Κάθε weekend αυτού του καλοκαιριού επισκεπτόμαστε θρυλικά επεισόδια σπουδαίων σειρών, τα οποία ξεχωρίζουν τόσο ως μεμονωμένες ιστορίες, αλλά και ως αντιπρόσωποι των σειρών τους. Δείτε τα σαν μια αφορμή να επισκεφθούμε ξανά μερικά από τα αγαπημένα μας τηλεοπτικά σύμπαντα, ή σαν μια προσπάθεια συλλογής επεισοδίων που έχουν κερδίσει με το σπαθί τους την διάκριση του κλασικού αριστουργήματος.
Εξυπακούεται πως θα ακολουθούν spoilers για το επεισόδιο και, ενδεχομένως, για την όλη σειρά στην οποία ανήκει. Σήμερα και αύριο, σε ένα ιδιότυπο κειμενικό 2-parter, πάμε στο μπαρ όπου δουλεύουν, ερωτεύονται, μαλώνουν, φιλιούνται, χωρίζουν (και ξανά απ’την αρχή) ο Σαμ και η Νταϊάν.
Η ταυτότητα
- «Cheers», Σεζόν 1, Επεισόδιo 22: «Showdown, Part 2»
- Πρεμιέρα: 31 Μαρτίου 1983
- Σενάριο: Γκλεν και Λες Τσαρλς
- Σκηνοθεσία: Τζέιμς Μπάροουζ
- Καστ: Τεντ Ντάνσον (Σαμ), Σέλεϊ Λονγκ (Νταϊάν), Νίκολας Κολασάντο (Κόουτς), Ρέα Πέρλμαν (Κάρλα), Τζορτζ Γουέντ (Νορμ!), Τζον Ράτσενμπέργκερ (Κλιφ).
Η πλοκή
Ο Ντέρεκ, ‘τέλειος’ αδερφός του Σαμ, έρχεται στο μπαρ (παρότι δεν τον βλέπουμε ποτέ) και μαγεύει τους πάντες προς έντνη δυσαρέσκεια του Σαμ. Μεταξύ αυτών και την Νταϊάν, η οποία πετάει με το ιδιωτικό του τζετ στο τέλος του πρώτου μέρος. Στο δεύτερο μέρος του επεισοδίου, το οποίο καλύπτουμε εδώ, η Νταϊάν επιστρέφει στο μπαρ για να πει στον Σαμ ότι θα φύγει με τον Ντέρεκ για το Παρίσι και οι δυο τους τσακώνονται, με την ένταση μιας ολόκληρη σεζόν να φτάνει στο αποκορύφωμα.
Οι διακρίσεις
Ίσως αν, χάρη σε επεισόδια σαν κι αυτό, η σειρά να μην είχε απολαύσει τόσο έντονη βραβειακή αποδοχή, να μην είχε καν προχωρήσει μετά τις πρώτες 1-2 σεζόν της. Στον πάτο των μετρήσεων τηλεθέασης, το «Cheers» ανανεώθηκε επειδή, βασικά, στο NBC είχαν πίστη σε αυτό δημιουργικά. Τα βραβεία σίγουρα βοήθησαν: Η 1η σεζόν βραβεύτηκε με 5 Έμμυ (ήταν υποψήφια για 12), μεταξύ των οποίων Καλύτερης Κωμωδίας και Καλύτερης Σκηνοθεσίας στον Τζέιμς Μπάροουζ (για αυτό το επεισόδιο). Το ίδιο επεισόδιο διακρίθηκε στην ίδια κατηγορία και στα βραβεία της Ένωσης Σκηνοθετών, ενώ κέρδισε και Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Κωμικής Σειράς και η Σέλεϊ Λονγκ για Καλύτερο Β’ Γυναικείο Ρόλο.
Η σημασία
Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος ιδιαίτερα βαθιά σχέση με το μέσο για να γνωρίζει τι εστί Σαμ και Νταϊάν. Όλοι γνωρίζουμε το ρομάντζο Σαμ-Νταϊάν. Όλοι το έχουμε δει, ακόμα κι αν δεν το έχουμε δει. Ήταν ο Ντέιβιντ και η Μάντι, ο Ρος και η Ρέιτσελ, η Παμ κι ο Τζιμ, ο Τεντ Μόζμπι και η θεία Ρόμπιν, ήταν κάθε μα κάθε ζευγάρι χαρακτήρων που μας τραβάνε για χρόνια από τη μύτη πίσω από ένα βασικό, φαινομενικά προαιώνιο ερώτημα: Θα το κάνουν ή δε θα το κάνουν;
Το «Cheers» δεν επρόκειτο πάντα να είναι η σειρά που θα καθόριζε το will-they-won’t-they ρομάντζο, αλλά η δίψα του κοινού για αυτό το στοιχείο της σειράς σύντομα υποσκέλισα όλα τα υπόλοιπα. Οι ίδιοι οι δημιουργοί παραδέχονταν δημόσια πως η αποχώρηση της Σέλεϊ Λονγκ στο τέλος του 5ου κύκλο έκανε καλό στη σειρά, γιατί αναγκάστηκαν να ξελασκάρουν λίγο και να επιτρέψουν στους εαυτούς τους να ξεφύγουν από τον αέναο κύκλο σίτκομ δράματος στον οποίον είχαν χαθεί.
Στην αρχή, βλέπεις, ήταν ένα μπαρ. Ένα μπαρ όπου όλοι ξέρουν το όνομά σου, όπως με περίσση ζεστασιά τραγουδά η φωνή στους εμβληματικούς τίτλους αρχής. Η σειρά περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από το μπαρ και τους μόνιμους θαμώνες του. Σε όλη τη διάρκεια του μαγικού πρώτου κύκλου, η δράση δεν φεύγει ποτέ, ούτε για ένα δευτερόλεπτο, έξω από το ένα και μοναδικό αυτό σκηνικό, του εσωτερικού του Cheers.
Μέσα στους τοίχους αυτού του μπαρ δημιουργείται ένα από τα πιο επιδραστικά σίτκομ όλων των εποχών. Ο μπάρμαν Σαμ, πρώην αθλητής, άντρας τύπου νεάτερνταλ. Ο κόουτς, παλιός, εχμ, κόουτς. Η σερβιτόρα Κάρλα, με την οποία δε θες να τα βάλεις. Μονιμάδες σαν τον Νορμ (που όποτε μπαίνει στο μπαρ όλοι φωνάζουν «Νορμ!») ή τον Κλιφ ή αργότερα τον Φρέιζιερ. Ναι, αυτό τον Φρέιζιερ. Και, φυσικά, τη σερβτόρα Νταϊάν, που πιάνει δουλειά εκεί όταν την παρατάει ο αρραβωνιαστικός της στην πρεμιέρα. Εκεί, στο Cheers, γεννιούνται και αναπνεύουν, μεγαλώνουν και περπατάνε, συγκρούονται και διαλύονται, τα πάντα όλα. Φιλίες και αγάπες, ελλείψεις και εμμονές, τραγωδίες και έρωτες.
Και, φυσικά, ο Σαμ και η Νταϊάν. Αντίθετοι αλλά ανήμποροι να κρατηθούν μακριά. Ερωτευμένοι αλλά ανίκανοι να βρουν κοινό έδαφος. Το ζευγάρι που γέννησε όλα τα ζευγάρια.
~~~
Ύστερα από μια πρώτη σεζόν συνεχούς έντασης που την έκοβες με το μαχαίρι, οι παραγωγοί πήραν μια θαρραλέα απόφαση, προφανέστατα και απελευθερωμένοι από το γενικότερο φλερτ της τηλεθέασής τους με τον πάτο. Όταν κανείς δεν κοιτάει, γιατί να μην κάνεις οτιδήποτε θες; Έτσι, αντί να συνεχίσουν να παιδεύουν εαυτούς και θεατές, πήραν το ρίσκο: Να φέρουν μαζί τους δύο κεντρικούς τους χαρακτήρες, μετά από 20 επεισόδια συνεχών κοκορομαχιών, συγκαλυμμένου φλερτ, σεξουαλικής έντασης, εκατέρωθεν προσβολών που κουκούλωναν αμοιβαία έλξη.
Το σεναριακό εύρημα που χρησιμοποιήθηκε αφορούσε την εισαγωγή του Ντέρεκ, του Τέλειου Αδερφού του Σαμ τον οποίον φυσικά δε βλέπουμε ποτέ, παρά μαθαίνουμε από τους ήρωές μας τα κατορθώματά του. Χορεύει κλακέτες! Τραγουδά όπερα! Μαθαίνει στον κόουτς Ισπανικά! Βρίσκει στον Νορμ δουλειά! Προτείνει στην Νταϊάν ένα ταξίδι με το ιδιωτικό τζετ του! Είναι ο απόλυτος μαγικός χαρακτήρας, ένα εύρημα τόσο προφανές ως προς τις προθέσεις του, που δε μπορείς καν να το κατακρίνεις ως τέτοιο. Οι σεναριογράφοι ήξεραν τι έκαναν- με το να μην εμφανίσουν καν τον Ντέρεκ ως φυσική παρουσία, είναι σχεδόν σα να παραδέχονται πως ήταν κάποια μεγάλη παραίσθηση, ένα φάντασμα, ένα όνειρο.
