Για αρκετά χρόνια οι mainstream ρομαντικές κομεντί απευθύνονταν, αποκλειστικά και μόνο, σε στρέιτ ζευγάρια. Λογικό θα σκεφτεί κάποιος όταν μερικά από τα καλύτερα δείγματα των rom com ταινιών γεννήθηκαν στις δεκαετίες του '80 και του '90, μέσα στο κλίμα συντηρητισμού που επικρατούσε τότε στο Χόλιγουντ (και τον κόσμο).
Δειλά - δειλά, αν και χωρίς να απεκδυθεί παρά μόνο ελάχιστα το συντηρητικό του μανδύα, το Χόλιγουντ τολμά τα τελευταία χρόνια να ανανεώσει το είδος κάνοντάς το - επιτέλους - πιο συμπεριληπτικό. Οι πρώτες γκέι mainstream rom coms άρχισαν να προβάλλονται στις κινηματογραφικές αίθουσες, με ταινίες όπως τα πολυσυζητημένα «Bros» και «Fire Island». Ταινίες οι οποίες, μπορεί να μην είχαν την εισπρακτική επιτυχία που κάποιοι ανέμεναν (λογικό, και πάλι, από τη μια), κατάφεραν, ωστόσο, να αγαπηθούν τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς και να ανοίξουν έτσι το δρόμο σε άλλου τέτοιους είδους ταινίες, δείχνοντας πως ο κόσμος πλέον, ναι, είναι έτοιμος για mainstream ταινίες με γκέι ήρωες και πρωταγωνιστές στις δικές τους ιστορίες.
Μια τέτοια ταινία είναι και το «Red, White and Royal Blue», η οποία βασίζεται στο ομότιτλο best-seller μυθιστόρημα της Κέισι ΜακΚουίστον όπου επικεντρώνεται στον Αλεξ, γιο της Προέδρου της Αμερικής, και τον Πρίγκιπα της Βρετανίας Χένρι, των οποίων η κόντρα ίσως προκαλέσει πρόβλημα στις σχέσεις Αμερικής και Βρετανίας. Οταν οι δυο τους αναγκάζονται να προσποιηθούν ανακωχή, η σχέση τους ξεκινά να θερμαίνεται, και η τριβή ανάμεσά τους πυροδοτεί κάτι πιο βαθύ απ' ότι περίμεναν.
Τι είναι αυτό, όμως, που κάνει μια ρομαντική κομεντί πραγματικά να λειτουργεί; Σίγουρα χαρακτήρες με τους οποίους μπορεί να ταυτιστεί κάποιος αλλά, κυρίως, μια ιστορία η οποία, μέσα στην όποια υπερβολή της και τον παραμυθένιο της ρομαντισμό, να πατάει τα πόδια της στη γη, για να μπορέσει κάπως να σε αγγίξει με τις αλήθειες της. Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Μάθιου Λόπεζ φαίνεται κάπως να πασχίζει μέσα σε αυτό το (απίστευτο και παραμυθένιο) σκηνικό, αναζητώντας εκείνο το κάτι που θα την κάνει να μοιάζει πιο αληθινή, από την εικόνα του γιου της Προέδρου της Αμερικής να βρίσκεται στο κρεβάτι με τον Πρίγκιπα της Βρετανίας.
Αυτό το κάτι, το βρίσκει στο πώς ο Αλεξ έρχεται αντιμέτωπος με την αμφισεξουαλικότητά του, αλλά και πως ο Χένρι παλεύει με την ίδια του την σεξουαλικότητα. Είναι δυο θέματα τα οποία δίνουν στους χαρακτήρες τους, μέσα στην υπερβολή τους, ένα πιο γήινο και προσιτό χαρακτηριστικό και, σχεδόν αυτομάτως, τους κάνουν και πιο αξιαγάπητους. Η διαφορά κουλτούρας μπορεί τους φέρνει ακόμα πιο κοντά, με τον Αλεξ να μεγάλωσε φτωχός σε ένα σπίτι στα προάστια ενώ ο Χένρι κουβαλά από μικρός το βάρος του Στέμματος, αλλά ο Λόπεζ προσεγγίζει τα ζητήματα αυτά κάπως επιδερμικά και χωρίς πολλές ιδιαίτερες αναφορές σε βαθμό που η πλοκή, ειδικά προς το φινάλε, μοιάζει κάπως σαχλή, μη πειστική και αρκετά ψεύτικη (εντάξει, μπορεί να μην παρακολουθούμε το δράμα του «The Crown», αλλά ακόμα κι εκεί κάποια τέτοια ζητήματα χρειάζεται να έχουν την βαρύτητα που τους αρμόζει).
Ακόμα όμως και στην σκηνοθεσία ο Λόπεζ μοιάζει να υπηρετεί τη φόρμουλα μιας ρομαντικής κομεντί, χωρίς να σπάει ιδιαίτερα τους κανόνες. Μπορεί στο πρώτο μισάωρο ο Λόπεζ να σκηνοθετεί με ενδιαφέρον την γνωριμία του Αλεξ και του Χένρι, βάζοντας πινελιές αλα «Heartstopper» για να παρουσιάσει τα πρώτα τους ερωτικά σκιρτήματα, αλλά γρήγορα αφήνεται σε έναν αυτόματο πιλότο, ο οποίος σε καθοδήγει προγραμματισμένα στο προβλέψιμο του φινάλε. Ακόμα και οι ερωτικές σκηνές, όσο τολμηρές και αν προσπαθούν να γίνουν, καταλήγουν σε κάτι το τελείως συντηρητικό και άβολο.
Τουλάχιστον η χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών Τέιλορ Ζαχάρ Πέρεζ και Νίκολας Γκάλιτζιν είναι αρκετά δυνατή και καταφέρει να σου κρατήσει το ενδιαφέρον ως το τέλος, συνδυασμένη με την γοητεία της Σάρα Σαχί (την Προσωπάρχη του Λευκού Οίκου) που προσφέρει έξτρα χιούμορ και μερικές από τις καλύτερες ατάκες της ταινίας. Η Ούμα Θέρμαν, στον ρόλο της Προέδρου της Αμερικής (;) με την βαριά Τεξανή προφορά της, είναι μια από τις πιο στιβαρές παρουσίες της ταινίας, δεν ισχύει όμως το ίδιο - δυστυχώς - για τον Στίβεν Φράι ο οποίος παραμένει τελείως ανεκμετάλλευτος στον ρόλο του Βασιλιά της Αγγλίας.
Το «Red, White and Royal Blue» είναι μια από εκείνες τις ρομαντικές κομεντί οι οποίες σου ζητάνε να (από)κλείσεις τελείως τον εγκέφαλό σου και να ακούσεις την καρδιά σου. Αλλά ακόμα κι έτσι ελάχιστες φορές νιώθεις εκείνα τα φτερουγίσματα που θα σε κάνουν να την ερωτευτείς πραγματικά με την πρώτη ματιά.