Μέσα σ’ ένα άδειο θέατρο, στο κέντρο του Παρισιού, ο Τομά, θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης, γκρινιάζει στο τηλέφωνο μετά από μια κουραστική μέρα οντισιόν που δεν οδήγησαν πουθενά. Ψάχνει για πρωταγωνίστρια για το νέο του έργο, «Venus in Fur». Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και μπαίνει μέσα μια τελευταία, αργοπορημένη ενδιαφερόμενη: η Βάντα, σαχλή, φλύαρη και φτηνιάρα, με μια κακόγουστη έκδηλη σεξουαλικότητα, άλλη μια εκνευριστική ηθοποιός, έτοιμη να εξαντλήσει την υπομονή του Τομά. Μόνο που μόλις η Βάντα ανεβαίνει στη σκηνή, συμβαίνει μια μαγική μετάλλαξη και η γυναίκα μεταμορφώνεται, σταδιακά και με διαλείμματα, στην ηρωίδα του συγγραφέα, μια μοιραία γυναίκα που τον παρασύρει διαδοχικά στο ενδιαφέρον, τον πόθο και την εμμονή.
Ο Ρομάν Πολάνσκι, δυο χρόνια μετά το «Carnages», χρησιμοποιεί και πάλι ένα θεατρικό έργο ως πρώτη ύλη του, το «Venus in Fur» του Ντέιβιντ Αϊβς, που πραγματεύεται και εκσυγχρονίζει τη θεωρία του Λέοπολντ φον Ζάχερ Μαζόχ και την ηδονική διάσταση της υποδούλωσης του άντρα στο γυναικείο ερωτισμό.
Οποιος περιμένει, από το συνδυασμό του αντικειμένου με το όνομα του Πολάνσκι ένα αποτέλεσμα σκανδαλιστικό ή απλώς πικάντικο, θα εκπλαγεί: η ταινία, παρότι προέρχεται από αμερικανικό θεατρικό έργο, έχει έντονα «γαλλικό» χαρακτήρα στους ασταμάτητους, ρυθμικούς διαλόγους, τις φιλοσοφικές αναλύσεις και την πρόθεση θεοποίησης του ωραίου.
Κλεισμένη μέσα στο θέατρο, με δύο μόνο ηθοποιούς, η ταινία του Ρομάν Πολάνσκι, χάρη στην ασταμάτητη ανταλλαγή από ατάκες και τις συνεχόμενες συναισθηματικές μεταπτώσεις και ανατροπές ταυτότητας, ξεπερνά με τέχνη τη «θεατρικότητά» της. Ο Ματιέ Αμαλρίκ είναι θαυμάσιος σ’ ένα ρόλο – αντίγραφο, ακόμα και εμφανισιακά, του ίδιου του Πολάνσκι. Η Εμανουέλ Σενιέ είναι η ηθοποιός που απογειώνει την ταινία, εύπλαστη, αισθησιακή και σαφής κυρίαρχος του παιχνιδιού.
Ωστόσο οι τέσσερις τοίχοι του σκηνικού και η τάση για ακαδημαϊσμό της ταινίας, μοιάζουν να χαλιναγωγούν το κινηματογραφικό ταμπεραμέντο του Ρομάν Πολάνσκι που μπορεί να χειρίζεται τα δεδομένα με γρηγορότερες ταχύτητες, πιο ξεκάθαρη ατμόσφαιρα κι έναν ακαταμάχητο θεωρητικό ερωτισμό απ’ ό,τι οποιοσδήποτε άλλος σκηνοθέτης, αλλά δε βρίσκει ευκαιρία να παρουσιάσει κάτι αληθινά ξεχωριστό, που θα μείνει στη μνήμη ως ένα από τα highlights της αριστουργηματικής καριέρας του.