Η ιστορία της ραγδαίας ανόδου του Μαρκ Τουρνέιγ, ενός αναλώσιμου υπηρέτη του Κεφαλαίου που έγινε ο αδιαφιλονίκητος αφέντης του. Οπως λέει ο σκηνοθέτης: «Είμαστε σκλάβοι του κεφαλαίου. Τρέμουμε όταν τρέμει. Γιορτάζουμε όταν μεγαλώνει και θριαμβεύει. Ποιος θα μας ελευθερώσει; Θα έπρεπε να απελευθερώσουμε τους εαυτούς μας; Θα έπρεπε τουλάχιστον να ξέρουμε ποιοι το εξυπηρετούν και πώς το κάνουν».
Πώς μοιάζει ένας άνθρωπος που ανεβαίνει στην κορυφή της ιεραρχίας μιας από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες; Ποια η δύναμη που τον ωθεί, οι μηχανισμοί που τον φέρνουν ως εκεί;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που δοκιμάζει να απαντήσει η νέα ταινία του Κώστα Γαβρά «Le Capital», που ακολουθεί την ιστορία ενός στελέχους της Phenix Bank και έμπιστου του προέδρου της, ο οποίος, όταν αποκαλύπτεται ότι πάσχει από καρκίνο των όρχεων, τον ονοματίζει διάδοχό του.
Το διοικητικό συμβούλιο θα τον αποδεχτεί, όχι τόσο για τις ικανότητές του, όσο για την ευκαιρία του να τοποθετήσει κάποιον επικεφαλής της τράπεζας, που να μπορεί να χειριστεί ή που να μπορεί αντικαταστήσει χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή. Μόνο που Μαρκ Τουρνέιγ, θα αποδειχτεί όχι μόνο ιδιαίτερα αποφασισμένος να κρατήσει την θέση του, αλλά και ιδιαίτερα ικανός να παίξει το παιχνίδι με τους κανόνες του.
Αντίθετα από ότι περιμένεις από μια ταινία που μιλά για τον κόσμο των τραπεζών και της οικονομικής ολιγαρχίας, ο πρωταγωνιστής του φιλμ, δεν είναι ένας άνθρωπος χωρίς συνείδηση ή λογική σκέψη, απλά είναι απόλυτα αποφασισμένος να κερδίσει όσα περισσότερα χρήματα μπορεί, με οποιοδήποτε τρόπο μπορεί. Γιατί τα χρήματα είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να σου αγοράσει σεβασμό. Χωρίς μάλιστα να χρειαστεί να τα ξοδέψεις.
Ο Κώστας Γαβράς κινηματογραφεί την ιστορία του σαν ένα θρίλερ οικονομικής και ηθικής αγωνίας, μετακινώντας την δράση ανάμεσα στα γραφεία της τράπεζας, σε ακριβά γιοτ στο Μαϊάμι σε υπέροχα διαμερίσματα, αλλά και πίσω στην κρεβατοκάμαρά του ήρωα, στο σπίτι των γονιών του, στις στιγμές που βρίσκεται μόνος με τον εαυτό του του.
Ακολουθώντας τις προσωπικές του αγωνίες, αμφιβολίες, αμφιταλαντεύσεις, περιγράφοντας τους πειρασμούς και τα «αμαρτήματα» στα οποία μοιάζει αδύνατον να αντισταθεί και παράλληλα έναν πόλεμο συμφερόντων και θέλησης ανάμεσα στο αμερικάνικο κεφάλαιο και την ευρωπαϊκή τράπεζα το φιλμ είναι μαζί το πορτρέτο ενός ανθρώπου αλλά κι ενός ολόκληρου (οικονομικού, αλλά όχι μόνο) συστήματος.
Μπορεί σε μέρες που κανείς δεν τρέφει αυταπάτες για τον ρόλο των τραπεζών ή των αφεντικών τους, το «Le Capital» να μην λέει κάτι αληθινά καινούριο ή αποκαλυπτικό, όμως το σινεμά του Γαβρά, είναι όπως πάντα καλοστημένο, ικανοποιητικό, απαραίτητο.