Συνέντευξη: Λήδα Γαλανού, Μανώλης Κρανάκης, Πόλυ Λυκούργου
Η είδηση ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία πριν από λίγες μέρες: παύεται, από τη νέα Διοίκηση, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, Γιάννης Σακαρίδης. Κι αυτό, όταν στην ολιγόχρονη θητεία του το φεστιβάλ έχει απογειωθεί σε μία διοργάνωση διεθνούς κύρους, με σημαντικούς παγκόσμιας αναγνωρισιμότητας συνεργάτες και υποστηρικτές, αλλά και ταυτόχρονη επιμέλεια, στήριξη και προώθηση του εγχώριου προγράμματος, του φυτώριου των νέων Ελλήνων σκηνοθετών. Τη στιγμή δηλαδή που ένας θεσμός είναι στο peak του, διακόπτεις τη σύμβαση του Καλλιτεχνικού Διευθυντς του. Επειδή έγιναν εκλογές και εξελέγη άλλος Δήμαρχος. Τόσο απλά.
Τι μπορεί να συνέβη; Ο ίδιος με ανοιχτή επιστολή του έφερε στο φως την παύση του και αποκάλυψε ότι η νέα Δημοτική Αρχή (που αυτομάτως αποτελεί και νέα διοίκηση του φεστιβάλ) άσκησε «δριμεία κριτική για το ύφος και την κατεύθυνση που έλαβε το πρόγραμμα ταινιών επί της δικής του καλλιτεχνικής διεύθυνσης», αφήνοντας ξεκάθαρες αιχμές ότι οδεύουμε προς μια κατεύθυνση συντηρητισμού, ομοφοβίας και αναχρονισμού.
Η πρώτη αντίδραση από την πλευρά του Φεστιβάλ Δράμας δεν ήταν να εξηγήσει, αλλά απευθείας να ανακοινώσει διαγωνισμό επιλογής νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή.
Πέρασαν 10 ολόκληρες μέρες, με μεγάλη αναταραχή στην κινηματογραφική κοινότητα που σύσσωμη τάχθηκε στο πλευρό του Σακαρίδη, για τη νέα Διοίκηση του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας να βγάλει τη δική της ανακοίνωση όπου διαψεύδει τα πάντα και επιμένει ότι «δεν έχει καμία πρόθεση να παρέμβει στο καλλιτεχνικό πρόγραμμα ή τη θεματολογία του Φεστιβάλ» κι ότι παραμένουν «αφοσιωμένοι στη διατήρηση της δημιουργικής ελευθερίας που αποτελεί την καρδιά του θεσμού».
Το Flix συνάντησε τον Γιάννη Σακαρίδη για να συζητήσουμε ανοιχτά τι συνέβη, να δοθούν απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα που αφορούν το πώς ορίζεται και σε ποιους υπάγεται το Φεστιβάλ και να υπάρξει μία ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι και σε όσα η νέα Διοίκηση ισχυρίζεται.
Όσον αφορά τα γεγονότα που οδήγησαν στο σήμερα, εξηγείς τα πάντα στην επιστολή που έστειλες μετά την παύση σου από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή;
Ναι. Και σε σχέση με όσα έγιναν πραγματικά ολόκληρη την προηγούμενη χρονιά, την έγραψα όσο κόσμια και ευγενικά μπορούσα και πάντα μέσα στο επιτρεπτό νομικό πλαίσιο. Η χρονιά ξεκίνησε με την ενημέρωση από την πλευρά της νέας διοίκησης, η οποία δεν έδειχνε να έχει μεγάλη γνώση για το Φεστιβάλ, ότι η ομάδα του θα διατηρηθεί, ως έχει. Ας σημειωθεί εδώ πως δύο εβδομάδες μετά απομακρύνθηκε ένας από τους βασικούς συνεργάτες του Φεστιβάλ, ο Δημήτρης Παπάζογλου, υπεύθυνος για την οπτική ταυτότητα του Φεστιβάλ. Και όλοι αυτοί οι μήνες πέρασαν με τη νέα διοίκηση να έχει δηλώσει πως κάποια στιγμή μελλοντικά θα γίνει κάποια αποτίμηση πεπραγμένων καθώς και πως «κανείς δεν είναι σίγουρος». Αποτίμηση δεν έγινε ποτέ. Και το γεγονός, ουσιαστικά, είναι ότι κάναμε ένα Φεστιβάλ τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε, όπου προσπαθήσαμε να μην αφήσουμε να φανούν οι ρωγμές που είχαν ήδη αρχίσει να δημιουργούνται λόγω της νέας διοίκησης. Όμως ήταν ορατό ότι θα υπάρξουν εξελίξεις.
