The Last Dance
Τη φετινή άνοιξη καθώς τα πρώτα λοκντάουν έκλειναν τη μία χώρα μετά την άλλη, το ένα πράγμα που μας κράτησε ενωμένους ήταν ένα αθλητικό ντοκιμαντέρ 10 επεισοδίων. Βασισμένο σε -γυρισμένο το 1998 αλλά θαμμένο για δεκαετίες σε συρτάρια- υλικό από τα αποδυτήρια των Σικάγο Μπουλς καθόλη τη διάρκεια της σεζόν του τελευταίου τους πρωταθλήματος, το ντοκιμαντέρ του ESPN και του Netflix χρησιμοποίησε επιπλέον σπάνια πλάνα αρχείου καθώς και σημερινές συνεντεύξεις, για να αφηγηθεί με φιλόδοξο τρόπο μια ιστορία χαρακτήρων και πολλών προσωπικών διαδρομών γύρω από μία ομάδα, μια δυναστεία και, τελικά, έναν κεντρικό αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή: τον Μάικλ Τζόρνταν.
Πολλοί λόγοι συνεισέφεραν στην επιτυχία της σειράς, αρκετοί εκ των οποίων τελείως εξωτερικοί. Η πανδημία σήμαινε πως όχι μόνο όλοι κλειστήκαμε σπίτια μας, αλλά και πως το κανονικά προγραμματισμένο αθλητικό προϊόν δεν υπήρχε. Το «Last Dance» το προσέφερε, και μάλιστα σε συσκευασία νοσταλγικής ‘90s ανασύστασης, που συμπεριλάμβανε μερικές από τις διασημότερες μάρκες, πρόσωπα και γεγονότα της δεκαετίας, πάντα με πυρήνα τους Μπουλς του Τζόρνταν.
Μα πίσω από όλα αυτά, ο απόλυτος λόγος είναι ότι, στην καρδιά του, αυτό το ντοκιμαντέρ κατάφερε να πει μια πασίγνωστη και εντελώς αθλητικά και δραματουργικά αναμενόμενη ιστορία, με έναν εντελώς φρέσκο τρόπο. Περισσότερο σειρά από όσο ποτέ θα περιμέναμε, το «Last Dance» χωρίς την αφήγησή του σε τρεις χρόνους, παρουσιάζοντας τόσο τα δειλά ξεκινήματα της μετέπειτα δυναστείας από τα ‘80s, όσο και ακολουθώντας την ίδια δυναστεία στα τελειώματά της μέσα από το υλικό των αποδυτηρίων- αλλά και κοιτώντας το στόρι από τα μάτια του σήμερα δίνοντας το λόγο σε όλους τους πρωταγωνιστές.
Μέσα από διαρκείς χρονικές μεταπηδήσεις, η σειρά δίνει αληθινό νόημα στην ύπαρξη των επεισοδίων, παρουσιάζοντας ξεχωριστές ιστορίες για τον κάθε κεντρικό ήρωα, στο τότε και στο τώρα. Οι αφηγήσεις και των δύο χρόνων συγκλίνουν προς την τελευταία στέψη των Μπουλς την ίδια στιγμή που τα επιμέρους πορτρέτα των χαρακτήρων σχηματίζουν έναν πίνακα, και αυτή η πολλαπλών επιπέδων αίσθηση κρεσέντου χτίζεται γύρω φυσικά από ένα larger than life κεντρικό πρόσωπο, έναν Τζόρνταν κάπου ανάμεσα στην θεϊκή υπέρβαση και στην εντελώς ανθρώπινη δυσφορία.
Στην καρδιά του, αυτό το ντοκιμαντέρ κατάφερε να πει μια πασίγνωστη και εντελώς αθλητικά και δραματουργικά αναμενόμενη ιστορία, με έναν εντελώς φρέσκο τρόπο. Περισσότερο σειρά από όσο ποτέ θα περιμέναμε, το «Last Dance» χωρίς την αφήγησή του σε τρεις χρόνους, παρουσιάζοντας τόσο τα δειλά ξεκινήματα της μετέπειτα δυναστείας από τα ‘80s, όσο και ακολουθώντας την ίδια δυναστεία στα τελειώματά της μέσα από το υλικό των αποδυτηρίων- αλλά και κοιτώντας το στόρι από τα μάτια του σήμερα δίνοντας το λόγο σε όλους τους πρωταγωνιστές.»
Δε θα έπρεπε να λειτουργεί τόσο καλά, και δε θα έπρεπε καν να είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα πληρωμένο πορτρέτο του Τζόρνταν (ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια είχε τον τελικό έλεγχο του υλικού του ‘98). Μέσα από δημιουργικότητα και φιλοδοξία στην αφήγηση, αλλά και την εξαντλητική έρευνα και την εφευρετική χρήση του υλικού, το αποτέλεσμα καταφέρνει να είναι ένα εθιστικό αθλητικό στόρι γεμάτο προσωπικότητες και ιστορικά ανέκδοτα, παραδομένο στο σαρωτικό κύμα του χρόνου που εντελώς ακανόνιστα (σε μικροσκοπικό επίπεδο) μοιάζει να τα σμιλεύει όλα με απέραντη σοφία (κοιτώντας σε μακροσκοπικό).
Μια αθλητική σάγκα που μοιάζει να καταλαμβάνει ένα δικό της ολόκληρο σύμπαν.
Flix Top-10 TV 2020
Το νούμερο 10
To νούμερο 9
To νούμερο 8
To νούμερο 7