Η Σούζαν Κούπερ (Μελίσα ΜακΚάρθι) είναι μία φιλήσυχη αναλύτρια της CIA, που κάνει κυρίως δουλειά γραφείου, και ταυτόχρονα ο αφανής ήρωας πίσω από τις πιο επικίνδυνες αποστολές. Όταν, όμως, ο συνεργάτης της (Τζουντ Λο) εξαφανίζεται και ένας ακόμη κορυφαίος πράκτορας (Τζέισον Στέιθαμ) βρίσκεται επίσης σε κίνδυνο, η Σούζαν δηλώνει εθελοντικά συμμετοχή σε μια κρίσιμη μυστική αποστολή. Τώρα, ως μυστική πράκτορας πλέον, θα χρειαστεί να εισχωρήσει στον κόσμο μίας θανάσιμης εμπόρου όπλων έτσι ώστε να αποτρέψει μια επικείμενη παγκόσμια καταστροφή…
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας: ακόμη και στις politically correct μέρες μας, ακόμη κι αν μαθαίνουμε πλέον να κοιτάζουμε τους ανθρώπους και τον κόσμο με μια πιο ανοιχτόμυαλη ματιά, υπάρχει πάντα η τάση του να κατηγοριοποιούμε τα πάντα, με βάση το πιο εύκολα αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό τους, συχνά δε και το πιο ασήμαντο.
Η Μελίσα ΜακΚάρθι ας πούμε, θα είναι για πάντα για κάποιους «εκείνη η υπέρβαρη κωμικός». Για κάποιους ακόμη και στο ίδιο το Χόλιγουντ φυσικά. Πόσο άξιο χειροκροτήματος είναι λοιπόν το γεγονός ότι η ίδια δεν υπέκυψε ποτέ σε αυτό το στερεότυπο και πόσο θαυμάσιο όταν σε ταινίες όπως το «Spy», βρίσκει ρόλους που δεν στέκονται απλά στα φυσικά χαρακτηριστικά της για να σε κάνουν να γελάσεις.
Η ΜακΚάρθι είναι μια σπουδαία κωμικός όταν έχει το κατάλληλο υλικό και το φιλμ του Πολ Φέιγκ, της το προσφέρει απλόχερα. Ειρωνικό και κατά στιγμές ξεκαρδιστικά αστείο, έξυπνο όσο και η πρωταγωνίστρια του, χρησιμοποιεί με ανατρεπτικό τρόπο κάθε κλισέ μιας κατασκοπικής περιπέτειας, όχι με τον σαχλό τρόπο του «Austin Powers», μα παίρνοντας την ίδια στιγμή στα σοβαρά τους κανόνες του.
Το προσόν του φιλμ είναι πως με μερικά κλικ προς μια άλλη κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι μια καθαρόαιμη κατασκοπική περιπέτεια (αν θα την έπαιρνες περισσότερο στα σοβαρά αυτό είναι ένα άλλο θέμα), αλλά ως έχει, παραμένει μια εξαιρετική κωμωδία. Κωμωδία κι όχι παρωδία αφού προς τιμήν του γελά με τις υπερβολές και τις ανοησίες ενός κινηματογραφικού είδους που ακόμη κι οι θιασώτες του αναγνωρίζουν κι όχι κάνοντας πλάκα συλλήβδην εις βάρος του.
Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει τους πρωταγωνιστές του, κυρίως την ΜακΚάρθι και τον Τζέισον Στέιθαμ, που είναι ο καθένας με τον τρόπο του πιο εύκολο να γλιστρήσουν στο μυαλό μιας μερίδας θεατών, στο σημείο του στερεότυπου: Είναι εκείνοι που κάνουν την ταινία αστεία, αλλά όχι το αστείο οι ίδιοι.
Και μιλώντας για αστεία, το «Spy», έχει ευτυχώς αρκετά για να γεμίσει τρεις συνηθισμένες χολιγουντιανές κωμωδίες και ακόμη καλύτερα σχεδόν όλα λειτουργούν, ακόμη κι όταν η κωμωδία του γίνεται σωματική ή λίγο πιο -συγχωρήστε μας τη λέξη- «χοντρή». Κυρίως γιατί έχει αρκετές ακόμη στιγμές που είναι αληθινά πνευματώδεις και μια αξιαγάπητη πρωταγωνίστρια που σε κάνει να του συγχωρείς μερικά παραπτώματα...