Σε μία ορεινή διαδρομή στην έρημη επαρχία, ένα άντρας με σπορ αυτοκίνητο προσπερνάει έναν άλλον που του έκλεινε το δρόμο με το σαραβαλάκι του, κατεβάζει το παράθυρο και ορθώνει το μεσαίο του δάχτυλο. Μόνο που 2 χιλιόμετρα μετά μένει από λάστιχο και η αιματοβαμμένη αναμέτρηση των ανδρικών εγωισμών είναι αναπόφευκτη και ακραία. Μία κοπέλα που δουλεύει σε diner της εθνικής οδού καλείται να σερβίρει τον άντρα που σκότωσε τον πατέρα της και της σημάδεψε την παιδική της ηλικία. Βοηθάει το ότι η μαγείρισσα είχε κάνει φυλακή και τις βάζει ιδέες. Ενας αγανακτισμένος πολίτης, που τυχαίνει να είναι πυροτεχνουργός και ειδικός στα εκρηκτικά, παίρνει μπουρλοτιασμένη εκδίκηση απέναντι στη διεφθερμένη γραφειοκρατία του κράτους και της τροχαίας που κλέβουν τον κόσμο. Ο πλούσιος γιος μίας οικογένειας διαπράττει ένα έγκλημα, γονείς και μεγαλοδικηγόροι δουλεύουν για να τον ξελασπώσουν μετά από σουρεαλιστικές διαπραγματεύσεις με χρηματιζόμενους δημόσιους λειτουργούς. Μία νύφη μαθαίνει, στη δεξίωση του γάμου της, ότι ο γαμπρός την απατά και η ερωμένη του κάθεται στο τραπέζι 8. Ενας πιλότος γεμίζει την... τελευταία πτήση του με τους ανθρώπους που τον πλήγωσαν από τότε που ήταν μικρός.
Ο Αργεντινός Νταμιάν Σιφρόν γράφει και σκηνοθετεί μία κατάμαυρα απολαυστική, μακάβρια αστεία, πικρά feelgood κωμωδία. Τραβώντας την περόνη του χοντροκομμένου χιούμορ σε σουρεαλιστικά άκρα, ακολουθεί την «what if?» υπόθεση του «τι θα γινόταν αν μπορούσαμε να κάνουμε όσα πραγματικά σκεφτόμαστε;» Αν οι άνθρωποι αντιδρούσαν με ειλικρίνεια, έπαιρναν εκδίκηση για όλες τις αδικίες γύρω τους, άφηναν τα ποταπά ένστικτα τους ελεύθερα, αλογόκριτα; Τι «ιστορίες για αγρίους» θα είχαν να μας διηγηθούν; Πόσο απολαυστικό είναι να τις βλέπεις να νικούν (έστω στην μεγάλη οθόνη) τη λογική, την κοινωνική υποκρισία, την πολιτική ορθότητα; Πόσο αναγνωρίσιμη είναι η ζωώδης μας φύση και πόσο μας κάνει να γελάμε - αμήχανα, λυτρωτικά;
Πέρα από τα διάσημα πρόσωπα των ηθοποιών που κατοικούν κάθε ιστορία (από τον πρωταγωνιστή του «Μίλα της» Nτάριο Γκραντινέτι, μέχρι τον διάσημο Ρικάρντο Νταρίν, από τις «Εννέα Βασίλισσες» ή «Το Μυστικό στα Μάτια της») ακόμα πιο αναγνωρίσιμα είναι τα συμπεράσματα που η ταινία αφήνει στη συνείδηση του κάθε θεατή. Τα γέλια μας συνοδεύονται από ένα σαρδόνιο κλείσιμο ματιού που αφήνει την πίκρα του στον ουρανίσκο. Κι αυτό, ειρωνικά, είναι ακόμα πιο «άγρια» ικανοποιητικό κι από χάπι εντ.
Η υπογραφή του Πέδρο Αλμοδόβαρ στους τίτλους δεν μας ξαφνιάζει. Ο Αλμοδόβαρ πιστεύει με πάθος στην ταινία, την έσπρωξε στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών, τη συνοδεύει ο ίδιος στα φεστιβάλ. Μάλλον αναγνώρισε ένα κοινό αιρετικό χιούμορ στον 38χρονο σκηνοθέτη, ή ένα ανεπίστρεπτο κομμάτι των αυθάδικων νιάτων του, που χάθηκε για πάντα από το σινεμά του.