Ο Τζος και η Ρενέ, έχουν μια ευτυχισμένη οικογένεια με τρία παιδιά. Οταν μετακομίσουν σε ένα καινούριο σπίτι, μετά από ένα ατύχημα, ο μικρός γιος τους θα πέσει σε κώμα και παράλληλα θα αρχίζουν να βιώνουν γεγονότα που δεν μπορούν να εξηγηθούν επιστημονικά. Η πρώτη τους σκέψη: ίδια με τη δικιά σας. «Το σπίτι είναι στοιχειωμένο». Μαντέψτε ξανά.
Το πρώτο που σου κάνει εντύπωση βλέποντας την ταινία του Τζέιμς Γουάν, είναι το πόσο συγκρατημένη και ευχάριστα «παλιομοδίτικη» είναι, στον τρόπο που απεικονίζει ένα από τα πιο γνώριμα και ταλαιπωρημένα είδη στο σινεμά του τρόμου. Η ιστορία του στοιχειωμένου σπιτιού, έχει ειπωθεί με τόσους πολλούς τρόπους που μοιάζει σχεδόν αδύνατο να εφεύρεις κάτι καινούριο -ειδικά απ όταν η «Μεταφυσική Δραστηριότητα», έβαλε ακόμη και την τεχνολογία και τα home movies στο παιχνίδι.
Προς τιμήν της, η «Παγιδευμένη Ψυχή» προτιμά να αφήσει στην άκρη οποιεσδήποτε σύγχρονες «εξυπνάδες» και να στοχεύσει σε κλασικές συνταγές προκειμένου να μας τρομάξει. Οχι υπερβολικές δόσεις γραφικού τρόμου, αλλά σκιές και μισοκρυμμένες μορφές, όχι κατάφωρο gore και εικόνες σοκ, αλλά υπαινικτικές ατμόσφαιρες και αναμενόμενα, αλλά λειτουργικά τρομάγματα που συχνά σε πιάνουν στον ύπνο.
Κρίμα λοιπόν που στο τελευταίο κομμάτι της, όταν το μυστήριο του στοιχειώματος αποκαλύπτεται, και η σωτηρία (;) έρχεται με την βοήθεια μιας πνευματίστριας, αντί το φιλμ να επιταχύνει προς ένα κρεσέντο τρόμου και σασπένς, η ένταση αποδυναμώνεται και ξεφτίζει, μέσα από σκηνές που δυσκολεύεσαι να τις πάρεις στα σοβαρά και μια ατμόσφαιρα που δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε.
Το τελικό κλείσιμο του ματιού, που θα μπορούσε να λειτουργήσει και σαν αφορμή για σίκουελ, μπορεί να σώζει κάπως τα προσχήματα, αλλά η άτσαλη εικονογράφηση του κόσμου των πνευμάτων που έχει μόλις προηγηθεί, χαλάει την εντύπωση ενός θρίλερ που θα μπορούσε να είναι ακόμη κι εξαιρετικό.