Η Μάργκαρετ Χάμφριζ, μια κοινωνική λειτουργός από το Νότιγχαμ, αποκάλυψε ένα από τα σημαντικότερα σύγχρονα σκάνδαλα κοινωνικής αδικίας. Εκατόν τριάντα χιλιάδες παιδιά που βρίσκονταν σε ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας στάλθηκαν στο εξωτερικό, κυρίως στην Αυστραλία, ώστε η ανατροφή τους να μην επιβαρύνει το βρετανικό κράτος.
Δεν μπορείς να μην αναγνωρίσεις την σημασία μιας ταινίας που αφηγείται μια τόσο συγκλονιστική, ανατριχιαστικά επώδυνη, ιστορία. Σαν υπενθύμιση του πόσο εύκολα, ακόμη και η πιο πολιτισμένη και φιλάνθρωπη μερίδα του δυτικού κόσμου μπορεί να γλιστρήσει στην απερίγραπτη βαρβαρότητα, το φιλμ του υιού Λόουτς, είναι σχεδόν ανεκτίμητο.
Μόνο που στο σινεμά, οι καλές προθέσεις, το μήνυμα, η συγκίνηση, ακόμη και η αφύπνιση, η εγρήγορση, η τόσο της μόδας αγανάκτηση, μπορεί να είναι στοιχεία σημαντικά, αλλά δεν είναι από μόνα τους αρκετά.
Η καρδιά της ταινίας βρίσκεται στη σωστή πλευρά και ναι, οι άξιοι ηθοποιοί της κάνουν ότι μπορούν για να ισορροπήσουν λίγο πριν την κόψη της καταγγελίας και του μελοδράματος -εκεί που σχεδόν ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει να σε κατακρημνίσει μια αφήγηση, που θέτει ως ένα από τα βασικά της ζητούμενα να σε συγκινήσει. Μέχρι δακρύων.
Ο Τζιμ Λόουτς, μοιάζει γνήσιο τέκνο του πατέρα του Κεν, στην ιδεολογική πλευρά του σινεμά του, στην οξυμένη κοινωνική του αντίληψη, στην επιλογή της θεματικής του. Μόνο που η αιχμηρή ματιά, η επείγουσα ένταση, η δίχως συμβιβασμούς σκηνοθετική λιτότητα που χαρακτηρίζει τις ταινίες του πατέρα του, δεν διακρίνει δυστυχώς τα «Πορτοκάλια στον Ηλιο».
Ακόμη κι αν δεν ήξερες ότι ο Τζιμ Λόουτς έχει δουλέψει κυρίως στην τηλεόραση, ο τρόπος που διαλέγει να αφηγηθεί την ιστορία του, συμβατικός, αναμενόμενος, με σεναριακές καμπύλες που μοιάζουν να εξυπηρετούν μια λογική τηλεοπτικών επεισοδίων, θα τον πρόδιδε.
Το να δουλεύεις στην τηλεόραση βεβαίως, δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση στίγμα (ειδικά σε μια τηλεόραση σαν τη βρετανική που ανέθρεψε δεκάδες κινηματογραφικούς δημιουργούς), αλλά το να είσαι καλός στην τηλεόραση, δεν σημαίνει απαραίτητα πως μπορείς να δεις καθαρά τη «μεγάλη εικόνα» του σινεμά.
Για κάτι τέτοιο, μοιάζει να χρειάζεται κάτι παραπάνω από καλή θέληση, μια οχυρωμένη από κάθε πλευρά παραγωγή, ένα τολμηρό θέμα και ένα επώνυμο με ιστορία. Και ο Τζιμ Λόουτς δεν μοιάζει να το έχει. Τουλάχιστον όχι ακόμη...