Λέγοντας ρωγμές εννοείς ότι υπήρξαν περικοπές σε χρηματοδοτικό επίπεδο ή και επεμβάσεις στο πρόγραμμα;
Ο προγραμματισμός ενός Φεστιβάλ είναι μια πολύ τεχνική και σχεδόν αυτοματοποιημένη διαδικασία που ξεκινάει πολύ νωρίς, λειτουργεί κάπως παράλληλα με όλη την οργάνωση του Φεστιβάλ και αφορά ομάδες ανθρώπων που βλέπουν και επιλέγουν ταινίες. Εμείς κλείναμε πρόγραμμα στα τέλη Ιουνίου, τρεις μήνες πριν το Φεστιβάλ. Ειδικά αν μιλάμε για μια διοίκηση που δεν έχει ξανακάνει φεστιβάλ ή δεν έχει ξαναπάει σε φεστιβάλ, είναι πολύ δύσκολο να καταλάβεις τη διαδικασία. Οι υπεύθυνοι προγραμματισμού έστελναν τις τελικές τους λίστες, ξεκινούσαν οι προσκλήσεις ταινιών και καλεσμένων. Εγώ δεν ενημέρωνα ποτέ για το πρόγραμμα, δεν ενημέρωνα την προηγούμενη διοίκηση και δεν ενημέρωσα ούτε αυτή. Δεν υπήρξε κανένας λόγος απέναντι στο τι κάνουμε, ούτε το παραμικρό. Με το που έγινε όμως το Φεστιβάλ, άρχισαν τα σχόλια και οι «επιθέσεις». Το χάσμα μεταξύ του τι θεωρεί η νέα διοίκηση ότι είναι το Φεστιβάλ και αυτού που είναι το Φεστιβάλ είναι τεράστιο. Η δική τους αντίληψη είναι ότι το Φεστιβάλ είναι πολιτικό και πως εγώ δεν θα έπρεπε να συνομιλώ με το Υπουργείο, με την Περιφέρεια. Τους απάντησα πολλές φορές πως είμαι το πρόσωπο του Φεστιβάλ και πως τόσα χρόνια συνομιλώ με φορείς προκειμένου να διατηρηθούν τα κεκτημένα του Φεστιβάλ σε χρηματοδοτήσεις και γενικότερη στήριξη.
Η συζήτηση που έχει ανοίξει αυτές τις μέρες και που υπάρχει και χρόνια είναι αυτή της νομικής μορφής του Φεστιβάλ Δράμας, του πλαισίου διοίκησής του, υπό την έννοια του ότι δεν υπάγεται σε κάποιο νόμο, ούτε στο Υπουργείο Πολιτισμού με αποτέλεσμα να μοιάζει έρμαιο των τοπικών αρχόντων της Δράμας. Μπορείς να μας εξηγήσεις λίγο τη δομή του;
Το Φεστιβάλ Δράμας είναι ένας πολιτιστικός οργανισμός που αν και λέγεται Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας σε αυτόν τον πολιτιστικό οργανισμό ανήκει και το Ωδείο. Το Ωδείο είναι ο χώρος στον οποίο γίνονται οι τελετές του Φεστιβάλ, κάποιες από τις προβολές και κάποια εργαστήρια και στην πραγματικότητα είναι ένας πολύ μεγαλύτερος οργανισμός σε σχέση με το Φεστιβάλ, τουλάχιστον όσον αφορά την τοπική κοινωνία. Οπότε μιλάμε για μια δημοτική επιχείρηση Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου στην οποία ουσιαστικά τον πρώτο λόγο έχει ο Πρόεδρος του οργανισμού ο οποίος αυτή τη στιγμή είναι ο Δήμαρχος Δράμας. Και αυτό γιατί ο Πρόεδρος πρέπει να είναι δημοτικός σύμβουλος, εκλεγμένος, όπως ήταν στο παρελθόν ο εξαιρετικός Γιώργος Δεμερτζής όλα αυτά τα χρόνια. Στη σημερινή κατάσταση αυτός που ουσιαστικά έτρεχε το Φεστιβάλ και ενημέρωνε τον Πρόεδρο Γιώργο Παπαδόπουλο ήταν ο Πέτρος Παρασκευαΐδης που βρίσκεται στη θέση του Αντιπροέδρου του Πολιτιστικού Οργανισμού. Ο Πέτρος Παρασκευαΐδης είναι ένας πολίτης δηλαδή. Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε πολίτης, π.χ. ο Βασίλης Τερζόπουλος, 20 χρόνια συνεργάτης του Φεστιβάλ που αν αναλάμβανε χρέη Αντιπροέδρου πραγματικά το Φεστιβάλ δεν ξέρω πού θα έφτανε, θα είχαμε κάνει φοβερά πράγματα.