Και πράγματι, στο δεύτερο μέρος του φινάλε, είναι λες και όλοι συνέρχονται από κάποια μαζική παραίσθηση. Ο Νορμ δεν έχει πια τη δουλειά. Ο κόουτς απορρίπτεται από την ομάδα για την οποία μάθαινε Ισπανικά. Ο Ντέρεκ δεν είναι πια εκεί για να μαγεύει τους τυχαίους θαμώνες με τα αόρατα κόλπα του. Και, φυσικά, η Νταϊάν αμφισβητεί περισσότερο την επιλογή της.
Σε μια θαυμάσια σκηνή του πρώτου μέρους (δες την στο τέλος του κειμένου) είχε ήδη γίνει σαφές πως ούτε εκείνη προτιμούσε τον Ντέρεκ από τον Σαμ, αλλά ούτε και ο Σαμ ήθελε να την αφήσει να του φύγει. Παρά η πλήρης αδυναμία τους να εκφράσουν αυτό που αισθάνονται, θες από ανασφάλεια, θες από εγωισμό, θες για δραματοποίηση αναγκαία για ένα εκρηκτική φινάλε σεζόν. Οι Τσαρλς στο σενάριο κι ο Μπάροουζ (που θα σκηνοθετούσε σχεδόν όλα τα επεισόδια της σειράς πριν προχωρήσει στο «Friends» κάνοντας παρόμοια πράγματα) στη σκηνοθεσία, στήνουν αυτό το φινάλε ως αντικατοπτρισμό του πρώτου μέρους.
Από τη δομή των δύο πράξεων (μια πρώτη με όλους τους χαρακτήρες που περιστρέφεται γύρω από τα κατορθώματα του Ντέρεκ και μια δεύτερη με μια κάμερα να κοιτάει για 10 λεπτά τον Σαμ και την Νταϊάν) μέχρι διάσπαρτα οπτικά στοιχεία (στο πρώτο μέρος ο Σαμ ανοίγει την πόρτα του γραφείου του και όλοι είναι απέξω με πλάτη, στο δεύτερο μέρος συμβαίνει το ίδιο αλλά αυτή τη φορά όλοι ακούν τι συμβαίνει μέσα), αυτό το δεύτερο μέρος μοιάζει σαν μια απεικόνιση της δεύτερης ευκαιρίας. Ακολουθούμε την διαδρομή του πρώτου μέρους, όμως αυτή τη φορά ο Σαμ και η Νταϊάν πρέπει να πάρουν τη σωστή απόφαση. Να πουν φωναχτά όσα προηγουμένως μουρμούριζαν μόνο από μέσα τους.
Όταν φτάνει ετούτη τη φορά η ώρα για τη δεύτερη πράξη, το κρίσιμο δεκάλεπτο, οι ήρωες του δράματος είναι στημένοι στις θέσεις τους. Η Νταϊάν είναι έτοιμη να φύγει αλλά δε φεύγει, ο Σαμ είναι έτοιμος να τη διώξει αλλά δε τη διώχνει. Η μεταξύ τους απόσταση τεντώνεται, τεντώνεται, τεντώνεται, σαν ελατήριο που δεν έχει άλλη λάσκα να δώσει, μέχρι που τελικά τα δύο άκρα έρχονται και πέφτουν με φόρα το ένα πάνω στο άλλο. Στο μαεστρικά σκηνοθετημένο και παιγμένο τελευταίο 5λεπτο, μες στο γραφείο του Σαμ, οι δυο τους ανταλλάζουν προσβολές και επιθέσεις, κατάρες και ευχές για βία- μπορείς να δεις και τους δύο σχεδόν έτοιμους να χιμήξουν ο ένας στον άλλον.
Μέχρι που πράγματι, το κάνουν. «Are your as turned on as I am?»
«More!»
~~~
H σκηνή που φέρνει επιτέλους τον Σαμ και τη Νταϊάν να φιλιούνται, σε ένα φινάλε που καταγράφεται επισήμως ως cliffhanger αλλά που εγώ προσωπικά δε βλέπω κανένα ερώτημα να κρέμεται από αυτό (είναι απλά το τέλειο κλείσιμο της κάθε quirky ρομαντικής κομεντί: προσβολή, φιλί, γκάφα, τίτλοι τέλους), είναι και αστεία και αγωνιώδης και άβολη και έξυπνη και ρομαντική. Οι δυο τους αλλάζουν τα λόγια, από εκφράσεις αντιπάθειας περνάνε σε λέξεις πόθου, όμως ο τόνος της ομιλίας και η γλώσσα του σώματός τους δεν αλλάζει καθόλου: Αυτό είναι φανταστικό γράψιμο και είναι φανταστικό παίξιμο. Τα πάντα είναι ταυτόχρονα συναρπαστικά και γλυκά αλλά και αμήχανα. Το όλο γκαγκ με το «μη μου λες ότι πας να με φιλήσεις» είναι ιδανική απόδοση της ιδέας πως δεν κυλάνε όλα ιδανικά απλώς επειδή ο Σαμ και η Νταϊάν είπαν τις Λέξεις- ένα έξυπνο κλείσιμο του ματιού σε όσα θα ακολουθούσαν.
