Ενας νεαρός πράκτορας της CIA αναλαμβάνει να προσέχει προσέχει έναν καταζητούμενο φυγά σ' ένα προστατευμένο, ασφαλές μέρος. Οταν όμως το κρησφύγετο όπου βρίσκονται οι δυο άντρες δέχεται επίθεση, ο πράκτορας βρίσκεται στο δρόμο, να καταδιώκεται από άγνωστους και με τον φυγά για σύμμαχο!
Οτιδήποτε άλλο και να σας περιγράψει κανείς για το τι συμβαίνει στο «Κρησφύγετο» είναι περιττό. Μαθηματικά υπολογισμένα κάθε περίπου δεκάλεπτο υπάρχει μια καταδίωξη, ενώ ενδιάμεσα η δράση μοιράζεται αδιάκοπα ανάμεσα στους δύο εγκλωβισμένους ήρωες και στο αρχηγείο της CIA που προσπαθεί να διασώσει την υπόληψη της από τον πρώην πράκτορα της, o oποίος τώρα έχει ταχθεί υπέρ του ξεσκεπάσματος της κρατικής διαφθοράς.
Με κάμερα στο χέρι, σκονισμένη φωτογραφία και νευρικό μοντάζ, ο χιλιανής καταγωγής Σουηδός (!) Ντάνιελ Εσπινόζα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να αντιγράψει το στιλ της τριλογίας του Τζέισον Μπορν χρησιμοποιώντας τον διευθυντή φωτογραφίας (Ολιβερ Γουντ) και των τριών ταινιών, αποδεικνύει ότι έχει μελετήσει καλά το σκηνοθετικό στιλ του Τόνι Σκοτ και στις ελάχιστες διαλογικές (βλ. δραματικές) σκηνές ανάμεσα στον Γουάσινγκτον και τον Ρέινολντς βάζει τα δυνατά του για να μην κατηγορηθεί για ανώφελο action.
Δυστυχώς αυτό που παραδίδει είναι ακόμη ενα αστυνομικό θρίλερ από αυτά που ο Ντένζελ Γουάσινγκτον έχει γεμίσει την καριέρα του (και τον τραπεζικό του λογαριασμό) μετά το Οσκαρ για την «Ημέρα Εκπαίδευσης» και από αυτά που μετά την πρώτη μισή ώρα ξέρεις ακριβώς και τι θα συμβεί και κυρίως πώς θα συμβεί. Ο κακός που είναι καλός θα καταφέρει να ξεφύγει, ο καλός που γίνεται κακός θα αποδείξει πως είναι υπεράνω χρημάτων και υψηλόβαθμων θέσεων και μετά από μια σειρά καλοφωτογραφημένων καταδιώξεων έχεις ξεχάσει ήδη από που ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία.
Ούτε (κατ’ ιδέα) συναρπαστικό, ούτε ωστόσο και τελείως αδιάφορο, το μόνο που κάνει το «Κρυσφήγετο» να περνάει τη βάση και να μην βρίσκεται ήδη εκεί όπου πηγαίνουν οι ταινίες όταν προσπερνούν τελείως τη μνήμη των θεατών, είναι οι ελάχιστες σκηνές ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Κάπου ανάμεσα στη στιβαρή μελαγχολία που κουβαλάει ο Ντένζελ Γουάσινγκτον και τη σε στιγμές αφοπλιστική αθωότητα του Ρέινολντς, υποψιάζεσαι πως θα ήταν το «Κρησφύγετο» αν τολμούσε να ανάγει την action πλευρά του σε ένα σχόλιο πάνω στην ανδρική μοναξιά.
Με τον Γουάσινγκτον όμως να είναι μονότονα καλός και τον Ρέινολντς επιεικά συμπαθητικός, αναπόφευκτα, ο μόνος που νιώθει μοναξιά εν προκειμένω είναι ο θεατής...