Είναι περίεργο να περιμένεις από έναν δημιουργό να ακολουθήσει τόσο συγκεκριμένα τις κατευθύνσεις του μεγάλου του σουξέ, αλλά για το «Veep» η ιστορία είναι λίγο περίεργη.
Το 2005 ο φοβερός Αρμάντο Ιανούτσι ξεκινά για το BBC την πολιτική σάτιρα «The Thick of It», η οποία μας βάζει στα άδυτα ενός βρετανικού υπουργείου, μόνο για να γίνουμε μάρτυρες της παντελούς απολίτικης ανικανότητας και αδιαφορίας των υπευθύνων προς τα κοινά ή την ίδια την πολιτική. Φαντάσου την πολιτική ως δουλειά δημοσίου υπαλλήλου. Το «The Thick of It» ήταν, πολύ απλά, το «West Wing» μέσα από τον κυνικό φακό του «Office» (του αγγλικού φυσικά).
Το ABC πριν κάποια χρόνια προσπάθησε να αναπτύξει μια αμερικάνικη εκδοχή, από την οποία ο Ιανούτσι πήρε την απόστασή του καθαρά και ξάστερα, η οποία όμως είχε γραφτεί από τον Μιτς Χέργουιτς (του «Arrested Development») και σκηνοθετηθεί από τον Κρίστοφερ Γκεστ. Δεν προχώρησε ποτέ τελικά πέραν του πιλότου, όμως τι κρίμα που δεν είδαμε ποτέ αυτή την (προφανώς) διαφορετική προσέγγιση πάνω στο υλικό του Ιανούτσι.
The Thick of It
Αντ’αυτού, το μεγάλο βήμα το έκανε τελικά μόνος του. Eγραψε την φανταστική spin-off ταινία «In the Loop» (η οποία βρέθηκε υποψήφια για Oσκαρ Σεναρίου παρότι στην Αμερική την είδαν περίπου 17 άνθρωποι) η οποία μετέφερε τη λογική του «The Thick of It» σε διεθνές σκηνικό, με κύριο συνδετικό κρίκο, τον απόλυτο σταρ του Ιανουτσικού έργου.
O Μάλκολμ Τάκερ του Πίτερ Καπάλντι είναι πολύ απλά ένας από τους πιο ξεχωριστούς χαρακτήρες που έχουμε δει στην τηλεόραση μες στα ‘00s. Το να πούμε ότι είναι αθυρόστομος θα σημαίνει εκφυλισμό του όρου. Αυτό που κάνει ο Καπάλντι στο ρόλο του Μάλκολμ (του υπεύθυνου επικοινωνίας του Πρωθυπουργού) είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι ένας ανεμοστρόβιλος από βρισίδια και αρνητική ενέργεια, ένας ακραίος villain που δεν έχει ούτε ίχνος ευαισθησίας πάνω του, που δε δίνει δεκάρα τσακιστή για την πολιτική που υπηρετεί, και που κάνει με την επιθετική βωμολοχία ό,τι ο Τσαϊκόφσκι με τις νότες.
In the Loop
Η απουσία του (ή ενός αντίστοιχου χαρακτήρα) είναι το πρώτο πράγμα που διαπιστώνεις παρακολουθώντας το «Veep», όπου λίγο ως πολύ η υπόλοιπη σύνθεση είναι παρόμοια. Ξεκινάμε από την Σελίνα Μέγιερ (απλά φανταστική η Τζούλια Λούις Ντρέιφους, αποχαιρετώντας οριστικά την κατάρα του «Seinfeld»), την αντιπρόεδρο μιας κυβέρνησης που δεν έχει καμία ανάγκη για αντιπρόεδρο. Οι άνθρωποί της περιλαμβάνουν την Ειμι, μια γεμάτη ενεργητικότητα υπεύθυνη προσωπικού (η Ανα Σλάμσκι, που θα τη θυμάσαι από «Το Κορίτσι Μου» αλλά έπαιζε και στο «In the Loop» του Ιανούτσι), τον Γκάρι, έναν βοηθό που είναι εκεί απλά για να τη βοηθάει σε ό,τι βαριέται να ασχοληθεί η ίδια (ο Τόνι Χέιλ του «Arrested Development»), κι έχεις και τον Τιμ, δηλαδή σύνδεσμο με τον Λευκό Οίκο, έναν απολαυστικά εκνευριστικό νεαρό ανερχόμενο βοηθό.
Στον πιλότο της σειράς, ο τόνος δίνεται και μαζί μια πολύ καλή ιδέα για το τι μπορούμε να περιμένουμε και στην πορεία: Οι πλοκές είναι ξεκαρδιστικής ασημαντότητας μπροστά στα όσα θα φανταζόταν κανείς πως μπορεί να απασχολούν ένα τέτοιο προσωπικό ανθρώπων. Είναι σα να παρακολουθείς το αντί-«West Wing». Η Σελίνα, για παράδειγμα, μπλέκει άσχημα όταν η Ειμι υπογράφει εκ μέρους της μια συλληπητήρια επιστολή για το θάνατο του πιο μισητού βουλευτή. Ή όταν την ξεφεύγει μια πολιτικώς μη ορθή λέξη στη διάρκεια ενός άβολου αστείου.
Αυτό είναι το κλειδί για το «Veep». Oτι οι πολιτικοί στην πραγματικότητα δεν διαμορφώνουν πολιτική, αλλά φυτοζωούν εν μέσω αφόρητα πεζών καταστάσεων προσδοκώντας μια αόριστη αίσθηση ανόδου. Η Σελίνα για παράδειγμα θέλει ξεκάθαρα να ανέβει σκαλιά στο πολιτικό σκηνικό, όμως για την κυβέρνησή της θα μπορούσε κάλλιστα να είναι άφαντη. Κάθε δυο σκηνές ρωτάει κάποιον αν τηλεφώνησε ο Πρόεδρος, αλλά ποτέ δεν λαμβάνει θετική απάντηση. Δεν το έχουμε ψάξει, αλλά θα ορκιζόμασταν πως το «Veep» θα μπορούσε κάλλιστα και να ολοκληρωθεί και να μη μας παρουσιάσει ποτέ αυτό τον Πρόεδρο.
Ή την παράταξή του. Είπαμε. Για τον Ιανούτσι, η πολιτική είναι απλώς μια διαδικασία εφαρμογών πάνω στο “φαίνεσθαι”, που ελάχιστη σχέση έχει με αληθινή Πολιτική.
Veep
Oλα αυτά είναι γυρισμένα με νεύρο και με ένα οριακά βεριτέ στυλ, πάντα με τάση προς τον αυτοσχεδιασμό. Και πάλι, φαντάσου ένα πιο ακατέργαστο «Office». Νιώθεις πως ό,τι βλέπεις συμβαίνει και, το χειρότερο, το πιστεύεις πως συμβαίνει.
Oμως αυτό που λείπει είναι ο Μάλκομ Τάκερ ή ένας χαρακτήρας σαν αυτόν. Το «Veep» προσφέρει ατάκες σε αφθονία, όμως καμία με την επιθετική αρμονία του Καπάλντι. Στην απουσία του συνδετικού κρίκου που με την ενέργειά του δίνει νόημα ύπαρξης στα πάντα, εδώ ο Ιανούτσι δε μοιάζει να ενδιαφέρεται να αναζητήσει κάποιο βαθύτερο αίτιο για οτιδήποτε. Το να βλέπεις τη Σελίνα να μπλέκεται, και κατόπιν να ξεγλυστρά από μια ανούσια κατάσταση σαν εκείνη με την συλλυπητήρια επιστολή, είναι αστείο και -με τον τρόπο του- βαθύτατα θλιβερό. Oπως δηλαδή κάθε σημαντική σάτιρα οφείλει να είναι. Όμως την αληθινή ματιά της Σελίνα πάνω σε αυτό το παιχνίδι πολιτικώς ορθού fair play, δεν τη γνωρίζουμε - είναι πολύ απλά, υπερβολικά μακριά από την όποια αλήθεια. Το ότι βρίσκεται στη γωνία ύστερα από τη χρήση της λέξης “retard” είναι κάτι από το οποίο κάποιος σαν τον Louis C.K. θα είχε δημιουργήσει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία μέσα στα χρονικά όρια ενός επεισοδίου του «Louie».
Ανεξαρτήτως αυτού του προβληματισμού όμως, το «Veep» χάρη σε μια γραφή που απλώνει βιτριόλι και ένα καστ που βγάζει σπίθες στις αλληλεπιδράσεις, καταφέρνει να δει την καθημερινότητα της πολιτικής μέσα από το πρίσμα μιας workplace comedy. Συνθλίβοντας έτσι μετά βροντερών γέλιων την (βασανιστικά επίκαιρη) ψευδαίσθηση πως και η πολιτική μπορεί να είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ακόμα μέρα στο γραφείο.