Πολλοί είναι εκείνοι που δεν μπορούν να καταλάβουν την εμμονή της Disney να μεταφέρει σε live action παλιές κλασικές και, πάνω από όλα, αγαπημένες ταινίες κινουμένων σχεδίων της. Από την «Σταχτοπούτα» μέχρι και τη «Μουλάν», η Disney δε θέλει να σταματήσει μέχρι να μας κάνει να ξεχάσουμε τις υπέροχες ταινίες animation, αντικαθιστώντας τις με κάτι το αρκετά αχρείαστο και, κάποιες φορές, ευτελές συνδυάζοντας το live action με το CGI.

Η νέα της προσθήκη σε αυτή την λίστα έρχεται με το «Πινόκιο», μια από τις κλασικότερες ταινίες του στούντιο που κυκλοφόρησε πίσω στο 1940, αυτή την φορά σε σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Ζεμέκις, ο οποίος το μεταφέρει ως ένα άψυχο υβρίδιο live action και CGI animation, δίνοντας ένα ακόμα τρανταχτό επιχείρημα στο πως τέτοιου είδους remakes της Disney δεν έχουν απολύτως κανέναν λόγο ύπαρξης.

Για όσους δεν γνωρίζουν, η ταινία του Ρόμπερτ Ζεμέκις είναι μια ακόμη μεταφορά του κλασικού παραμυθιού «Οι Περιπέτειες του Πινόκιο» του Ιταλού Κάρλο Κολόντι, στην οποία ένας παιχνιδοποιός, ο Τζεπέτο, θρηνώντας τον χαμό του γιου του, αποφασίζει να φτιάξει μια μαριονέτα, την οποία ονομάζει Πινόκιο. Το ίδιο βράδυ κάνει μια ευχή να γίνει η ξύλινη αυτή κούκλα πραγματική και, μέσω της μαγείας της Μπλε Νεράιδας, η ευχή αυτή γίνεται πραγματικότητα. Μόνο που για να πάρει πραγματικά σάρκα και οστά, ο Πινόκιο πρέπει να αποδείξει πως είναι γενναίος, ανιδιοτελής και αληθινός. Ετσι, μαζί με τον Τζίμινι Κρίκετ ως την συνείδησή του, ξεκινά ένα ταξίδι αυτογνωσίας.

Σε σενάριο του Ζεμέκις με τον Κρις Βάιτς, με τον οποίο συνεργάστηκε και ο Κένεθ Μπράνα στην δική του live action μεταφορά της «Σταχτοπούτας», η ταινία παραμένει μια, σχεδόν, πιστή μεταφορά της ταινίας του 1940, χωρίς να κάνει τίποτα για να αλλάξει ή να συμμαζέψει τα όποια σεναριακά κενά υπήρχαν τόσο στην αρχική ταινία όσο και στην ιστορία του Κολόντι. Μπορεί να έχει κάποιες νέες προσθήκες, όπως το ότι ο Τζεπέτο δημιουργεί τον Πινόκιο επειδή έχασε τον γιο του, κάτι που, αν και παρουσιάζει ενδιαφέρον, ποτέ δεν αναπτύσσεται πέρα από αυτό, και μερικών νέων χαρακτήρων όπως της μπαλαρίνας Φαμπιάνα και της μαριονέτα της Σαμπίνα, οι οποίες έχουν μάλιστα και το δικό τους νέο τραγούδι, και του γλάρου που ακούει στο όνομα Σοφία, ο Ζεμέκις δεν τολμά να κάνει τίποτα παραπάνω με το νέο αυτό υλικό.

πινόκιο

Αντ’ αυτού στηρίζεται περισσότερο στο πώς θα μεταφέρει τις κλασικές σκηνές του κινουμένου σχεδίου στην ταινία του τις οποίες, αν και κάποιες είναι υπέροχα σκηνοθετημένες, δεν έχουν όμως αυτό το κάτι που θα τις κάνεις να ξεχωρίσουν. Οι σκηνές στο Νησί της Απόλαυσης μπορεί να είναι ίσως οι μοναδικές που ξεχωρίζουν κυρίως για τους πολύχρωμους τόνους τους αλλά και έχοντας μερικές από τις πιο σκοτεινές στιγμές της ταινίας, αλλά ο Ζεμέκις δεν καταφέρνει να υιοθετήσει αυτή την αναρχικά παιχνιδιάρικη σκοτεινή ατμόσφαιρα και στην υπόλοιπή του ταινία. Και είναι σχεδόν παράλογο, αν αναλογιστεί κανείς το πως ο ίδιος έχει ξαναδουλέψει σε ταινίες που συνδυάζουν πραγματικούς ηθοποιούς με CGI. Εδώ απλά όλα μοιάζουν ως ένα κακό συνονθύλευμα ψεύτικου και αληθινού με την πλοκή να κυλά ανώδυνα ως προς το ανεξήγητα κομμένο της φινάλε – κάτι που ίσως ξινίσει αρκετούς – με κάποιες μικρές δόσεις διασκέδασης εδώ κι εκεί.

Αυτές οι στιγμές έρχονται κυρίως από την ερμηνεία του Τομ Χανκς στον ρόλο του Τζεπέτο, ο οποίος, αν και βγάζει ένα cuddly συναίσθημα ζεστασιάς, προδίδει με τα μάτια του ένα είδος βαθιάς θλίψης που κρύβεται μέσα του, αλλά και από τους Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ, που δανείζει την φωνή του στον Τζίμινι Κρίκετ, και την Σίνθια Ερίβο στον ρόλο της Μπλε Νεράιδας. Ακόμα και τα meta αστεία της, όπως η αναφορά στον Κρις Πάιν και τα ρολόγια από που έχουν θέματα άλλες ταινίες της Disney, μπορεί να προκαλέσουν μερικά χαμόγελα στους ενήλικους θεατές, αλλά κατά αλλά το χιούμορ της πέφτει στο κενό.

Το «Πινόκιο» του Ζεμέκις ήταν μια ταινία που ευχόμασταν να ήταν εξαίρεση στον κανόνα των μέτριων και αχρείαστων μεταφορών της κλασικής βιβλιοθήκης κινουμένων σχεδίων της Disney σε live action. Αντ’ αυτού έχουμε μια ακόμα ξύλινη μεταφορά η οποία ποτέ δεν χτυπά τις κατάλληλες συναισθηματικές χορδές για να γίνει μια πραγματικά αληθινά (καλή) ταινία.