Ο Οζ Πέρκινς, ο γιος του ηθοποιού Αντονι Πέρκινς, με μόλις πέντε ταινίες στο ενεργητικό του έχει αποδείξει πως είναι ένας πραγματικός auteur. Μέσα σε μια καριέρα σχεδόν δέκα χρόνων μας έχει παραδώσει μερικές απο τις πιο ιδιαίτερες ταινίες τρόμου που έχουμε δει, έχοντας μια ιδιόμορφη, auteurίστικη ματιά πάνω στο άγνωστο και κυρίως στο φόβο (και ενίοτε τον τρόμο) που προκαλεί αυτό. Κάθε του ταινία (θυμηθείτε πιο πρόσφατα το «Γκρέτελ και Χάνσεν»), μοιάζει σαν ένας ζωντανός εφιάλτης μέσα στον οποίο εμείς, οι θεατές, υπνοβατούμε ανύμποροι για να βιώσουμε έτσι κάθε πτυχή του τρόμου που απλόχερα μας παραδίδει.
Και το «Longlegs» είναι ακριβώς μια τέτοιου είδους ταινία, γεμάτη από την συμβολική εικονολατρία που χαρακτήρίζει και τις προηγούμενές του, η οποία, αν και ακολουθεί αρκετά γνωστά μονοπάτια του είδους, σε βυθίζει συστηματικά μέσα στην εφιαλτικά αποπνυκτική σουρεαλιστική της ατμόσφαιρα και δεν σε αφήνει να ανασάνεις μέχρι τους τίτλους τέλους, σε μια από τις πιο ιδιαίτερες και σίγουρα καλύτερες ταινίες τρόμου που θα δούμε φέτος.
Η πράκτορας του FBI, Λι Χάρκερ, βρίσκεται υπεύθυνη μίας άλυτης υπόθεσης ένος κατά συρροή δολοφόνου που ενέχει και μυστικιστικά στοιχεία. Η Χάρκερ ανακαλύπτει μία προσωπική σχέση με τον δολοφόνο και θα πρέπει να τον σταματήσει πριν χτυπήσει ξανά.
Οπως και στις προηγούμενες ταινίες του, έτσι κι εδώ ο Πέρκινς δεν σκηνοθετεί μια κλασική ταινία τρόμου. Από την αρχή της φαίνεται να συνδυάζει τη ζοφερή ατμόσφαιρα ένος αστυνομικού θρίλερ για έναν κατα συρροή δολοφόνο με το ονειρικό arthouse ντελίριο της εικονολατρικής αισθητικής μιας σατανιστικής ταινίας τρόμου. Η ταινία στήνει την υποβλητική ατμόσφαιρά της μέσα σε πυκνά και αφιλόξενα δάση, μουντές πόλεις και σκοτεινούς διαδρόμους που συνθέτουν μια σαπισμένη americana, με τον Πέρκινς να κεντράρει πολλές φορές τέλεια τα κάδρα του για να δημιουργήσει ταυτόχρονα ένα άβολο σύμπαν, με τον τρόμο να υποβόσκει σε κάθε γωνιά του.
Ο Πέρκινς έχει πλέον καταφέρει να εδραιώσει τη δική του σκηνοθετική ταυτότητα, κι εδώ δεν αφήνει τίποτα σχεδόν να πάει χαμένο. Από την παλέτα χρωμάτων που χρησιμοποιεί μέχρι και το σασπένς το οποίο εσκεμμένα ακολουθεί έναν πιο αργό αλλά σταθερό ρυθμό στην εξιστόρηση των γεγονότων, σαν ένα καζάνι που σιγοβράζει, το αποτέλεσμα είναι πολλές φορές ανατριχιαστικά αποτελεσματικό. Αν και υπάρχουν τα κλασικά jump scares, σκοπός του Πέρκινς δεν είναι να ανακυκλώσει τις σεναριακές τροπές του είδους με εικόνες που λες και είναι βγαλμένες μέσα από μια vintage ξεχασμένη βιντεοκασέτα, παρεμβάλοντας διάφορα σατανιστικά σύμβολα, και άλλοτε την βυβίζει σε μια υπνωτιστική ατμόσφαιρα ενός κλασικού American Gothic, φορώντας τις αναφορές του σε άλλες ταινίες, όπως «Η Σιωπή των Αμνών» και το «Se7en», με περίοπτη περιφάνεια.
Ο τρόμος πολλές δεν φαίνεται, είναι καλά κρυμμένος και όχι πάντοτε εμφανής, κάτι που τον κάνει να έρπεται με έναν ύπουλο τρόπο μέσα σου και να σε αποσυντωνίσει, έτσι ώστε σε ανύποπτο χρόνο να σε κάνει να νιώσεις ένα άβολο και απόκοσμο συναίσθημα φρίκης, ένα συναίσθημα που λίγες ταινίες το καταφέρνουν. Κρίμα μόνο που το σενάριο, αν και έξυπνα αναφέρεται σε στιγμές στο οικογενειακό τραύμα που περνιέται απο γενιά σε γενιά η οποία καμουφλάρεται υπέροχα πίσω από τον ίδιο τον τρόμο, μερικές φορές μοιάζει να μην έχει νόημα και η πλοκή του να βγαίνει εκτός λογικής.
Σε όλα αυτά βοηθάει και η υπέροχα ανατριχιαστική ερμηνεία του Νίκολας Κέιτζ ο οποίος δημιουργεί έναν εμβληματικο χαρακτήρα στον ρόλο του Longlegs που, όπως και ο τρόμος στην ταινία, παραμένει στο μεγαλύτερο μέρος κρυμμένος πίσως από την κάμερα του Πέρκινς, κόβοντας πολλές φορές το κεφάλι του εκτός κάδρου. Αλλά ακόμα και πίσω από το τέρας που κρύβεται κάτω από το σατανικό του περίβλημα, ο Κέιτζ καταφέρνει να τον παρουσιάσει ως άνθρωπο, κάτι που το κάνει ακόμα περισσότερο τρομαχτικό.
Πίσω όμως δεν πάει και η Μάικα Μονρό, την οποία γνωρίσαμε μέσα από το υπέροχο «Σε Ακολουθεί». Καταφέρνει να σιγοντάρει τον Κέιτζ με μια εξίσου δυνατή, και ίσως πιο θεατρική ερμηνεία, με μια ενδιαφέρουσα πορεία για τον χαρακτήρα της, τον οποίο ερμηνεύει με στιβαρότητα δυναμισμό αλλά την απαραίτητη ευαισθήσια.
Το «Longlegs» είναι μια από αυτές τις ταινίες που μπορεί κάποιος να την χαρακτηρίσει μόνο ως κινηματογραφική εμπειρία. Οργασμική εγκεφαλικά σε στιγμές και οπτικά ανατριχιστική η ταινία τρυπώνει μέσα σου με έναν ύπουλο τρόπο, όπως ο Longlegs προσεγγίζει τα θύματά του, για να σε κάνει να την θυμάσαι για καιρό. Hail, Satan.