυτό.
9. Ωστόσο, Μόλντερ και Σκάλι. Ένα δίπολο χαρακτήρων τόσο εμβληματικό, τόσο απόλυτα συνδεδεμένο με την τηλεοπτική μας ενηλικίωση, τόσο εν τέλει ριζικά πετυχημένο, και με τέτοια, 1-στις-1,000 χημεία, που ποτέ μα ποτέ δε θα λέγαμε «όχι» στο ενδεχόμενο να περάσουμε λίγη ώρα ακόμα μαζί τους.
Βοηθάει που και οι ίδιοι οι ηθοποιοί πίσω από τον Μόλντερ και την Σκάλι συνεχίζουν να υπάρχουν στο ραντάρ μας και να γνωρίζουν επιτυχία. Η Γκίλιαν Άντερσον είναι σήμερα ακόμα πιο πετυχημένη από όσο ήταν ας πούμε πριν 10 χρόνια, το οποίο μοιάζει σαν ανωμαλία μέσα σε ένα Χόλιγουντ που πάντα φοβάται τις γυναίκες καθώς μεγαλώνουν. Ο Ντέιβιντ Ντουκόβνι είχε το «Californication» του, που μπορεί ποτέ να μην το χώνεψα, αλλά εξέθρεψε με επιτυχία μια νέα γενιά θαυμαστών, μια γενιά θεατών για τους οποίος ο Ντουκόβνι δεν είναι απαραίτητα ο Μώλντερ, μα μπορεί να είναι ο Χανκ Μούντι.
Δύο επιτυχημένοι ηθοποιοί με καριέρες που διατρέχουν όλη την ενδιάμεση 20ετία από την πρεμιέρα της σειράς έως σήμερα. Δύο χαρακτήρες το ταίριασμα των οποίων στην οθόνη ήταν που έκανε αληθινά αναγκαία τη δίψα μας για ιστορίες του περίεργου, για να καθηλωνόμαστε βδομάδα μετά τη βδομάδα για να δούμε τι άλλο φρικιαστικό ή περίεργο να βρουν απέναντί τους.
Το περίεργο το συνηθίζεις, θέλω να καταλήξω. Τη Σκάλι και τον Μόλντερ, ποτέ. Για αυτούς τους δύο θα παρακολουθούσα οτιδήποτε.
«X-Files», δε βλέπω την ώρα να επιστρέψετε.
Περισσότερα «X-Files»: