Τοποθετούμαστε στην καρδιά του Μινωικού πολιτισμού, στο Ηράκλειο της Κρήτης σε ένα άγνωστο χρονικό σημείο, κοντά στο σήμερα. Το «KAOS» αμέσως βομβαρδίζει τους τηλεθεατές με δεκάδες πληροφορίες σχετικές με την ελληνική μυθολογία, τη γενεαλογία των Θεών, τις εξωσυζυγικές σχέσεις του Δία (Τζέφρι Γκόλντμπλαμ) και τις αντίστοιχες τιμωρίες που επέβαλε η Ηρα (Τζάνετ ΜακΤίρ). Δεδομένης της φοβερής πολυπλοκότητας του θέματος, το μεγαλύτερο μέρος του τηλεοπτικού κοινού παλεύει με τα δυσπρόφερτα ελληνικά ονόματα και τα δεκάδες παιδιά και αδέρφια (συχνά, και τα δύο μαζί) του Δία. Ευτυχώς για εμάς, το ελληνικό κοινό αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα και είναι το μόνο εξοικειωμένο με το πραγματικά συγκλονιστικό και πλούσιο υπόβαθρο της ελληνικής μυθολογίας.
Το «KAOS» είναι μια καλαίσθητη προσπάθεια προσέγγισης της ελληνικής μυθολογίας από τον Τσάρλι Κόβελ που μας έφερε το φανταστικό «The End of the F*ing World», με φοβερά ενδιαφέρον σενάριο και καταπληκτική μουσική επένδυση (Dire Straits, Blue Oyster Cult, Siouxsie and the Banshees, David Bowie, Asaf Avidan, Everything but the Girl και δεν έχουμε πει ούτε τα μισά). Στο παρελθόν, έχουμε δει παραγωγές του Χόλιγουντ να υπερβάλουν, να πατάνε την ουρά τους και να αποτυγχάνουν παταγωδώς. Μετά την πρώτη άβολη κρούση με την παρουσίαση του «Ηρακλείου» της Κρήτης (με πλάνα από την Ανδαλουσία της Ισπανίας, με την οποία έχουμε μια κάποια πολιτισμική συνάφεια), τα πράγματα πηγαίνουν αποκλειστικά και μόνο προς το καλύτερο, με μεγάλη μάλιστα επιτάχυνση.
Το "KAOS" είναι τρυφερό, κατά τόπους φοβερά αστείο, και μας δίνει κουράγιο να πιστέψουμε στις πιο τρελές ιστορίες: ότι μπορούμε να δείξουμε έλεος στους κατατρεγμένους. Οτι μπορούμε να επιστρέψουμε από τους νεκρούς. Και το πιο εξωφρενικό απ’ όλα: ότι η αγάπη μπορεί να υπερισχύσει της λογικής.»
Ο πυρήνας της ιστορίας του «KAOS» είναι μια προφητεία η οποία προμηνύει… το Χάος. Την προφητεία αυτή μοιράζονται τρεις φαινομενικά ασύνδετοι θνητοί, η Ευρυδίκη (Ορόρα Περινό), ο Καινέας (Μίσια Μπάτλερ) και η Αριάδνη (Λέιλα Φαρζάντ) με τον βασιλιά των Θεών, τον ίδιο τον Δία. Ο τελευταίος είναι τρομοκρατημένος από την προφητεία του και βγαίνει προοδευτικά όλο και περισσότερο εκτός ελέγχου προσπαθώντας να ελέγξει τη μοίρα του, σε βάρος των ανθρώπων και των υπόλοιπων θεών του Ολύμπου. Ο καλύτερός του φίλος και ισόβια τιμωρημένος Προμηθέας (Στίβεν Ντιλέιν) είναι ο αφηγητής της ιστορίας μας και αποφασισμένος να τον σταματήσει, πριν αιματοκυλήσει όλον τον πλανήτη.
Κομβικό ρόλο διαδραματίζουν επίσης ο αγαπημένος και απολαυστικός Θεός Διόνυσος (Ναμπχάν Ριζβάν), ο οποίος βοηθά τον Ορφέα (Κίλιαν Σκοτ, ο οποίος έγραψε και ένα κομμάτι του εξαιρετικού soundtrack) να κατέβει στον κάτω κόσμο και να κλέψει την αγαπημένη του Αριάδνη από τον Άδη, βασιλιά του Κάτω Κόσμου (Ντέιβιντ Θιούλις). Βλέπουμε τις προσπάθειες του ματαιόδοξου Βασιλιά Μίνωα (Στάνλει Τάουνσεντ) να κερδίσει την εύνοια των Θεών, επιβάλλοντας ένα καταπιεστικό και εξευτελιστικό καθεστώς στους εναπομείναντες Τρώες και γνωριζόμαστε και με τον ίδιο τον Μινώταυρο (Φέιντι Ελσαγιέντ)! Παράλληλα, μαθαίνουμε και την τραγική ιστορία του Καινέα και της μητέρας του (Αμάντα Χαντίνγκ), μέλη της φυλής των Αμαζόνων, οι οποίες εκδιώχνουν τους άντρες από τον καταυλισμό άμα την ενηλικίωσή τους. Τέλος, παρακολουθούμε την αγανάκτηση των υπόλοιπων Θεών με τα καπρίτσια του Δία, ειδικά αυτήν του αδελφού του και Βασιλιά της Θάλασσας, Ποσειδώνα (Κλιφ Κέρτις).
Το "KAOS" συνιστά μια φοβερή έκπληξη. Ξεκινά ως η πιο παρωχημένη μεταφορά ελληνικής μυθολογίας μετά την Τροία με τον Μπραντ Πιτ και εξελίσσεται σε ένα τρυφερό παραμύθι για τον κάτω κόσμο και μια γνήσια ενδοσκόπηση για το τι σημαίνει να είσαι θνητός αλλά να αγαπάς μέχρι θανάτου.»
Παρά την πληθώρα της πληροφορίας, το «KAOS» ανοίγει γρήγορα τα χαρτιά του και μας προσφέρει την άκρη του μίτου για να βγούμε από τον λαβύρινθο. Κατορθώνει να μετακινήσει μεγάλους όγκους, να συνδέσει φαινομενικά ασύνδετες ιστορίες και να ενώσει το βασίλειο των νεκρών με αυτό των ζωντανών. Επί της ουσίας, καταφέρνει να αφηγηθεί μια συγκινητική και τρυφερή ιστορία μέσα σε οκτώ μόλις πενηντάλεπτα επεισόδια, η οποία ποτέ δεν κουράζει και ποτέ δεν μπερδεύει.
Το «KAOS» συνιστά μια φοβερή έκπληξη. Ξεκινά ως η πιο παρωχημένη μεταφορά ελληνικής μυθολογίας μετά την Τροία με τον Μπραντ Πιτ και εξελίσσεται σε ένα τρυφερό παραμύθι για τον κάτω κόσμο και μια γνήσια ενδοσκόπηση για το τι σημαίνει να είσαι θνητός αλλά να αγαπάς μέχρι θανάτου. Τα πλάνα που οι ψυχές συρρέουν στον ασφοδελό λειμώνα για να αναγεννηθούν, θυμίζουν έντονα τις φωτογραφίες του Αλεξέι Τιταρένκο στην Αγία Πετρούπολη, λίγο μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, με τη λαοθάλασσα που οδεύει να συναντήσει ένα αβέβαιο μέλλον. Με τον φωτοφράκτη ανοιχτό για ώρα, τα κορμιά γράφουν φασματικά στο φιλμ. Ετσι είναι και τα σημάδια που αφήνουμε πίσω μας αφού φύγουμε από τη ζωή: δυσδιάκριτα, λες και μονάχα ονειρικά υπήρξαμε. Στον πυρήνα της αγωνίας μας βρίσκεται η κληρονομιά μας, και αν θα θυμάται κάποιος το όνομά μας («άραγε, υπήρξαμε ποτέ…; Στα όνειρά μας!», που τραγούδησαν και τα Διάφανα Κρίνα).
Ταυτόχρονα, σχεδόν σιωπηλά, η υπέροχη βρετανική σειρά κάνει έντονο κοινωνικό σχολιασμό, εν είδει υπνοθεραπείας, για τη γυναικεία χειραφέτηση, για την τρανς ενσωμάτωση, για τον φυλετικό διαχωρισμό. Το «KAOS», από μια απροσδιόριστη χρονικά περίοδο, κλείνει το μάτι στην εποχή μας και κάνει χειρονομίες στους εθνικιστές για την υστεροφημία της αρχαίας Ελλάδας. Μας θυμίζει επίσης πως η ζωή είναι αυτό που εκτυλίσσεται τώρα, μπροστά στα μάτια μας, και δεν πρέπει να την παραπέμψουμε στις καλένδες.
Η σειρά συνιστά επίσης μια σπουδή σε θέματα θρησκείας και δε φοβάται να κάνει δύσκολες ερωτήσεις: γιατί μας εγκατέλειψαν οι Θεοί; Αν υπάρχει πραγματικά μια μεγάλη δύναμη στον ουρανό, πως αντέχει να μας βλέπει σε αυτήν την αθλιότητα και να μην επεμβαίνει; Η συζήτηση γύρω από τη θρησκεία είναι μεγάλη, και συνήθως καταλήγει με εμάς, σαν τον σκύλο μας, να κυνηγάμε την ουρά μας και να μην την πιάνουμε κι όλας. Το «KAOS» είναι τρυφερό, κατά τόπους φοβερά αστείο, και μας δίνει κουράγιο να πιστέψουμε στις πιο τρελές ιστορίες: ότι μπορούμε να δείξουμε έλεος στους κατατρεγμένους. Οτι μπορούμε να επιστρέψουμε από τους νεκρούς. Και το πιο εξωφρενικό απ’ όλα: ότι η αγάπη μπορεί να υπερισχύσει της λογικής.