Σαν payoff ενός διαρκούς, επίμονου ερωτήματος, αυτό το φινάλε δε θα μπορούσε να είναι καλύτερο. Είναι ορμητικό και ενθουσιώδες και αστείο. Και τελικά, συναισθηματικό παρά την άγρια όψη του. Αλλά κυριότερα όλων, ήταν σωστό σαν timing. Ο Σαμ και η Νταϊάν συνέβησαν όταν έπρεπε να συμβούν, εξασφαλίζοντας στη σειρά την υγεία της για πολλά ακόμα χρόνια.
Μετέπειτα σειρές που ακολούθησαν τη φόρμα του «Cheers» δεν εμφανίστηκαν εξίσου τολμηρές ως προς την κορύφωση της σχέσης του κεντρικού ζευγαριού, με το αντίστοιχο will-they-won’t-they να καταλαμβάνει το -ολοένα και- μεγαλύτερο μέρος ολόκληρων σεζόν. Το έτερο πρόβλημα είναι ότι συχνά οι σειρές υπέφεραν στη συνέχεια, έχοντας χάσει το κεντρικό σημείο δραματικής τους αφήγησης. Το «Cheers» και κινήθηκε προτού μπαγιατέψει, αλλά και ήξερε τι να κάνει στη συνέχεια. Γιατί, επειδή είναι σειρά, το κάθε τι που συμβαίνει μπορεί να είναι ταυτόχρονα το τέλος μιας ταινίας αλλά και η αρχή της επόμενης.
Για αυτή τη συνέχεια, θα μιλήσουμε αύριο.
Οι σκηνές
ΟΚ, ας πάμε λίγο για το προφανές: Ο Σαμ κι η Νταϊάν τσακώνονται μέχρι έκρηξης, και η έκρηξη είναι φυσικά το πολυαναμενόμενό τους φιλί, συνοδεία του εκπληκτικού διαλόγου:
-Are you as turned on as I am?-MORE.
Standing ovation.
Και μια φανταστική σκηνή από το πρώτο μέρος του «Showdown», που όμως βρίσκει payoff στο φινάλε: Ο Σαμ κι η Νταϊάν διώχνουν ο ένας τον άλλον μακριά την ίδια στιγμή που κυριολεκτικά ζητούν ο ένας από τον άλλον να μείνουν μαζί. Είναι μια σοκαριστικής ευθύτητας απεικόνιση του teasing χαρακτήρα της σχέσης τους, που αρχικά παρουσιάζεται ως κάτι αναπάντεχο (η πρώτη παράκληση του Σαμ), ύστερα γίνεται γλυκό (με τη δεύτερη), εξελίσσεται σε φάρσα (στην τρίτη παράκληση αναγκάζεσαι να γελάσεις!) και καταλήγει σε φουλ μελόδραμα (στην πανέξυπνη αντιστροφή με το αντίστοιχο μουρμούρισμα της Νταϊάν). Από τις πιο καλογραμμένες σκηνές της σειράς.
Αύριο: Πράξη δεύτερη! «Cheers», Μέρος 2.
Ο πρώτος κύκλος του αφιερώματος
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #1: «The Sopranos», College
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #2: «Moonlighting», Atomic Shakespeare
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #3: «Seinfeld», The Chinese Restaurant
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #4: «Lost», The Constant
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #5: «Columbo», Any Old Port in a Storm
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #6: «The Twilight Zone», Walking Distance
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #7: «Coupling», The Girl with Two Breasts
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #8: «Star Trek», The City on the Edge of Forever
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #9: «Buffy, the Vampire Slayer», Hush
Ο δεύτερος κύκλος του αφιερώματος
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #10: «The West Wing», Two Cathedrals
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #11: «I Love Lucy», Lucy Does a TV Commercial
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #12: «Doctor Who», City of Death
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #13: «NYPD Blue», A Death in the Family
- Βλέποντας τηλεόραση ένα επεισόδιο τη φορά #15: «The X-Files», Clyde Bruckman’s Final Repose