Σε μια εγκληματική κοινωνία του μέλλοντος, ο Τζο είναι ένας looper, ένας επαγγελματίας δολοφόνος που δουλεύει για τη Μαφία. Τα θύματά του είναι πράκτορες από το μέλλον, που στέλνονται στο παρελθόν μέσω μιας χρονομηχανής – και ο Τζο φροντίζει να μη γλιτώσει κανείς. Είναι ο καλύτερος στο είδος του, η μαφία τον πληρώνει καλά, ζει μια ωραία ζωή. Όταν όμως ανακαλύπτει ότι ο επόμενος στόχος είναι ο ίδιος του ο εαυτός, ο Τζο δεν καταφέρνει να πατήσει τη σκανδάλη...
Από τις πιο b-movie, φτηνές, διασκεδαστικές εκδοχές της μέχρι τις πιο σύνθετες και αποκρυφιστικές, η ιδέα του time travel στο σινεμά φαντασίας δεν παύει να εμπνέει. Κι αυτή εδώ είναι μια σημαντική προσθήκη στην ιστορία, μια ιδιαίτερα πνευματώδης και φιλοσοφική αποτύπωσή της.
Μια από τις πιο πολυαναμενόμενες ταινίες της χρονιάς, το «Looper» κάνει εύκολα το cross-over από το mainstream κοινό στους sci-fi geeks. Χωρίς να κάνει καμιά έκπτωση στην ταυτότητά του ως θεαματική ταινία δράσης, κάνει ταυτόχρονα τον κόπο να σχεδιάσει χαρακτήρες, να υποστηρίξει ρομαντικές και οικογενειακές σχέσεις, να σχολιάσει υπαρξιακές απορίες.
Με μια ιδέα που σε κάθε ανατροπή της αποδεικνύεται όλο και πιο πρωτότυπη, η ταινία έχει την πολυτέλεια δυο πρωταγωνιστών που δε χορταίνεις να κοιτάζεις στην οθόνη. Τον Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ με εντελώς αλλοιωμένο πρόσωπο (κάπως πρέπει να μοιάζει και στον μελλοντικό εαυτό του) και τον Μπρους Γουίλις με την άνεση της πείρας: δυο μαγνητικές αντρικές παρουσίες που, παρά τα γυμνασμένα τους κορμιά του action hero, επιλέγουν να παίζουν με τα μάτια, να δίνουν στους ήρωές τους βάθος και σιωπηλά διλήμματα. Δυο τσαλακωμένοι άντρες που δεν έχουν τίποτα να χάσουν, ούτε καν αρχές ηθικής.
Εξίσου σοφά διαλεγμένοι και οι δεύτεροι ρόλοι, ιδιαίτερα στον Τζεφ Ντάνιελς που υποδύεται το «βρώμικο αφεντικό» της Μαφίας με look slacker και τον Πολ Ντέινο ως φιλοχρήματο, καμμένο από τις καταχρήσεις και τον πεσιμισμό φίλο τού Τζο. Ξεχωριστά και τα φουτουριστικά ευρήματα, σ’ αυτόν τον μελλοντικό κόσμο που δεν έχει χώρο για ανθρωπιά, όπως ότι τα σημάδια στο σώμα σου στο παρόν μεταφέρονται και στο σώμα σου στο μέλλον, σαν ακαριαία μεταδιδόμενες πληγές.
Παραπάνω από αυτό, η ταινία κερδίζει σε μοναδικότητα χάρη σ’ ένα σενάριο πυκνό, γεμάτο ενδιαφέρουσες ανατροπές που ξεπερνούν την εξυπνάδα του θεατή, αλλά και με αυθεντική ποιότητα από ήρωες του φιλμ-νουάρ που ανταλλάσσουν ατάκες νιχιλιστικού χιούμορ. Ακόμα και στην ίδια της την κατασκευή, χωρίς ούτε δευτερόλεπτο ν’ αρνείται την κατάταξή της στην περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, η ταινία αγκαλιάζει τους κανόνες του παραδοσιακού σινεμά, αποφεύγοντας τα περιττά εφέ και το cgi.
Δυστυχώς η «έκφανση του κακού» που περιμένει κανείς με μεγάλη ανυπομονησία – για να μη σας χαλάσουμε το σασπένς – δεν ξεπερνά έναν γραφικό Παζούζου και ο αγωνιώδης ρυθμός του πρώτου μέρους χαλαρώνει αμήχανα στο δεύτερο, παρότι το φινάλε αποζημιώνει.
Αναμφίβολα μια μεγάλη ταινία, που θα χαρακτηρίσει τη φετινή σεζόν. Οσο για το αν θα κρατήσει μια θέση προτίμησης στο μέλλον, κανείς δεν ξέρει, παρά μόνο ο αρχετυπικός looper.