Δύο κολλητοί φίλοι, ο Ρικ και ο Φρεντ είναι δυσαρεστημένοι από την σεξουαλική τους ζωή και μοιάζουν να αναπολούν τις μέρες που ήταν ελεύθεροι και ωραίοι. Πιο έξυπνες από αυτούς οι γυναίκες τους. θα τους δώσουν μια εβδομάδα ελευθερίας εκμεταλλευόμενες και οι ίδιες επτά ημέρες χωρίς συζυγικούς κανόνες.
Είναι αλήθεια πως όταν εμφανίστηκαν στο αμερικανικό σινεμά, με το «Ηλίθιος και Πανηλίθιος» του 1994, οι αδερφοί Φαρέλι βοήθησαν στην απότομη ενηλικίωση του είδους της κωμωδίας, σπέρνοντας ανελέητα πυρά πολιτικής ανορθότητας προς κάθε κατεύθυνση. Οσο, όμως, η επιρροή τους μεγάλωνε για να γίνει ένα από τα κυρίαρχα ρεύματα στο είδος, το κάποτε «επαναστατικό» σινεμά τους έμοιαζε να ξεφουσκώνει, εξαντλημένο από την διαρκή αναμόχλευση των ίδιων ιδεών και των ίδιων γυμνασιακών αστείων. Το box office μπορεί να μην τους πρόδωσε σχεδόν ποτέ, αλλά στην πραγματικότητα η αμφισβητούμενη προσφορά των δύο αδερφιών στην σύγχρονη ιστορία του κινηματογράφου κατέληξε να αφορά (ευτυχώς) μόνο το «Κάτι Τρέχει με τη Μαίρη» του 1998, την ταινία που μάταια προσπάθησαν να επαναλάβουν πολλές φορές στη μέχρι σήμερα φιλμογραφία τους.
Η επιμονή τους να συνεχίζουν να γυρίζουν ταινίες στον «αυτόματο», εξαργυρώνοντας τη δόξα εκείνης της μίας (τεράστιας) επιτυχίας, τους φέρνει στο 2011 με μια ταινία που σχεδόν δεν θα έβγαινε καν στους κινηματογράφους αν δεν διέθετε την υπογραφή τους. Οχι μόνο γιατί το «Εργένηδες για μια Εβδομάδα» είναι μια βαρετή κωμωδία χωρίς ίχνος ρυθμού και timing, αλλά κυρίως γιατί η εμμονή του Μπόμπι και του Πίτερ Φαρέλι στην ανθρώπινη βλακεία, στις άκομψες γκάφες και τα – και καλά – πονηρά σεξουαλικά υπονοούμενα αφορά πλέον μόνο τους ίδιους και μερικούς ομοίους τους. Η φτηνή αναπαραγωγή των στερεοτύπων που θέλει τους άντρες να κοιτούν πάντα μια γυναίκα στο στήθος, τους παντρεμένους να μην χαίρονται το σεξ με τις γυναίκες τους και τις γυναίκες να αντιμετωπίζουν τους άντρες σαν παιδιά μεταφράζονται από τους αδερφούς Φαρέλι σε μια πραγματικότητα τόσο αφελή και συντηρητική που δεν μπορεί παρά να σε ενοχλήσει, να σε προσβάλλει και στην τελική να σε κάνει να αναρωτηθείς για την λεπτή γραμμή που χωρίζει μια σεξοκωμωδία από ένα στουντιακό προιόν για μαζική κατανάλωση. Ειδικά όταν το τελευταίο μιλάει συνεχώς για το σεξ χωρίς φυσικά να τολμά να ανοίξει ούτε ένα φερμουάρ!