Ο καθηγητής φιλοσοφίας Έιμπ Λούκας έχει πιάσει πάτο, ανήμπορος να βρει νόημα ή χαρά στη ζωή. Νιώθει ότι όλα όσα δοκίμασε να κάνει, από πολιτικό ακτιβισμό ως τα μαθήματά του, δεν κάνουν τελικά καμία διαφορά, και έχει βυθιστεί σε μια αδιέξοδη υπαρξιακή απελπισία. Η ψυχολογία του δεν αλλάζει ούτε μετά την άφιξή του σε ένα μικρό πανεπιστήμιο, όπου συναντά την Ρίτα Ρίτσαρντς, μια μοναχική καθηγήτρια που θέλει να ξεφύγει από τον δυστυχισμένο γάμο της, και την Τζιλ Πόλαρντ, την καλύτερη φοιτήτριά του που εξελίσσεται σε στενή του φίλη. Παρόλο που η Τζιλ αγαπά τον φίλο της, βρίσκει την βασανισμένη, καλλιτεχνική προσωπικότητα του Ειμπ ακαταμάχητη και όσο τα σημάδια της ψυχικής του ανισορροπίας πληθαίνουν, τόσο εκείνη ελκύεται από αυτόν. Όλα αλλάζουν όταν ο Έιμπ και η Τζιλ ακούν κατά τύχη την συζήτηση ενός αγνώστου και ο Έιμπ παίρνει μια αναπάντεχη απόφαση, που τον απελευθερώνει και του δίνει μια νέα, ορμητική διάθεση για ζωή. Η απόφασή του, όμως, θα αλλάξει τη ζωή του ίδιου, της Τζιλ και της Ρίτα για πάντα.
«Στον υπαρξισμό αρχίζει να συμβαίνει κάτι στη ζωή σου μόνο όταν έχεις φτάσει στον απόλυτο πάτο.»
Ο παραπάνω αφορισμός δεν είναι ο μόνος που θα ακούσετε μέσα στη νέα 45η ταινία του Γούντι Αλεν. Με αφορμή τον ηρωά του - έναν εκκεντρικό καθηγητή φιλοσοφίας, ο Αλεν χωνεύει σχεδόν όλη την ιστορία της φιλοσοφίας (από τον Καντ στον Ζαν-Πολ Σαρτρ, την Σιμόν ντε Μποβουάρ, τον Χάιντεγκερ και τον Φιόντορ Ντοστογιέφσκι) πριν βάλει στο στόμα του Χοακίν Φίνιξ τo αμίμητo: «μην ξεχνάτε πως το μεγαλύτερο μέρος της φιλοσοφίας είναι απλά λεκτικός αυνανισμός».
Η ιστορία του «Irrational Man» είναι παράλογη όπως και ο τίτλος της (ομότιτλη με το βιβλίο του λογοτεχνικού κριτικού Γουίλιαμ Κρίστοφερ Μπάρετ από το 1958 όταν προσπάθησε να εξηγήσει τον υπαρξισμό με απλά λόγια για το αγγλόφωνο κοινό): Ενας καθηγητής φιλοσοφίας φτάνει στο Ρόουντ Αϊλαντ φέρνοντας μαζί του τη φήμη του ως αλκοολικός, γυναικάς και με σοβαρά τραύματα στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Ο ερχομός του θα είναι όσο εντυπωσιακός αναμενόταν αφού το μαθημά του είναι μια απόλαυση γνώσεων και ταυτόχρονης απόρριψής του, η ρώσικη ρουλέτα που παίζει ζωντανά σε ένα πάρτι σοκάρει το φιλήσυχο περιβάλλον του κολεγίου Μπρέιλιν και δύο γυναίκες, μια καθηγήτρια και μια μαθήτρια θα λυγίσουν αυτόματα στη γοητεία του.
Συνεχίζοντας απρόσκοπτα την κινηματογραφική του διατριβή πάνω στο τυχαίο, τις συμπτώσεις, τα γυρίσματα της μοίρας και το αναπάντεχο των ανθρώπινων σχέσεων, ο Γούντι Αλεν δεν κάνει εδώ τίποτα περισσότερο από τις προηγούμενες πρόσφατες ταινίες του, προσθέτοντας ωστόσο εδώ μια δόση παραλογισμού (όχι τόσο ισχυρή όσο για παράδειγμα στο αριστουργηματικό «Deconstructing Harry»), αφού ο ήρωάς του άγεται και φέρεται από την αναζήτηση του νοήματος της ζωής και μάλιστα σε ένα γουντιαλενικό κρεσέντο ομολογεί ότι το βρίσκει όταν κάνει πρώτη φορά σεξ με τη μαθήτριά του.