Το Φεστιβάλ για πολλά χρόνια είχε μια οικονομική σχέση με το Υπουργείο Πολιτισμού, μέσω κάποιων επιχορηγήσεων. Μαζί με τον Γιώργο Δεμερτζή, από το 2020 που ανέλαβα, εξασφαλίσαμε προγραμματική ώστε το Φεστιβάλ να ανήκει στον Δήμο Δράμας, στο Υπουργείο Πολιτισμού και την Περιφέρεια. Δημιουργήθηκε και υπογράφηκε με το Υπουργείο Πολιτισμού για πρώτη φορά τετραμερής σταθερή Προγραμματική Σύμβαση Πολιτισμικής Ανάπτυξης 3ετούς διάρκειας (2020-2022), με τη συμμετοχή της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και του Δήμου Δράμας για τη χρηματοδότηση του Φεστιβάλ. Η Σύμβαση ανανεώθηκε το 2022 και αναβαθμίστηκε οικονομικά για την επόμενη 3ετία (2023-2025). Αυτό το πρώτο και καθοριστικό βήμα που μας παρείχε την ασφάλεια και τη δύναμη να συνεχίσουμε στο σχεδιασμό της επιτυχίας. Τα ποσά αναλογούν ως εξής: 45% ο Δήμος Δράμας, 45% το Υπουργείο Πολιτισμού και ένα 10% βάζει η Περιφέρεια. Αυτή είναι μια συμφωνία που υπογράφηκε με την Μενδώνη και τον Γιατρομανωλάκη και στην τρίτη χρονιά κάναμε δεύτερη προγραμματική και το κομμάτι του Υπουργείου το πήρε το Ταμείο Ανάκαμψης που διαχειριζόταν περισσότερα χρήματα. Έτσι πραγματικά νοικοκυρεύτηκε το Φεστιβάλ, ο κόσμος πληρωνόταν στην ώρα του, κλείναμε όλες τις υποχρεώσεις το πολύ μέχρι τον Οκτώβριο. Αυτή τη στιγμή πολύς κόσμος δεν έχει πληρωθεί, δεν ξέρω γιατί, ίσως ο Δήμος δεν έχει χρήματα.
Άρα, 100%, την ευθύνη για τη θέση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή και για όλα αυτά την έχει ο Πρόεδρος του οργανισμού που αυτή τη στιγμή είναι ο Δήμαρχος. Άρα το Υπουργείο ενισχύει και αυτά τα πέντε χρόνια υπήρξε άψογη στη συνεργασία του με το Φεστιβάλ, ειδικά ο Νικόλας Γιατρομανωλάκης και όλο το προσωπικό του Υπουργείου που υπήρξε στο πλάι μου με κάθε πιθανό τρόπο προκειμένου να πετύχουμε όλα αυτά που κάναμε μέσα σε αυτό το διάστημα.
Με τον πρώην Πρόεδρο του Φεστιβάλ Δράμας, Γιώργο Δεμερτζή
Αν το Υπουργείο λοιπόν, που είναι ισότιμος χρηματοδότης με το Δήμο, είχε πρόβλημα με την «ατζέντα» του Δήμου, σε σχέση με τις καταγγελίες σου, θα μπορούσε να δράσει με κάποιον τρόπο, ακόμη και με το να απέσυρε τη χρηματοδότηση, για παράδειγμα.
