Στην Αγρια Δύση του 1875, ένας αγνώστων λοιπών στοιχείων άνδρας βρίσκεται στην έρημο του Νέου Μεξικού με απώλεια μνήμης. Οι κάτοικοι της έρημης πόλης «Αφεσης» τον αντιμετωπίζουν εχθρικά και καχύποπτα, ειδικά όταν βλέπουν ότι είναι αρκετά διαφορετικός από αυτούς: το μυστηριώδες περικάρπιο που φοράει τον κάνει ύποπτο. Κανείς δεν κουνιέται άλλωστε στους δρόμους της Αφεσης αν δεν το επιτρέψει ο σκληρός Συνταγματάρχης Ντόλαρχαϊντ. Αυτό όμως που δεν ξέρουν οι κάτοικοι είναι ότι η άφιξη του ξένου είναι μόνο η αρχή. Κι αυτή η απομονωμένη κωμόπολη της Αγριας Δύσης πρόκειται να δεχτεί μία ασύλληπτη επίθεση... από τον ουρανό!
Το «Cowboys and Aliens» μοιάζει με έκθεση ιδεών. Από αυτές που πρέπει να γράψεις για να περάσεις τις εξετάσεις σου στην ιστορία του κινηματογράφου. Και είναι αδύνατον να μην παραδεχθείς πως ο Τζον Φαβρό δεν γράφει καλά. Το απέδειξε στο «Iron Man» και το επιβεβαίωσε (αν και με λιγότερο πάθος) στο «Iron Man 2», φιλοδοξώντας το «Cowboys and Aliens» να είναι και η οριστική ανακήρυξη του στον πιο σοφιστικέ blockbusterά της βιομηχανίας.
Το θέμα της έκθεσης είναι πως μπορείς να φτιάξεις ένα γουέστερν επιστημονικής φαντασίας ή πιο ανεπίσημα «πως θα έμοιαζε μια ταινία που θα σκηνοθετούσαν ταυτόχρονα ο Τζον Φορντ και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ». Κανείς δεν θα μάθει ποτέ – ευτυχώς – τι θα άλλαζε αν στη θέση του πρωταγωνιστή βρισκόταν ο Τζον Γουέιν και στο ρόλο των εξωγήινων τα πλάσματα από τις «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου». Ο Φαβρό, όμως, κάνει τα πάντα για να το υποθέσει.
Παίρνει λοιπόν όλα τα κλισέ των γουέστερν και προσπαθεί να στήσει ένα αυθεντικό σκηνικό Αγριας Δύσης (ο περιπλανώμενος καουμπόι, ο άρχοντας της πόλης, ο τρελαμένος κληρονόμος του τελευταίου, ο δειλός σερίφης, ο χαρακτήρας – κλειδί του ιδιοκτήτη του σαλούν και μια δυναμική πόρνη). Ανάμεσα τους τοποθετεί μερικά ευφάνταστα gadgets, μια αύρα παλιομοδίτικων (για καλό) ειδικών εφέ και μερικούς εξωγήινους που βγάζουν από το στόμα τους απειλητικά χέρια. Το αποτέλεσμα; Ούτε γουέστερν, ούτε επιστημονική φαντασία. Ούτε όμως και ένα είδος από μόνο του.
Ο Φαβρό δείχνει να έχει μελετήσει το γουέστερν και με τη βοήθεια του διευθυντή φωτογραφίας του Ντάρεν Αρονόφκσι, Μάθιου Λίμπατικ, δημιουργεί την ατμόσφαιρα μιας άγριας και αφιλόξενης χώρας που αναζητά τους τρόπους για να γίνει μια πολιτισμένη κοινωνία. Αλλά δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια να προχωρήσει λίγο βαθύτερα στην ηθική, τους άγραφους κανόνες και την ελεγειακή μελαγχολία τους είδους. Οσο κι αν προσπαθούν ο Ντάνιελ Κρεγκ, ο Χάρισον Φορντ και η Ολίβια Γουάιλντ, η υπερφόρτωση των κλισέ που – λες, επίτηδες – δεν αποφεύγει ο Φαβρό τους εμποδίζει να δώσουν πνοή στους ήρωες τους.
Οσο για την επιστημονική φαντασία, αυτή εξαντλείται στην νεωτεριστική εικόνα μπλε λάμψεων μέσα στο σκονισμένο τοπίο της Αγριας Δύσης και σε μια φυλή εξωγήινων που κάνουν τους Transformers να μοιάζουν με εξανθρωπισμένες μηχανές. Η τελική μάχη ανάμεσα στους καουμπόιδες και τους εξωγήινους μπορεί να θυμίζει ευχάριστα τα μυθολογικά πονήματα του Ρέι Χαριχάουζεν στην απαρχή της ιστορίας των ειδικών εφέ, αλλά η μονοδιάστατη φύση των «κακών» είναι καταδικασμένη να κουράσει.
Χωρίς ίχνος χιούμορ (το απήγαγαν και αυτό οι εξωγήινοι;), το «Cowboys and Aliens» δεν διαθέτει παρά ψήγματα από την τρέλα της ιδέας του και στην προσπάθεια του να πείσει πως ό,τι βλέπουμε θα μπορούσε και να είχε συμβεί, το μόνο που καταφέρνει είναι να κάνει τον θεατή να αφαιρείται στις σκηνές που κατά την παραγωγή θα έπρεπε να αγωνιά για το τι θα συμβεί παρακάτω.
Οχι, ο Φαβρό δεν περνά τις εξετάσεις. Η «έκθεση» του αναμενόταν ως το πιο ευφάνταστο blockbuster του φετινού καλοκαιριού και ήδη από την υπόσχεση της μεταφοράς του ομώνυμου graphic novel του Σκοτ Μίτσελ Ρόζενμπεργκ, τίποτα δεν προετοίμαζε κανέναν για ένα «mash up» που τελικά ανακατεύει υλικά για να μένει στο τέλος χωρίς γεύση. Η συνάντηση του Ιντιάνα Τζόουνς με τον Τζέιμς Μποντ και του «The Wild Wild West» με το τηλεοπτικό «Firefly» δεν τεκμηριώνει την ιδέα της. Και αν είχε αντιμετωπιστεί με λιγότερη σοβαροφάνεια θα ήλπιζε τουλάχιστον σε μια φήμη μελλοντικού cult classic.
Τώρα, απλώς ο Φαβρό πρέπει να ξαναδώσει εξετάσεις...