Παγιδευμένη σε μια βίαιη, κακοποιητική σχέση με έναν πλούσιο κι ευφυή επιστήμονα, η Σεσίλια Κας καταφέρνει να αποδράσει μέσα στη νύχτα και να εξαφανιστεί, με τη βοήθεια της αδερφής της, καθώς και ενός παιδικού της φίλου και της μικρής του κόρης. Οταν όμως ο βάναυσος πρώην σύντροφος της Σεσίλια αυτοκτονεί και της αφήνει ως κληρονομιά ένα μεγάλο μέρος της τεράστιας περιουσίας του, η Σεσίλια υποψιάζεται ότι πρόκειται για παγίδα. Μια σειρά από παράξενες συμπτώσεις θα αποβούν σχεδόν θανατηφόρες και θα απειλήσουν τις ζωές εκείνων για τους οποίους η Σεσίλια νοιάζεται. Τα λογικά της θα αρχίσουν να κλονίζονται όταν θα προσπαθεί απελπισμένα να αποδείξει στον περίγυρό της ότι καταδιώκεται από μια αόρατη παρουσία που τη στοιχειώνει.
Θα μπορούσε να λέγεται «Η Γυναίκα του Αόρατου Ανθρώπου», αφού η ταινία του Λι Γουανέλ μεταμορφώνει τον χαρακτήρα που δανείζει το όνομά του στον τίτλο του φιλμ σε δευτερεύοντα και βάζει στο κέντρο του μια ηρωίδα, σε μια καίρια κι επίκαιρη αντιστροφή της αφηγηματικής ισορροπίας.
To φιλμ χτίζει πάνω στην εκφραστική ερμηνεία της Ελίζαμπεθ Μος μια ταινία τρόμου για τις ημέρες που ζούμε, η οποία κρατά σε δεύτερη μοίρα το sci-fi υπόβαθρό της και φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από θεματικές που αγγίζουν τις απολήξεις ευαίσθητων νεύρων στην κοινωνία μας. Διότι αν μια γυναίκα σε κίνδυνο είναι μια σταθερά του σινεμά του τρόμου, η γυναίκα σε κίνδυνο του «Αόρατου Ανθρώπου», μοιάζει να είναι κάτι παραπάνω από ένα σχήμα: είναι μια μεταφορά για την δυσπιστία μας απέναντι στις θηλυκές φωνές που φωνάζουν «λύκος». Ειδικά όταν ο «λύκος» είναι λευκός, αρσενικός, πλούσιος και πετυχημένος.
Την ίδια στιγμή το φιλμ του Γουανέλ παίζει με ενδιαφέροντα τρόπο με την προστασία της ατομικότητας και της ιδιωτικής μας ζωής, σε μια εποχή που η τεχνολογία καθιστά τον κόσμο μας σχεδόν διαφανή και τη σφαίρα του προσωπικού εύκολα διαπερατή από «αόρατους επισκέπτες». Αυτές οι υποβόσκουσες θεματικές, προσθέτουν κάτι επιπλέον στην καινούρια αυτή ανάγνωση της βασικής ιδέας του βιβλίου του Χ. Τζ. Γουέλς, αλλά ένα θρίλερ για «μια γυναίκα σε κίνδυνο», οφείλει να λειτουργεί κι ως τέτοιο αν δεν θέλει να προδώσει τους θεατές του.
Ευτυχώς, ο Γουανέλ ξέρει όχι μόνο να χτίσει μια υπόκωφη ατμόσφαιρα απειλής αλλά και να προσφέρει στις κατάλληλες στιγμές τις κορυφώσεις και την αγωνία που απαιτείται, χρησιμοποιώντας το εύρημα του αόρατου ανθρώπου για μια σειρά από πετυχημένες σεκάνς. Μπορεί να μην αποφεύγει πάντα κλισέ ή ευκολίες και να μην κατορθώνει να δώσει στους χαρακτήρες του την πολυπλοκότητα που θα τους άξιζε, αλλά ακόμη κι έτσι το φιλμ του είναι αναμφίβολα μια κλάση πιο πάνω από μια τυπική ταινία τρόμου για θεατές χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.