Το indiewire.com δημοσιεύει σήμερα κείμενο για το Διαγωνιστικό Τμήμα του Φεστιβάλ του Ρότερνταμ και αναφέρεται πριν απ’ όλα στο «L» του Μπάμπη Μακρίδη: ο Κέβιν Μπ. Λι γράφει απολαυστικά για την ταινία και απολαυστικότερα ακόμα για τις ελληνικές ταινίες του «νέου ρεύματος», δίνοντας μια καλύτερη εικόνα για το πώς τις αντιμετωπίζει, «συνολικά», ο ξένος τύπος.
Διαβάστε το πρωτότυπο στο indiewire.com, ή μεταφρασμένο το κείμενο παρακάτω:
Η πιο ολοκληρωμένη ταινία είναι το «L», πρώτη μεγάλου μήκους του Μπάμπη Μακρίδη, η οποία έκανε την πρεμιέρα της στο Sundance και απ’ ό,τι φαίνεται ταιριάζει θαυμάσια μέσα στο ελληνικό παρεάκι που μας έφερε τον «Κυνόδοντα», το «Attenberg» και τις «Αλπεις». Αυτές οι ταινίες αποτελούν ένα ελληνικό bona fide μικρο-κίνημα που αξίζει τη δική του νομενκλατούρα: Athenscore; The Haos School; (ονομαζόμενο με αφορμή την εταιρεία παραγωγής της βασίλισσας του μελισσιού, Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη, υπεύθυνης για τις τρεις πρώτες ταινίες); σ.σ. το «L» είναι μια παραγωγή της Beben Films, του Μπάμπη Μακρίδη και της Αμάντας Λιβανού Το «L» παρουσιάζεται σαν αυτή η συμμορία να δημιούργησε μια παρωδία του «Drive» για να σατιρίσει το ιπποτικό πάθος με τα αυτοκίνητα του Ράιαν Γκόσλινγκ. Εδώ, ένας ανώνυμος επαγγελματίας οδηγός είναι τόσο ερωτευμένος με τη δουλειά του που κυριολεκτικά ζει μέσα στο αυτοκίνητό του, απαγγέλλοντας κάθε βράδυ φανατικά τις ανόητες οδηγίες του ναρκωληπτικού αφεντικού του, για ν’ ανακαλύψει απλώς ότι το αφεντικό του τον προδίδει, προσλαμβάνοντας έναν εξυπνότερο αντικαταστάτη. Με τον ίδιο σεναριογράφο και διευθυντή φωτογραφίας με τον «Κυνόδοντα», τα σημάδια των δοντιών είναι παντού: ανέκφραστες ερμηνείες, επίπεδες συνθέσεις και μια προδιάθεση διακωμώδησης της περιστασιακής σκληρότητας και των παράλογων παιχνιδιών εξουσίας που κρύβονται πίσω από τη γλώσσα και τις κοινωνικές σχέσεις.
Ταυτόχρονα το «L» είναι η πιο έκδηλα κωμική ταινία της ομάδας, τόσο σε σενάριο όσο και σε ύφος, με τα κοντινά πλάνα αντιπαράθεσης βγαλμένα από τον Σέρτζιο Λεόνε, μέσω «Napoleon Dynamite» και έναν αξιολάτρευτα υβριστικό πρωταγωνιστή στο στιλ του Ρον Τζέρεμι ή του Ρίκι Μπόμπι που θα μπορούσε να τον υποδυθεί ένας Γουίλ Φερέλ με ηρεμιστικά. (μάλιστα ο μηχανόβιος συνοδηγός του ήρωα μοιάζει με τον Τζον Σι Ράιλι). Η ταινία έχει μια πλαστικότητα που θυμίζει το «Anchorman», με τους συνειρμικούς μονολόγους του αυτοκινούμενου σεναρίου: μετά την απόλυση του οδηγού, εκείνος κολλάει με μια συμμορία ατίθασων μοτοσικλετιστών που απεχθάνονται τόσο τα αυτοκίνητα ώστε όταν συναντούν στο δρόμο ένα θύμα τροχαίου , δηλώνουν: «ακόμα και το ασθενοφόρο που θα φτάσει από λεπτό σε λεπτό είναι επικίνδυνο, γιατί είναι αυτοκίνητο.» Κάποιες φορές οι επιτηδευμένα άσκοποι διάλογοι γίνονται υπερβολικά χαριτωμένοι και το τέλος είναι αμφιλεγόμενο, αλλά η πεισματική εμμονή της ταινίας στη δική της, παράξενη μελωδία είναι αναμφισβήτητη.
Tags: L, Μπάμπης Μακρίδης