Ενα ντοκιμαντέρ για την κινηματογραφική μουσική με συνεντεύξεις κυρίως Ελλήνων δημιουργών που δοκιμάζει να μας ξεναγήσει στον κόσμο της μουσικής των κινούμενων εικόνων. Μιλούν στην κάμερα κυρίως Έλληνες συνθέτες και σκηνοθέτες όπως οι Νίκος Κυπουργός, Γιώργος Χατζηνάσιος, Παναγιώτης Καλατζόπουλος, Νίκος Πλατύραχος, Συμεών Νικολαΐδης, Παντελής Βούλγαρης, Περικλής Χούρσογλου, αλλά και ο Νικόλα Πιοβάνι κι ο Τρέβορ Τζόουνς.
Το να δοκιμάσεις να κάνεις ένα ντοκιμαντέρ για την κινηματογραφική μουσική, είναι ένα σχέδιο τόσο φιλόδοξο όσο το να κάνεις ένα φιλμ για το ίδιο το σινεμά. Η πορεία των εικόνων και της μουσικής που τις συνοδεύει, είναι σχεδόν ταυτόσημη και το να δοκιμάσεις να μιλήσεις για την ιστορία, την μεθοδολογία, την δημιουργική διεργασία που συντελείται για την σύνθεσή της, είναι ένα έργο σχεδόν τιτάνιο.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν, αν δεν έχεις κάτι πολύ συγκεκριμένο να πεις, ή μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια στην οποία να επικεντρωθείς, το τόλμημα μοιάζει εκ των προτέρων αν όχι καταδικασμένο, τότε σίγουρα δίχως αληθινό νόημα.
Και η ταινία του Φάνη Λογοθέτη υποφέρει ακριβώς από αυτό το πρόβλημα. Θέλοντας να κάνει μια ταινία για την κινηματογραφική μουσική «που να μην απευθύνεται σε εξειδικευμένους θεατές», καταλήγει να κάνει μια ταινία που να μην αφορά σχεδόν κανέναν. Οι σοβαροί μουσικόφιλοι και λάτρεις της κινηματογραφικής μουσικής μπορεί να βρουν ένα ενδιαφέρον στο γεγονός ότι μια σειρά από σημαντικούς συνθέτες μιλούν στο φιλμ, όμως τόσο ο χρόνος όσο και η φύση του ντοκιμαντέρ, δεν τους επιτρέπουν να πουν κάτι αληθινά ουσιαστικό.
Οχι ότι στην ταινία δεν ακούγονται απόψεις και κουβέντες που έχουν ενδιαφέρον -όπως κι άλλες που μοιάζουν απλά αχρείαστες, κυρίως από ανθρώπους που δεν έχουν αληθινή σχέση με το αντικείμενο-, όμως μέσα σε 60 μόλις λεπτά και με ένα πλήθος συμμετεχόντων να μοιράζονται το χρόνο, σχεδόν κανείς δεν προφταίνει να εκφέρει κάτι σημαντικό. Οσο για την συμμετοχή των δυο ξένων συνθετών που μιλούν, του Νικόλα Πιοβάνι και του Τρέβορ Τζόουνς, μοιάζει μάλλον με σφήνα και δημιουργεί μια ανισορροπία παρά προσθέτει στο φιλμ.
Μια σειρά πορτρέτων πολλών από των ανθρώπων που μιλούν εδώ, θα είχε ασφαλώς μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όπως ίσως ένα ακόμη καλύτερο ντοκιμαντέρ θα βρισκόταν στο πορτρέτο του συλλέκτη Νίκου Γκροσδάνη, όχι μόνο για τις γνώσεις και τις απόψεις του, αλλά κυρίως για το πάθος και ακόμη πιο σημαντικά, την εμμονή του. Αυτά είναι δύο από τα στοιχεία που βοηθούν ακόμη κι ένα τυπικό ντοκιμαντέρ ομιλούντων κεφαλών να αποκτήσει αυτό που θα τα μεταμορφώσει σε κάτι παραπάνω και δυστυχώς, είναι δυο υλικά που μοιάζουν εδώ να απουσιάζουν.