Το Ρίο ντε Τζανέιρο είναι μια πόλη – ποίημα. Είναι, ταυτόχρονα, λίγο σαν την Αθήνα πριν χρόνια, μια πόλη που φορτωμένη δυσλειτουργία, ανέχεια και χρέη, έχει αναλάβει όλα τα μεγάλα events της εποχής, από το mundial που μόλις τελείωσε, μέχρι τους Ολυμπιακούς του 2016. Κι έτσι χρειάζεται χρήματα, ακτινοβολία και ακόμα μεγαλύτερη προσέλκυση τουριστών και εισοδήματος. Οπως από μια τουριστική ταινία που από τη μια διαφημίζει την πόλη, από την άλλη αξιοποιεί και τα τοπικά κινηματογραφικά συνεργεία. Και εγένετο «Rio, I Love You».
Στο πρότυπο του «Paris, Je t’ Aime», εννέα σκηνοθέτες αναλαμβάνουν από μια γειτονιά του Ρίο και στήνουν εκεί την ιστορία τους. Σε αντίθεση με το «Paris, Je t’ Aime», που και πάλι ήταν ένα άνισο κολάζ δημιουργικότητας, αυτές εδώ οι ταινίες ούτε μεταδίδουν πραγματικά την ατμόσφαιρα του ψηφιδωτού που συνθέτει την πόλη (το ρυθμό της τον πιάνουν, εντάξει, είναι η σάμπα που ακούγεται αδιάκοπα), ούτε κάνουν τον κόπο ν’ ανταποδώσουν τη φιλοξενία με ιστορίες καλογραμμένες, ενδιαφέρουσες, αυτούσιες: απλώς τις ξεπετούν και πάνε για μπάνιο στην Κοπακαμπάνα. Ελαφρώς πιο ελκυστικές είναι το πείραμα του Φερνάντο Μεϊρέγιες («A Musa») με τον Βενσάν Κασέλ σε ρόλο υπαίθριου γλύπτη που, χωρίς διάλογο και με παιχνιδιάρικο μοντάζ, απαθανατίζει στην άμμο τα στολισμένα πέλματα της περαστικής Βραζιλιάνας καλλονής• και το κοινωνικού προβληματισμού παραμύθι της Ναντίν Λαμπακί, «Ο Milagre», με την ίδια και τον Χάρβεϊ Καϊτέλ σε ρόλους διάσημων ηθοποιών που καταφέρνουν, ως άλλοι Θεοί, να χαρίσουν σ’ ένα όμορφο χαμίνι μια μπάλα υπογεγραμμένη από τον Πελέ.
Τα υπόλοιπα ταινιάκια κυμαίνονται από το φαρσικό στο κλισέ, από το προβλέψιμο στο κακόγουστο, αφήνοντας μόνη την ίδια την πόλη του Ρίο ντε Τζανέιρο ν’ αναδεικνύει την ομορφιά της, μια και, όπου και να σταθεί η κάμερα, ένα κομμάτι φύσης, θάλασσας, πολυσύχναστων δρόμων θα το πιάσει.