«Τι πιστεύεις; Οτι γέννησες έναν Μάικλ Τζόρνταν του τένις;» λέει γελώντας ένας λευκός προπονητής στον Ρίτσαρντ Γουίλιαμς. «Οχι» απαντά εκείνος. «Γέννησα δύο.» Ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς είχε σχέδιο - από τότε που οι κόρες του μπορούσαν να κρατήσουν ρακέτα. Ενα σχέδιο 78 σελίδων που περιέγραφε τις προπονήσεις, τη διατροφή, το ωράριο και το στρατηγικό πλάνο που θα ακολουθούσε ο ίδιος για να τις προωθήσει και να αναδείξει το ταλέντο τους. Αυστηρός κι αφοσιωμένος στα όρια της εμμονής, ο Γουίλιαμς έψαχνε έναν προπονητή που θα πίστευε στα παιδιά του. Τόσο, ώστε να μην παραξενευτεί που δύο μαύρα κοριτσάκια από το Κόμτεν της Καλιφόρνια ονειρευόντουσαν να γκρεμίσουν τα όρια ενός ολόλευκου, πανάκριβου αθλήματος. Ολοι τον αντιμετώπιζαν ως γραφικό. Ομως... η συνέχεια είναι γνωστή. Ο «Βασιλιάς Ρίτσαρντ» είχε γεννήσει δύο Μάικλ Τζόρνταν του τένις.
Οταν στα credits των κινηματογραφικών βιογραφιών βλέπει κανείς τα ονόματα των πραγματικών ηρώων στην παραγωγή, οι ταινίες καταλήγουν αγιογραφίες. Μόνο που σε αυτή τη βιογραφία, ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς δεν είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής. Ούτε ο μεγαλειώδης ναρκισσισμός του.
Οσο εδώ και δεκαετίες πια μιλάμε για την αποκαθήλωση του αμερικανικού ονείρου (εντός κι εκτός οθόνης), έρχεται μία ταινία -και μία αληθινή ιστορία- που το λούζει με τους προβολείς 23 χρυσών Γκραν Σλαμ, το επιβραβεύει με 4 χρυσά ολυμπιακά μετάλλια, το καρφώνει στη Νο 1 θέση της κατάταξης και εμείς με τον κυνισμό μας, μένουμε να κοιτάμε από τις κερκίδες.
Ο πραγματικός πρωταγωνιστής της ταινίας του Ρεϊνάλντο Μάρκος Γκριν είναι το αμερικάνικο όνειρο. Η (συνήθως πλάνη) του «ό,τι βάλεις στόχο, θα το καταφέρεις» - αρκεί να αγωνιστείς σκληρά και να έχεις μέθοδο. Ολοι οι υπόλοιποι θα σε θεωρούν γραφικό, θα σε ματαιώνουν, θα γελάνε. Εσύ όμως θα γελάσεις τελευταίος. Θα δεις τις κόρες σου να σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο και τις τσέπες σου να γεμίζουν από τα εκατομμύρια δολάρια των χορηγών.
Σε αυτή την περίπτωση, το σενάριο (που εδώ υπογράφει ο Ζακ Μπέιλιν, μπορεί να φλερτάρει και με τα σκοτάδια του πρωταγωνιστή. Να δείξει την μεγαλομανία, την ακαμψία, τα λάθη, τον εύφλεκτο χαρακτήρα του πατέρα που μεγάλωσε με ρομποτική σχεδόν πειθαρχία δύο κοριτσάκια. Γιατί στο τέλος, η ιστορία και η Ιστορία τον δικαιώνουν. Κι όλες οι παραξενιές, ξεχνιούνται ή μοιάζουν χαριτωμένες.
Με τη βοήθεια ενός αναμφίβολα εξαιρετικού Γουίλ Σμιθ (κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα και σε λίγο θα μάθουμε αν αυτό θα επαναληφθεί στα Οσκαρ) ο χαρακτήρας του Ρίτσαρντς Γουίλιαμς βγαίνει αρκετά τσαλακωμένος - νευρικός, αυστηρός, εξυπνάκιας, καραγκιοζάκος. Προπονεί απάνθρωπα τις κόρες του ακόμα και στη βροχή, αποφασίζει αδιάλλακτα για το μέλλον τους, υπαγορεύει και απαγορεύει. Ψοφά για κάμερες, διακόπτει προπονητές, χλευάζει σπόνσορες. Ταυτόχρονα ο Μέιλιν του γράφει και 1-2 σκηνές όπου θα μας αφηγηθεί συγκινητικά τις βαθιές ρίζες του ρατσισμού, ή τα προβλήματα των συμμοριών στα γκέτο κι όλα τα (σωστά) στοιχεία που απαιτούν δικαίωση, μετάλλιο, κινηματογραφικό happy end θα μάς κάνουν να χειροκροτούμε για την νίκη του περιθωρίου.
Αυτό είναι η ταινία. Ενα παιχνίδι τένις (ίσως για αυτό και η μεγάλη της διάρκεια) που βιώνεται άλλοτε με παλμό, άλλοτε με κοιλιές κι επαναλήψεις, αλλά στο τέλος απαιτεί να σε πλημμυρίσει η μαζική, γηπεδική ευφορία της νίκης.
Βέβαια η ερώτηση παραμένει: γιατί την ιστορία δυο μαύρων γυναικών που έγραψαν Ιστορία στο τένις, την αφηγείται ο πατέρας τους;