Το εικαστικά μυσταγωγικό, συναισθηματικά λαβυρινθώδες και πολιτικά αιχμηρό (έστω και με ήσυχο τρόπο), δράμα του Γουανγκ Ζιαοσουάι είναι ένα τρίωρο έπος (του αναγνωρισμένου σκηνοθέτη, άλλωστε, του «Beijing Bicycle» και του «Shanghai Dreams»), τόσο φορτισμένο και κριτικό, όσο και ανοικονόμητο.
Το «Αντίο, Γιε μου» αφηγείται την ιστορία δύο οικογενειών στη διάρκεια τριών δεκαετιών της σύγχρονης Κίνας, από τη δεκαετία του '80 ως σήμερα. Στην ουρά της Πολιτιστικής Επανάστασης, στην αρχή της οικονομικής ανάπτυξης, στον τρόμο της πολιτικής του ενός παιδιού, σε μια χώρα που αλλάζει ριζικά, τακτικά και αυταρχικά, δυο ζευγάρια και ο κοινωνικός κύκλος τους προσπαθούν να προλάβουν την επιβίωση και την υπόσχεση της ευτυχίας.
Στη δεκαετία του '90, ο Γιοτζούν και η Λιαν ζουν σε μια παραθαλάσσια πόλη, φθαρμένη από την αρμύρα και την Ιστορία και μεγαλώνουν, μόνοι, τον έφηβο γιο τους: ατίθασος κι οργισμένος ως έφηβος, προκαλεί διαρκώς τσακωμούς στη μικρή οικογένεια. Στη δεκαετία του '80, ο Γιοτζούν κι η Λιαν δουλεύουν στην πόλη, στο εργοστάσιο, μαζί με τους στενούς τους φίλους, τη Χαγιάν και τον Γινμίνγκ: το κάθε ζευγάρι έχει από ένα μικρό γιο, τ' αγόρια μεγαλώνουν σαν αδέρφια. Σ' ένα συνηθισμένο παιχνίδι με τα παιδιά της περιοχής, το ένα αγόρι θα πεθάνει. Στη δεκαετία των '00ς, ο Γιοτζούν και η Λιαν θα κληθούν από τη μοίρα να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους, ν' αποτιμήσουν τη ζωή τους, να δεχτούν ή όχι μια απολογία που άργησε και που τους στέρησε τα πάντα.
Με προσεκτικά φωτισμένα και σκηνογραφημένα πλάνα, το καθένα σαν ένας πίνακας που εκτείνεται από το σοσιαλιστικό ρεαλισμό ως το μεταμοντερνισμό, ο Γουανγκ Ζιαοσουάι στήνει, στην πραγματικότητα, μια οικογενειακή saga, όχι πολύ διαφορετική από τις τρικάσσετες μίνι-σειρές που νοικιάζαμε παλιά σε βίντεο. Η λαίλαπα της Ιστορίας, οι μικροί άνθρωποι που βρίσκονται στη δίνη της, έρωτες, πάθη, μοιχεία, ψέμματα, γιορτές και κηδείες, συνθέτουν ένα μελόδραμα διακριτικό μεν, αλλά και κλισέ.
Για να το κάνει πιο ενδιαφέρον, ο Ζιαοσουάι χτίζει ένα πολύπλοκο παιχνίδι με το χρόνο, κομματιάζοντας την ιστορία του κι ανασυνθέτοντάς τη με μπερδεμένη ροή, προκειμένου από τη μια να παγιδεύσει την περιέργεια του θεατή κι από την άλλη να σχολιάσει, με την ταινία του, την καθοριστική αλήθεια, ότι το παρελθόν διαποτίζει το παρόν, ότι τα δυο τους δεν είναι διαδοχικά, αλλά ανήκουν στον ίδιο καμβά. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι ότι μέχρι τη μέση της ταινίας (κι αυτό είναι ήδη στη μιάμιση ώρα), ο θεατής περισσότερο μπερδεύεται και προσπαθεί να διαλευκάνει τις σχέσεις και τα συμβάντα, παρά απορροφάται από τα ουσιαστικά ζητήματα της ταινίας.
Παρόλ' αυτά, χάρη στη μεγάλη ομορφιά του σκηνοθετικού του ύφους, σε μια υπνωτιστικά ήσυχη, αργή εξέλιξη, σ' ένα μάτσο ανθρώπων τόσο οικείων όσο και χαρακτηριστικών της εποχής τους/μας, σε υπέροχα φυσικές ερμηνείες με προεξάρχουσα τη Γιονγκ Μέι ως Λιαν, με τη βαθιά μελαγχολία και την αφοπλιστική απορία απέναντι στην αδικία της ζωής, ο Ζιαοσουάι κάνει ένα φιλμ γοητευτικό και αφηγηματικά πολυφορτωμένο, το οποίο θα είχε την ίδια επίδραση και σε συμβατική χρονική ροή, ή σε τρία επεισόδια μιας μίνι-σειράς. Ενα φιλμ που, με μεγάλη αισθητική επιμελημένη απλότητα, αφηγείται ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία της σύγχρονης Κίνας και ζητά, τελικά και συγκινητικά, μια απολογία.