Μεγαλώνοντας στην Σιγκαπούρη στα τέλη της δεκαετίας του 80 και τις αρχές των ‘90ς, η Σάντι Ταν ονειρευόταν πράγματα που έμοιαζαν με τις ταινίες του Τζιμ Τζάρμους, έγραφε για όσα αγαπούσε σε ανεξάρτητα φανζίν κι ήθελε να γυρίσει την δική της ταινία δρόμου σε μια χώρα που μπορούσε να διασχίσεις από άκρη σε άκρη μέσα σε 45 λεπτά με το αυτοκίνητό σου.
Το «Shirkers», ένα αλλόκοτο ποπ υπαρξιακό θρίλερ για μια 16χρονη serial killer που έγραψε και στο οποίο πρωταγωνιστούσε η ίδια, θα ήταν αυτή η ταινία και με την βοήθεια των δυο καλύτερων φίλων της κι ενός μυστηριώδη άντρα που τους δίδασκε σινεμά θα την έκαναν πραγματικότητα.
Για μια παρέα 18χρονων το να κάνουν μια ταινία με όρους επαγγελματικούς δεν ήταν απλά ένα κατόρθωμα, ήταν μια κάτι που τους σημάδεψε,μια εμπειρία που θα κουβαλάνε για πάντα μαζί τους, ένας συνδετικός κρίκος που δεν θα μπορούσε να σπάσει. Ομως στην πραγματικότητα για την Σάντι, την Αϊρις και την Σόφι τις τρεις φίλες που ήταν υπεύθυνες για την δημιουργία του φιλμ, το «Shirkers» έμελλε να γίνει μια μαύρη τρύπα στην κοινή αλλά και την προσωπική τους ιστορία, μια «μυστική ιστορία που θα της στοίχειωνε για πάντα».
Στο κέντρο του φιλμ, σκηνοθέτης και μέντορας της Σάντι, βρισκόταν ένας πολύ μεγαλύτερος κατά δικούς του ισχυρισμούς αμερικάνος καθηγητής σινεμά, ο Τζορτζ Καρντόνα, ένας άντρας που λειτουργούσε ως αναπόσπαστο κομμάτι της ομάδας του. Κι αν η παρουσία ενός σαραντάρη έμοιαζε παράταιρη ανάμεσα σε μια παρέα έφηβων κοριτσιών, οι πράξεις του θα ήταν καταλυτικές για το μέλλον τους, αφού αμέσως μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, ο Τζορτζ θα εξαφανιζόταν με όλο το υλικό και το «Shirkers» θα γινόταν μια ταινία φάντασμα για είκοσι ολόκληρα χρόνια.
Οι τρεις γυναίκες που ήταν υπεύθυνες για την δημιουργία του θα συνέχιζαν την ζωή τους με την σκέψη της χαμένης ταινίας τους πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού τους, μέχρι την στιγμή που ένα τηλεφώνημα θα αποτελούσε την αρχή για να έρθουν πίσω στα χέρια της Σάντι οι εβδομήντα μπομπίνες φιλμ που είχαν γυρίσει. Και η επανένωση της μαζί τους θα ήταν η αφορμή για να επιστρέψει και πάλι σε εκείνη την εποχή και να ενώσει ξανά τα κομμάτια μιας μιας ιστορίας που είχε μείνει αμήχανα μετέωρη.
Και κάπως έτσι, ακόμη κι αν το «Shirkers» δεν έγινε ποτέ η ταινία που ήθελε, μεταμορφώθηκε σε ένα συναρπαστικό ντοκιμαντέρ που κατορθώνει να είναι την ίδια στιγμή ένα συναισθηματικό rollercoaster, ένα ιδιότυπο φιλμ μυστηρίου και μια μελαγχολική, γεμάτη τρυφερότητα ματιά στην ηλικία όπου όλα μοιάζουν πιθανά. Και μαζί είναι η ιστορία μιας προδοσίας, μιας πικρής ματιάς σε μια βίαιη ενηλικίωση και ένα από το πιο όμορφα γράμματα αγάπης στο σινεμά που είδατε ποτέ.
Το φιλμ της Σάντι Ταν είναι τόσο ακατάτακτο, απροσδόκητο και γεμάτο εκπλήξεις όσο και η ίδια η ζωή και οι χαρακτήρες του δεν είναι ούτε καλοί ούτε κακοί, ούτε ήρωες ούτε μισητοί, μα είναι γεμάτοι από αντιφάσεις και προβλήματα, χτισμένοι από ατέλειες και λάθη, από ένα σωρό μικρές λεπτομέρειες που το φιλμ ταξινομεί με την προσοχή ενός συλλέκτη, με μια αθωότητα και αγάπη, μια παιδικότητα που μοιάζει να επιβίωσε σαν κλεισμένη κι εκείνη αεροστεγώς μέσα στις μπομπίνες του φιλμ των 16mm της ταινίας.