This is the end, beautiful friend…
Αν και το τραγούδι «The End» των The Doors (με μάλλον α-σαφή αναφορά στο «Αποκάλυψη Τώρα» όπου ακουγόταν στους εναρκτήριους τίτλους), δεν συμπεριλαμβάνεται στο awesome mixtape του «Guardians of the Galaxy Vol. 3», άνετα θα μπορούσε να περιγράψει το συναίσθημα το οποίο κυριαρχεί στο φινάλε της τριλογίας των περιπετειών μιας από τις πιο αγαπημένες και δυσλειτουργικές οικογένειες του MCU.
Οση θλίψη και αν υποβόσκει μέσα στο κύκνειο άσμα (απ' ό,τι φαίνεται τουλάχιστον), της τριλογίας (ή τετραλογίας – αν συμπεριλάβει κάποιος και το αρκετά διασκεδαστικό χριστουγεννιάτικο επεισόδιο που έκανε πρειμέρα του Disney+), ο σκηνοθέτης Τζέιμς Γκαν ολοκληρώνει ένα φινάλε το οποίο γιορτάζει με τον καλύτερο τρόπο τους χαρακτήρες αυτούς, τη δυναμική που έχουν ως οικογένεια και τις ιστορίες τους, παραδίδοντας μια από τις καλύτερες ταινίες της Marvel μετά το «End Game» - γεμάτη αστείρευτη δράση και χιούμορ αλλά, πάνω από όλα, με ψυχή και ένα βαρύ συναισθηματικό υπόβαθρο, στοιχεία που έλειπαν εδώ και καιρό από το MCU.
Αυτή τη φορά το διακύβευμα το οποίο έχουν να αντιμετωπίσουν οι Φύλακες του Γαλαξία, μπορεί να μην είναι τεράστιο σε κλίμακα και να μη συμπεριλαμβάνει τη διάσωση ολόκληρων κόσμων και γαλαξιών από έναν τεράστιο κακό, ο οποίος αναζητά την ολοκληρωτική καταστροφή τους, αλλά είναι εξίσου ή και πιο σημαντικό από όλα αυτά αφού καλούνται να σώσουν ένα δικό τους μέλος, τον Ρόκετ, από βέβαιο θάνατο. Ο Πίτερ Κουίλ, που θρηνεί ακόμα την απώλεια της Γκαμόρα, πρέπει να συσπειρώσει την ομάδα του σε μια αποστολή που εάν δεν στεφθεί με απόλυτη επιτυχία, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στο τέλος της παρέας όπως τη γνωρίζαμε έως τώρα.
Ο Γκαν γνωρίζει τους χαρακτήρες αυτούς σαν το πίσω μέρος του χεριού του. Ξέρει πολύ καλά ποιες είναι οι δυνάμεις τους και οι φοβίες τους, αλλά ταυτόχρονα δεν φοβάται να τους τσαλακώσει, να τους δείξει στα χειρότερά τους και να τους κάνει λιγότερο αρεστούς. Με κάθε ταινία ο Γκαν ωθούσε τους χαρακτήρες του να περάσουν μέσα από δύσκολα μονοπάτια, τα οποία τους έκαναν να καταλάβουν πως, αν και δεν τους άρεσε να αποκαλύπτουν την ευάλωτη πλευρά τους και να τρέχουν μακριά από τα προβλήματά τους, λειτουργούν καλύτερα ως μια ομάδα. Κι εδώ κάνει ένα ακόμα βήμα, βάζοντάς τους να τολμήσουν, ο καθένας ξεχωριστά, και να κοιτάξουν τις φοβίες τους κατάματα, να αντιμετωπίσουν το τραύμα μέσα τους και, αν είναι τυχεροί, να μπορέσουν να ξεκινήσουν μια διαδικασία θεραπείας.
Κι όλα αυτά με επίκεντρο βαρύτητας το origin story του Ρόκετ, το οποίο εξελίσσεται μέσα από κάποια flashbacks, και αν και δεν είχε το δικαίωμα να ήταν τόσο συγκινητικό, καταφέρνει να χτυπήσει βαθιά στις συναισθηματικές σου χορδές. Μέσω αυτού ο Γκαν βάζει μπροστά τους χαρακτήρες και την σπασμένη ψυχοσύνθεσή τους, κάνοντας τις κραυγές τους για βοήθεια να ακουστούν ακόμα πιο δυνατά από οποιεσδήποτε εκρήξεις και πυροβολισμούς.
Η ομάδα των αταίριαστων χαρακτήρων φτάνει στο αφοπλιστικό φινάλε της μέσα από το κάτοπτρο μιας πιο «τέλειας κοινωνίας», την οποία προσπαθεί να χτίσει ο καινούργιος κακός του MCU, o High Evolutionary, ο οποίος βλέπει τον εαυτό του ως θεό και απόλυτο δημιουργό. Κι όλα αυτά με έντονη ποπ διάθεση, με χρώματα κι ένα ιδανικό soundtrack, τα οποία συνοδεύουν μερικά από τα πιο εντυπωσιακά σκηνικά σε ταινία της Marvel των τελευταίων χρόνων και υπέροχες σκηνές δράσης (η μάχη μονοπλάνο στο διαστημόπλοιο των Evolutionary είναι μια από τις καλύτερες στιγμές της), ακόμα και όταν το σενάριο νιώθεις πως τραβάει λίγο περισσότερο απ' όσο θα έπρεπε κάπου στη μέση, με τις υπερ-ηρωικές του τροπές και τα κλισέ να ξετρυπώνουν εδώ κι εκεί.
Η αστείρευτη και αδιαπραγμάτευτη αγάπη του Γκαν, από την πρώτη στιγμή του franchise, για αυτά τα καθάρματα του γαλαξία και τις ιστορίες τους, αλλά και την εξέλιξή τους σε, έστω και λίγο, καλύτερους χαρακτήρες από ότι τους είχαμε γνωρίσει, μας έχει κάνει να συνδεθούμε μαζί τους και να νοιαστούμε γι’ αυτούς. Ενα αντίο γεμάτο τρυφερότητα και μέσα στους ρυθμούς των Florence + The Machine. Ενα υπέροχο συναίσθημα που σπάνια πλέον - να το πούμε αυτό - προσφέρει το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel.