Oταν ο πατέρας του πεντάχρονου Γκάρι “Έγκσι” Ανουίν θυσιάσει τη ζωή του, εν ώρα υπηρεσίας, κατά τη διάρκεια μιας απόρρητης στρατιωτικής άσκησης, η οικογένειά του θα λάβει ένα ασυνήθιστο μετάλλιο. Το μετάλλιο αυτό συνοδεύεται από έναν τηλεφωνικό αριθμό τον οποίον ο Έγκσι και η οικογένειά του θα πρέπει να καλέσουν μόνο όταν χρειαστούν κάποια πολύ σημαντική χάρη. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα, ο νεαρός αλητάκος που παράτησε πλέον το σχολείο και ζει με τη μητέρα του βρίσκεται σε αδιέξοδο. Μετά τη σύλληψή του από την αστυνομία, για επικίνδυνη οδήγηση με κλεμμένο αυτοκίνητο, αποφασίζει να χρησιμοποιήσει το μετάλλιό του προκειμένου να καταφέρει να βγει από τη φυλακή. Έτσι θα έρθει, για πρώτη φορά στη ζωή του, ενώπιος ενωπίω με τον Χάρι Χάρτ (Κόλιν Φερθ), έναν γλυκύτατο τζέντλεμαν και απόλυτα κομψό κατάσκοπο που σπεύδει να τον απελευθερώσει επειδή τυγχάνει να χρωστάει, ο ίδιος, τη ζωή του στον σπουδαίο πατέρα του.
«Manners maketh man». Ξεστομίζοντας, αυτή τη φράση, φορώντας όπως πρέπει το bespoke κοστούμι του και με την βοήθεια μιας στιλάτης (ενισχυμένης) ομπρέλας, ο Χάρι Χαρτ του Κόλιν Φερθ, «διδάσκει τρόπους» με τις γροθιές του σε μια ομάδα από αγριεμένους μπράβους σε μια από τις πρώτες σκηνές στις οποίες το «Kingsman» δείχνει τα «αληθινά του χρώματα».
Από την χιούμορ μέχρι τα όρια της παρωδίας κι από την απόλυτα πειστική περιπέτεια μέχρι την over the top βία, το φιλμ του Μάθιου Βον, όχι μόνο δεν φοβάται να φλερτάρει με τα άκρα, μα κυριολεκτικά το απολαμβάνει.
Το κόμικ του Μαρκ Μίλαρ σε δουλειά του οποίου είχε φυσικά βασιστεί και το εξίσου «ανίερο» κι εξίσου απολαυστικό «Kick Ass», θα μπορούσε να ιδωθεί σαν μια ταινία που λοιδορεί την παράδοση του Τζέιμς Μποντ, μα στην πραγματικότητα, μοιάζει με το καλύτερο φιλμ του 007 εδώ και χρόνια.
Μια ταινία, που δεν φοβάται να αφεθεί στο συχνά ανατρεπτικό χιούμορ, να σπρώξει τα στερεότυπα του είδους στα όρια τους, να βάλει ένα στοίχημα με τον εαυτό της και τους θεατές για το πόσο εξωφρενική μπορεί να γίνει και να το κερδίσει θριαμβευτικά.
Ο μόνος στόχος του Βον είναι να κάνει ένα φιλμ απολαυστικό από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό και το όραμά του υπηρετείται απόλυτα σε όλους τους τομείς: Από τα plot lines μέχρι το set design, από τα ειδικά εφέ έως του ηθοποιούς που δείχνουν να είναι όλοι συνένοχοι σε αυτό το τόσο εντυπωσιακά πετυχημένο τόλμημα.
Ο Φερθ παίζει στο έπακρο το χαρτί της βρετανικότητάς του με εξαιρετικά αποτελέσματα, ο Σάμιουελ Τζάκσον είναι απλά ξεκαρδιστικός κάθε φορά που μιλά (κερδίζοντας μια θέση ανάμεσα στους μεγάλους κακούς της οθόνης μόνο και μόνο με το ψεύδισμά του) και οι πάντες από τον Μάικλ Κέιν ως τον νεαρό πρωταγωνιστή Τέιρον Ετζερτον είναι απλά ο σωστός άνθρωπος στην σωστή θέση.
Και πολύ απλά, τίποτα δεν είναι λάθος σε αυτό το απολαυστικό δείγμα απενοχοποιημένου σινεμά για το μεγάλο κοινό που δεν απαιτεί από τους θεατές του να απενεργοποιήσουν μαζί με τα κινητά και τον εγκέφαλο τους μπαίνοντας στην αίθουσα, αντίθετα προσφέρει ηλεκτρισμένης δόσεις ενέργειας κι ευφυίας που σου θυμίζουν το πόσο διασκεδαστικό μπορεί να είναι απλά να κάθεσαι σε μια πολυθρόνα με τα μάτια καρφωμένα στην μεγάλη οθόνη!
Διαβάστε περισσότερα: