Στον Αμερικανικό Νότο ένας πρώην κατάδικος, ο Τζο προσπαθεί να ξαναχτίσει την ζωή του. Τα πράγματα δεν είναι πάντοτε εύκολα αλλά ο ίδιος είναι αποφασισμένος να τα καταφέρει. Μία μέρα γνωρίζει ένα έφηβο αγόρι, τον Γκάρι, ο οποίος του ζητάει δουλεία. Ο Τζο τον προσλαμβάνει και μια δυνατή φιλία αναπτύσσεται μεταξύ των δυο ανδρών. Ο ένας θα ανακαλύψει στον άλλο στοιχεία που του λείπουν και μαζί θα προσπαθήσουν να προχωρήσουν μπροστά.
Αν έχεις ζήσει στον αμερικάνικο Νότο τίποτα από όσα συμβαίνουν στο καινούριο φιλμ του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν - βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Λάρι Μπράουν - δεν θα σου κάνουν εντύπωση.
To «Joe» αναδύει την οσμή του αλκοόλ που οι ήρωες του καταναλώνουν χωρίς μέτρο, την αποφορά των σκοτωμένων ζώων που γίνονται μπριζόλες ενώ στάζουν ακόμη αίμα, το σάλιο των σκυλιών που είναι έτοιμα να κατασπαράξουν το ένα το άλλο και μαζί όποιον άνθρωπο συναντούν, την σκόνη από τους χωματόδρομους στη μέση του πουθενά, τη βία που σε αυτήν τη γωνιά της Αμερικής είναι απλά η καθημερινότητα...
Μέσα σε αυτό το american gothic τοπίο της απόλυτης παρακμής, τρεις ήρωες ορίζουν την απόσταση από το καλό στο απόλυτο κακό.
Στο ένα άκρο, αυτό της αθωότητας που προσπαθεί να επικρατήσει μέσα στο απόλυτο μηδέν, βρίσκεται ο 15χρονος Γκάρι (τον υποδύεται ο Τάι Σέρινταν του «Mud» - μια ταινία κοντινής ατμόσφαιρας με το «Joe» - και του «Δέντρου της Ζωής») που ανέχεται τον βίαιο πατέρα του και δουλεύει για να μπορέσει να προσφέρει στην σε αφασία μητέρα του και την ψυχολογικά τραυματισμένη αδερφή του.
Στο άλλο άκρο, αυτό της απόλυτης εξαθλίωσης βρίσκεται ο πατέρας του, Γουέιντ (τον υποδύεται πειστικά αν και υπερβολικά ο Γκάρι Πούλτερ), ένας άνθρωπος που δεν σταματαει ούτε στο φόνο προκειμένου να βρει χρήματα για να πιει, κακοποιώντας επανειλημμένα την οικογένειά του.
Ανάμεσά τους βρίσκεται ο Τζο, ένας πρώην κατάδικος που προσπαθώντας να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, κάνει συνεχώς όλες τις λάθος κινήσεις που μπορούν να τον οδηγήσουν ανά πάσα στιγμή στη φυλακή.
Η συνάντηση του Γκάρι με τον Τζο θα είναι καθοριστική, αφού ο 15χρονος θα βρει έναν άνδρα που μπορεί επιτέλους να θαυμάσει και ο δεύτερος με τη σειρά του θα βρει μια οικογένεια για να αποδείξει πως ακόμη και όταν όλα γύρω του τον αναγκάζουν να φερθεί σαν κτήνος, μέσα του υπάρχουν ακόμη μεγάλα ψήγματα καλοσύνης και αγάπης.
Ναι, κι όμως, αυτή είναι μια ταινία του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, η πιο σκληρή της παράδοξης καριέρας του, αυτή με το λιγότερο χιούμορ και η ίσως η πιο συμβατική (και σε στιγμές μονότονη) στη γραφή της και τη σκηνοθεσία της, αλλά ίσως και αυτή με τη μεγαλύτερη ανθρωπιά, πολύ πιο κοντά στο συγκλονιστικό του ντεμπούτο με το «George Washington» (χωρίς το στοιχείο της έκπληξης ή της πρωτοτυπίας) και τον ρομαντισμό του «All the Real Girls».
Γιατί αν κάτι κάνει το «Joe» να παραμένει μια ταινία για την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, είναι αυτή η ποιητική ματιά πάνω στην ασχήμια που εδώ δεν χρειάζεται κανέναν Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, αλλά βρίσκεται ολόκληρη - πιστέψτέ το όσο δύσκολο και αν σας φαίνεται - στη συγκλονιστική ερμηνεία του Νίκολας Κέιτζ.
Μακριά από την (κατά λάθος) καλτ φιγούρα που έχει καταντήσει τα τελευταία χρόνια, ο Κέιτζ είναι στο «Joe» ο ηθοποιός που κάποτε σε καθήλωνε με κάθε του εμφάνιση, ένας ταυτόχρονα ζωώδης και ευγενικός άντρας που ενσαρκώνει όλη την ασχήμια ενός κόσμου που υπό συνθήκες θα μπορούσε είναι ιδανικός.
Αλλοτε συγκινητικός και άλλοτε βαθιά μελαγχολικός είναι όλα όσα κάνουν το «Joe» την ταινία που αξίζει στο ταλέντο του και ίσως αυτό να έιναι αυτή τη φορά και το μεγαλύτερο κατόρθωμα του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν.