Μετά τη ληστεία των εκατό εκατομμυρίων στο Ρίο, ο Ντομ, ο Μπράιαν κι η υπόλοιπη ομάδα τους βρίσκονται διασκορπισμένοι σε διάφορα μέρη του κόσμου (Κανάριοι Νήσοι, Χονγκ Κονγκ, Κόστα Ρίκα), αδυνατώντας να επιστρέψουν σπίτι τους και να ζήσουν μια κανονική ζωή. Εν τω μεταξύ ο Χομπς καταζητεί μια οργάνωση «θανάσιμα» εκπαιδευμένων οδηγών υπό την υπαρχηγία της φερόμενης –μέχρι σήμερα- νεκρής αγαπημένης του Ντομ, Λέτι, γι’ αυτό και ζητά τη βοήθεια του Ντομ και της ομάδας του προκειμένου να μεταβούν στο Λονδίνο και να την εξαρθρώσουν, με αντάλλαγμα την πλήρη «άφεση αμαρτιών» τους, προκειμένου να επιστρέψουν με πλήρη ασυλία στην κανονική τους ζωή…
Δεν έχετε παρακολουθήσει τα πέντε προηγούμενα επεισόδια της σειράς και νιώθετε πως το «Fast & Furious» τρέχει πιο γρήγορα απ' ότι μπορείτε να παρακολουθήσετε την εξέλιξή του;
Μην ανησυχείτε. Σε μια αντεστραμμένη εκδοχή του καλογραμμένου σεναρίου, το έκτος μέρος της σειράς βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Ή μάλλον καλύτερα αποφασίζει πως δεν υπάρχει καμία θέση που να μενει σταθερή (όπως και κανένας ήρωας που επειδή έχει πεθάνει δεν μπορεί να αναστηθεί!), όταν το μόνο που έχει σημασία είναι να υπάρχει βενζίνη στο αυτοκίνητο, φουσκωμένοι μύες στα μπράτσα και κορίτσια που χτυπιούνται σαν να μην υπάρχει αύριο…
Το «Fast & Furious 6» παρακολουθείται ως αυτόνομο επεισόδιο, αφού η πλοκή του είναι τόσο υποτυπώδης που, αν και μόνο λίγες μέρες από την προβολή του, δεν θυμόμαστε καν τι συμβαίνει, εκτός από τα πολύ βασικά, τα οποία είναι τα εξής:
Κάθε συνάντηση του Βιν Ντίζελ με τον Ντουέιν Τζόνσον (The Rock) είναι ένα έξτρα ενισχυμένο overdose μούσκουλων που νιώθεις ότι δεν αντέχει να στέκεται ακίνητο, θέλοντας ανά δευτερόλεπτο να εκραγεί εκτοξεύοντας ορδές αδρεναλίνης και μια ιδέα από κεκαλυμμένη gay φαντασίωση (και για τους ίδιους και για τους θεατές), ειδικά τώρα που οι δύο άντρες είναι πλέον από την ίδια πλευρά. Των καλών, ντε...
Τα κορίτσια στο σύμπαν του «Fast & Furious» υπάρχουν μόνο για να δέρνουν και να δέρνονται. Το δίδυμο Τζίνα Καράνο (αστυνομικός με ανοιχτό ντεκολτέ ακόμη και στις πιο δύσκολες αποστολές) - Μισέλ Ροντρίγκεζ (πάντα θυμωμένη, ακόμη κι όταν πίνει καφέ) νιώθει πως βρίσκεται τουλάχιστον σε λασπομαχίες ακόμη κι όταν παλεύει στο πολυπληθές Μετρό του Λονδίνου. Δεν σας λέμε ποια νικάει για να έχετε αγωνία…
Ο Πολ Γουόκερ γέρασε, αλλά αυτό δεν του αφαιρεί ίχνος γοητείας και επίσης το κύρος του μοναδικού από την παλιοπαρέα που δεν είναι ούτε πολύ γυμνασμένος, ούτε δέρνει πολύ πετυχημένα, ούτε γενικά εξυπηρετεί κάτι ή κάποιον στη ζωή και το σινεμά. Ισως είναι λίγο πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους, αλλά αυτό είναι αμελητέο.
Μπορεί η σειρά να ξεκίνησε με κεντρικό θέμα της τα αυτοκίνητα, αλλά αυτό έχει ξεχαστεί προ πολλού. Ετσι εδώ, κάθε περίπου ένα τέταρτο (προκειμένου να μην νιώσει κανείς άβολα πως βρίσκεται στην λάθος ταινία) υπάρχει και μια οδομαχία για να βρίσκεται, αλλά η πραγματική δράση βρίσκεται αλλού.
Και φτάνουμε αισίως στη δράση, εκεί όπου το «Fast & Furious 6» βγάζει μάτι, καθώς σε ένα συνονθύλευμα του πιο φασαριόζικου «Mission Impossible» που είδατε ποτέ και μια τάση από «Expendables» στο λιγότερο μυθικό του, ό,τι συμβαίνει στις δύο τελευταίες σκηνές δράσης (που από μόνες τους διαρκούν περίπου τη μία ώρα της ταινίας) είναι τελείως «από αλλού». Το τέλος της αληθοφάνειας, μαζί με ιπτάμενα κορμιά που προσγειώνονται σε παρμπριζ αυτοκινήτων, εκρήξεις μεγατόνων και αεροπλάνα που φρενάρουν από κρεμασμένα πάνω τους φορτηγά και πολλά μα πολλά μπουνίδια σε παράλληλη δράση ολοκληρώνουν τουλάχιστον πέντε ταινίες σε μια.
Χορτασμένος πια από την παντελή έλλειψη οποιασδήποτε ευθύνης ως θεατής, αφού κανείς δεν σου ζητάει ούτε να ταυτιστείς με κανέναν από όλους αυτούς που δέρνονται και δέρνουν και κυρίως κανείς δεν έχει την παραμικρή απαίτηση να παρακολουθείς συνεχώς αφού μπορείς να αφαιρεθείς με την ησυχία σου και να ξανακοιτάξεις την οθόνη λίγο αργότερα χωρίς να έχεις χάσει τίποτα σημαντικό, όταν βγαίνεις από το σινεμά είσαι σίγουρος πως ό,τι έχεις δει είναι μια απενοχοποιημένη σπουδή πάνω στο entertainment.
Που όταν προσπαθεί να γίνει κανονική ταινία (τύπου να έχει διαλόγους, να προσπαθεί να στήσει μελοδραματικές σκηνές κτλ) είναι τρομερά (μα τρομερά) βαρετή. Οταν αφήνεται στον κιτς παραλογισμό της ίδιας της της ύπαρξης και στο «ό,τι να ναι» σενάριο της είναι μέχρι και συναρπαστική. Και το κυριότερο, την ξεχνάς σχεδόν την ίδια στιγμή που την παρακολουθείς χωρίς να νιώθεις την παραμικρή ενοχή.
*Τα δύο αστεράκια είναι γιατί το προηγούμενο επεισόδιο ήταν καλύτερο!