Ταυτόχρονα ο Γούντι Αλεν επανέρχεται σε ένα από τα πλέον προσφιλή του θέματα - τον τέλειο φόνο, όπως τον έχει εξερευνήσει ως άλλος Αλφρεντ Χίτσκοκ ουκ ολίγες φορές με πιο χαρακτηριστικές το «Match Point», το «Απιστίες και Αμαρτίες» και το «Cassandra's Dream» - με αυτήν την αξιολογική σειρά όπου ανάμεσα στην κάθε ταινία νιώθεις ότι παρεμβάλλονται αιώνες ταλέντου και καλλιτεχνικής ακρίβειας.
Χωρίς να αποκαλύψουμε τίποτα για την πραγματική υπόθεση (αποφύγετε τα spoilers γενικά για δική σας ευχαρίστηση), το «Irrational Man» ξεκινά ως ένα ρομάντζο ανάμεσα σε έναν καθηγητή και τη μαθητριά του και καταλήγει σε ένα σαρδόνιο ανθρωποκυνηγητό πάνω στην ενοχή και τα πράγματα που «επιτρέπεται» να κάνεις προκειμένου να βρεις αυτό που σου λείπει από τη ζωή.
Ναι, με κάποιον τρόπο το «Irrational Man» είναι μια από τις πιο μοντέρνες (σε αντίθεση με τις προηγούμενες... εποχής) ταινίες του Γούντι Αλεν και αυτή που «φεύγει» ευπρόσδεκτα προς μια τρέλα που τα τελευταία χρόνια είχε εκλείψει ολοκληρωτικά από το πλούσιο σε παραγωγή έργο του. Από την άλλη νιώθεις ξανά πως οι δυνατότητες ενός σεναρίου (φυσικά καλογραμμένου και πολύ γουντιαλενικού) που θα μπορούσαν να απογειώσουν τον παραλογισμό του σε μια... «τζαζ» σπουδή πάνω στο νόημα της ζωής σβήνουν γρήγορα σε ένα δεύτερο μέρος που ο Αλεν σκηνοθετεί με κέφι μεν, χωρίς όμως και την παραμικρή διάθεση να τρυπήσει με ένα πιο καίριο σχόλιο για την ανθρώπινη κατάσταση τη σινεμασκόπ φωτογραφία του Ντάριους Κόντζι (είναι η πέμπτη μόλις ταινία του Γούντι Αλεν σε σινεμασκόπ μετά τα «Manhattan», «Anything Else», «Blue Jasmine» και «Magic in the Moonlight»).
Αβάσταχτα (έως και αφόρητα σε πολλά σημεία) ελαφρύς, με την καμερά του κολλημένη στους υπέροχους Χοακίν Φίνιξ και Εμα Στόουν (εύσημα και στον τρίτο χαρακτήρα κλειδί της Πάρκερ Πόουζι) και χωρίς πολλά πολλά (γιατί είναι και ώρα για φαγητό), ο Γουντι Αλεν ολοκληρώνει ακόμη ένα κεφάλαιο πάνω στην αφοπλιστική εμπειρία του να είσαι «σκεπτόμενος» άνθρωπος σε έναν κόσμο που η πραγματική του φιλοσοφία βρίσκεται στην αληθινή ζωή, αλλά όσο κι αν το προσπαθεί δεν διαπράττει ούτε κατά διάνοια το... τέλειο έγκλημα.
Αν αποφεύγει για ακόμη μια φορά τη «σύλληψη» είναι γιατί η μοίρα - κυρίως αυτή ενός σκηνοθέτη σε διαρκή κίνηση - ξέρει καλύτερα από τους ανθρώπους πώς να κλείνει τους ανοιχτούς της κύκλους. Βλέποντας το για πολλούς απολαυστικό και για τους περισσότερους και δίκαια ανώφελο screwball φινάλε του «Irrational Man» θα καταλάβετε ακριβώς τι εννοούμε...