Το 1988, όταν ο Πινοσέτ ετοιμάζεται για το δημοψήφισμα που θα καθορίσει την προεδρία του στη Χιλή, η αντιπολίτευση αναθέτει σ’ ένα νεαρό μαρκετίστα την καμπάνια της. O Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ υποδύεται έναν παράτολμο νέο, στέλεχος μιας διαφημιστικής εταιρίας που ηγείται της εκστρατείας ‘ΝΟ’, εναντίον του Πινοσέτ. Δεκαπέντε χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους καθεστωτικούς ο Ρενέ Σααβέντρα παράλληλα με τη δική του μάχη στην προσωπική του ζωή, επιστρατεύει τους πιο δυνατούς όρους μάρκετινγκ και με τη βοήθεια των ακτιβιστών της αντιπολίτευσης καταστρώνουν ένα σχέδιο κι έχουν 27 ημέρες για να το εκτελέσουν σωστά, να κερδίσουν τις εκλογές και να απελευθερώσουν την χώρα τους.
O Πάμπλο Λαραΐν ασχολείται για τρίτη φορά με την ιστορία της δικτατορίας στη χώρα του, όμως αντίθετα από τις δυο προηγούμενες ταινίες του το «Tony Manero» και το «Post Mortem», δεν χρησιμοποιεί την εποχή σαν σκηνικό, ούτε την μυθοπλασία σαν μεταφορά για να μιλήσει για όσα τον ενδιαφέρουν.
Εδώ παίρνει μια αληθινή ιστορία, βασίζεται σε αληθινά γεγονότα και αφηγείται με λεπτομέρειες το παρασκήνιο μιας διαδικασίας που έφερε πίσω την δημοκρατία στη Χιλή. Και όχι ακριβώς παράδοξα, κάνει την πιο αποτελεσματική και πετυχημένη ταινία της φιλμογραφίας του και μαζί την πιο βαθιά πολιτική.
Απαλλαγμένο από την συμβολική φύση που έμοιαζε να κρατάει πίσω τις δυο προηγούμενες ταινίες του, από την ανάγκη να εφεύρει μια καινούρια μυθοπλασία που να χωρά στο πλαίσιο της Ιστορίας, το «NO» κάνει την αλήθεια σινεμά. Ομως όπως συμβαίνει στις σπουδαίες ταινίες, το αποτέλεσμα την ξεπερνά, για να μεταδώσει κάτι που πάει πέρα από την εξιστόρηση των γεγονότων.
Ετσι το «NO», δεν είναι απλά μια λεπτομερής εξιστόρηση του πως κερδήθηκε το δημοψήφισμα εναντίον του Πινοσέτ, αλλά μαζί ένα συναρπαστικό θρίλερ για έναν αγώνα εναντίον γιγάντων, μια διαπεραστική ματιά στα γρανάζια της πολιτικής, μια εξαιρετική απεικόνιση της Χιλιανής κοινωνίας σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της.
Και την ίδια στιγμή, μια ματιά στην ζωή του ανθρώπου που βρίσκεται στην καρδιά της ιστορίας και τον οποίο ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ υποδύεται με μια ενέργεια και αλήθεια που σε παρασύρει, αλλά και μια χρήσιμη αντιστοίχηση του κόσμου της διαφήμισης με αυτόν της πολιτικής.
Ο Λαραΐν συνθέτει όλες τις παραπάνω συνιστώσες, σε ένα φιλμ που ακόμη κι αν χτίζεται πάνω σε διαλόγους και ιδέες δεν χάνει στιγμή τον ρυθμό του, αντίθετα βρίσκει τις καλύτερες στιγμές του όταν βυθίζεται στις λεπτομέρειες της καμπάνιας που ενορχηστρώνουν τα δυο αντίπαλα στρατόπεδα. Τότε είναι που γίνεται πιο ενδιαφέρον, ηλεκτρισμένο και κατά έναν όχι και τόσο παράξενο τρόπο πιο αποκαλυπτικό όχι απλά για την πολιτική και την Ιστορία, αλλά και για τους ίδιους του ήρωές του.
Και αντίθετα απ΄ ότι μπορεί να πιστεύετε με μια πρώτη σκέψη, δεν πρόκειται για μια ταινία «εθνικού» ή τοπικού ενδιαφέροντος αλλά για ένα εξαιρετικό παράδειγμα του πως το σινεμά κατορθώνει να μετουσιώσει την αλήθεια σε κάτι πολύ πιο ενδιαφέρον. Οχι σε μια ξεκάθαρη ιστορία που με μιλά σε όλους το ίδιο και για το ίδιο, αλλά σε ένα πρίσμα που ρίχνει στον κάθε θεατή, το δικό του ξεχωριστό φως.