«Αν ήσουν η Μόνα Λίζα θα κρεμόσουν στον Λούβρο. Ολοι θα έρχονταν να σε δουν. Θα ήταν αδύνατον να μετακινηθείς». Οι πρώτοι στίχοι του τραγουδιού της Μαντόνα σίγουρα δεν διεκδικούν δάφνες εφυίας, όμως η μπαλάντα της που ακούγεται στους τίτλους του τέλους του «W.E.» κολλάει σχεδόν στιγμιαία στο μυαλό.
Η ποπ κομψότητα του κομματιού, η παχύρευστη σαν σοκολάτα παραγωγή του Γουίλιαμ Ορμπιτ -με τον οποίο συνεργάζεται για πρώτη φορά μετά τον δίσκο της «Ray of Light»-, το εθιστικό ρεφρέν, κάνουν το τραγούδι σχεδόν ακαταμάχητο. Οπως θα μπορούσε να είναι και η ταινία της, αν οι ταινίες ήταν σαν τα τρίλεπτα ποπ τραγούδια: Κάτι που σιγομουρμουρίζεις δίχως να το πολυσκέφτεσαι.
Η υποψηφιότητά της για Χρυσή Σφαίρα ασφαλώς δεν αποτέλεσε έκπληξη. Οχι μόνο γιατί το τραγούδι είναι καλό, αλλά γιατί η Ενωση των Ανταποκριτών Ξένου Τύπου του Λος Αντζελες δεν θα έχανε την ευκαιρία να δελεάσει την μεγαλύτερη ποπ σταρ του πλανήτη προκειμένου να έρθει στη μεγάλη της βραδιά. Οσο για τα Οσκαρ; εκεί τα πράγματα μοιάζουν πιο δύσκολα. Οχι γιατί η ακδημία κρατά τα προσχήματα, ή γιατί το τραγούδι δεν είναι αρκετά καλό, αλλά διότι οι κανονισμοί της για τις υποψηφιότητες μάλλον το αποκλείουν.
Για να είναι ένα τραγούδι υποψήφιο για τα Οσκαρ, θα πρέπει να ακούγεται στη διάρκεια της ταινίας, ή να είναι το πρώτο κομμάτι που ακούγεται όταν ξεκινούν να πέφτουν οι τίτλοι του τέλους. Στο «W.E.» η μουσική που συνοδεύει τους τίτλους τουλάχιστον στην αρχή τους, είναι ένα κομμάτι του Αμπελ Κορζενιόφσκι. Το «Masterpiece» ξεκινά να ακούγεται λίγα λεπτά αργότερα, κάτι που ίσως κάνει την Ακαδημία να κρίνει ότι δεν μπορεί να είναι υποψήφιο.