Μέσα στα χρόνια μπορούσα να καταλάβω ότι το Υπουργείο, λόγω των προγραμματικών που απαιτούν μεγάλη γραφειοκρατία, είχε άψογη συνεργασία με τον Γιώργο Δεμερτζή και τους ανθρώπους της Διοίκησης. Και γνώριζαν καλά όλα όσα κάναμε στο Φεστιβάλ για να στηρίξουμε το διεθνή του χαρακτήρα. Είχα μάθει ότι την εποχή που μου ανέθεσαν τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή το Υπουργείο είχε ρωτηθεί και είχε συμφωνήσει. Σε αυτή τη φάση, διαδόθηκε στη Δράμα ότι ρώτησαν την Υπουργό για το θέμα της παύσης μου και η Υπουργός είπε ότι δεν ανήκει στη δικαιοδοσία της. Στην πραγματικότητα η Υπουργός θα ήταν η μόνη που θα μπορούσε να ανατρέψει την κατάσταση αυτή τη στιγμή, γιατί δεν είναι μόνο το Φεστιβάλ, είναι και το Στρατόπεδο Ανδρικάκη στο οποίο θα γίνει το οπτικοακουστικό πάρκο, υπάρχουν πολλά θέματα που άπτονται έστω και άτυπα της δικαιοδοσίας του Υπουργείου. Ωστόσο, δεν ξέρω θα συμβεί στη δεδομένη φάση. Η ρήξη με την νέα Διοίκηση μοιάζει να είναι πολύ μεγάλη για να μπορεί κανείς να εργαστεί απρόσκοπτα, ακόμη και με τη στήριξη του Υπουργείου.
Με το που έγινε το Φεστιβάλ, άρχισαν τα σχόλια και οι "επιθέσεις". Το χάσμα μεταξύ του τι θεωρεί η νέα διοίκηση ότι είναι το Φεστιβάλ και αυτού που είναι το Φεστιβάλ είναι τεράστιο. Η δική τους αντίληψη είναι ότι το Φεστιβάλ είναι πολιτικό.»
Ας συμφωνήσουμε όμως ότι είναι πρόβλημα το εθνικό φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους της Ελλάδας να εξαρτάται από την τοπική αυτοδιοίκηση. Συμφωνείς;
Ηταν η πρώτη συζήτηση που έκανα με την πρώην Διοίκηση. Το πιστεύω ακράδαντα αυτό. Αυτό το φεστιβάλ πρέπει να προστατεύεται και οικονομικά και ιδεολογικά και ως θεσμός. Οπως μπήκε σε ένα νόμο το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έτσι πρέπει να γίνει και με τη Δράμα. Ενα εθνικό φεστιβάλ δεν μπορεί να είναι σε μια κατάσταση όπου υπάρχει ένα διοικητικό συμβούλιο που είναι πολίτες μιας πόλης και μάλιστα άνθρωποι που μπορεί να μην έχουν σχέση με το σινεμά. Υπάρχει μεγάλο κενό όσον αφορά τις αρμοδιότητες του Προέδρου σε σχέση με τις αρμοδιότητες του καλλιτεχνικού διευθυντή, δεν υπάρχει ένας γενικός διευθυντής που να ξέρει management και οικονομικά και να ασχολείται με τις χορηγίες σε ανώτατο επίπεδο. Δεν μπορεί ένας Πρόεδρος να κάνει αυτές τις δουλειές απλήρωτος και αν συμβεί κάτι όπως συνέβη τώρα να είναι κάποιος που δεν έχει αυτές τις ικανότητες και απλώς μπήκε εκεί επειδή έχει καλή σχέση με τον δήμαρχο ή κάτι τέτοιο. Μέσα στα χρόνια έγιναν συζητήσεις και υπήρχε το κλίμα να ενταχθεί το Φεστιβάλ κάπου ώστε να προστατευτεί οικονομικά και θεσμικά. Το Φεστιβάλ οικονομικά έχει πάθει πολλά και πολλά χρόνια, τώρα το βλέπω να ξαναγίνεται. Οπότε δεν μπορεί να βρίσκεται στην τύχη του. Ο Γιώργος Δεμερτζής, αποδείχθηκε ένας από τους καλύτερους Προέδρους πολιτιστικού οργανισμού, ανοιχτόμυαλος, εξαιρετική δουλειά, αυτό είναι μια φωτεινή εξαίρεση στο τι γινόταν όλα αυτά τα χρόνια. Και φαίνεται τώρα. Εμείς είχαμε μια κεκτημένη ταχύτητα που έμοιαζε σαν να πέφταμε σε τοίχο φέτος. Και στην καθημερινότητα και σε πολλά… Οπότε αυτό πρέπει θεσμικά να προστατευτεί.
Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, αυτό που επικαλείται η Διοίκηση είναι ότι η παύση σου έχει να κάνει με το γεγονός ότι θα γίνει ανοιχτός διαγωνισμός, όπως οφείλει, καθώς εσύ ανέλαβες το Φεστιβάλ το 2020 μετά το θάνατο του Αντώνη Παπαδόπουλου με ανάθεση. Εσύ τι απαντάς σε αυτό;
Να ξεκαθαρίσουμε ότι κανείς ποτέ δεν μου μίλησε για διαγωνισμό. Μέχρι να βγει η ανακοίνωση του Φεστιβάλ ως απάντηση της επιστολής μου, δεν είχε ανακοινωθεί πουθενά ότι θα γίνει διαγωνισμός. Οι ίδιοι μου έκαναν φέτος απευθείας ανάθεση για το 2024. Ας το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Μου ανακοινώθηκε μια μέρα ότι δεν θα ανανεωθεί η σύμβαση μου. Αν είχαν πρόθεση του ανοιχτού διαγωνισμού θα μπορούσαν να μου το πουν και να μην γίνει τίποτε από όλα αυτά. Και επίσης αυτό ήταν κάτι που ήθελα όλα αυτά τα χρόνια γιατί θα μου εξασφάλιζε τριετή θητεία και άρα καλύτερη διαχείριση των καθηκόντων μου και επίσης μεγαλύτερο μισθό από αυτόν που έπαιρνα μέχρι σήμερα. Έλεγα συνέχεια πως είμαι σαν προπονητής ποδοσφαίρου, με την αγωνία της κάθε σεζόν. Επίσης αν είχαν στο μυαλό τους στρατηγικά ότι θα κάνουν διαγωνισμό, δεν είχαν λόγο να μου πουν ότι δεν θα ανανεώσουν μαζί μου. Είναι σαφές ότι ήθελαν να φύγω.
Το φεστιβάλ πρέπει να προστατεύεται και οικονομικά και ιδεολογικά και ως θεσμός. Οπως μπήκε σε ένα νόμο το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έτσι πρέπει να γίνει και με τη Δράμα. Ενα εθνικό φεστιβάλ δεν μπορεί να εξαρτάται από ένα διοικητικό συμβούλιο που είναι πολίτες μιας πόλης και μάλιστα άνθρωποι που μπορεί να μην έχουν σχέση με το σινεμά...»
Ποιες ανησυχίες όμως γεννάει αυτή τη στιγμή αυτός ο ανοιχτός διαγωνισμός;
Ενας ανοιχτός διαγωνισμός, περιμένουμε να δούμε και τους όρους του, θα πρέπει να έχει μια επιτροπή που θα επιλέξει και επίσης θα πρέπει να υπάρχει ένας οργανισμός που δεν θα απαξιώσει το αποτέλεσμα, αυτόν ή αυτήν που θα οριστεί. Εκεί εγώ έχω ανησυχία. Αν έχω απαξιωθεί εγώ που πραγματικά με βρήκαν εκεί και έγιναν όλα αυτά, μπορούμε εύκολα να φανταστούμε ότι ο επόμενος θα αναγκαστεί σιωπηλά να κάνει κάποια πράγματα που του έχουν θέσει. Η κατάσταση αυτή τη στιγμή είναι ότι από την πλευρά της νέας Διοίκησης έχει σταλεί ένα μήνυμα και κάποιος, αν δεν το εκτελέσει, σημαίνει ότι θα έχει την ίδια τύχη με τον προηγούμενο.
Μοιάζει λίγο σαν ο επόμενος καλλιτεχνικός διευθυντής να είναι ήδη προαποφασισμένο πως έρχεται για να ικανοποιήσει τα όσα αναζητά η νέα Διοίκηση ως προς το πρόσωπο του Φεστιβάλ, τις ταινίες που θα παίζει, τα βραβεία του…
Κάπως έτσι ναι. Αλλά ωστόσο αυτή τη στιγμή η Διοίκηση διαψεύδει τα πάντα. Μόνο ο χρόνος θα δείξει τελικά τι σήμαινε όλο αυτό. Εγώ δεν θέλω να κάνω υποθέσεις. Εθεσα τις ανησυχίες μου, γιατί έχω αγαπήσει αυτό το Φεστιβάλ και δουλέψαμε πολύ γι’ αυτό. Οι ανησυχίες μου είναι αληθινές και πραγματικές και εννοείται ως άτομο που μου αρέσει η εξωστρέφεια, όταν κάτι απειλείται ή κάτι κακοποιείται, το text book μου λέει πως η καλύτερη αντίδραση που μπορείς να έχεις είναι να βγεις να μιλήσεις γι’ αυτό που γίνεται. Το οποίο το αποφάσισα μετά από τρεις μήνες. Θα μπορούσα να είχα φύγει σιωπηλά και τελικά να είχε γίνει μια απευθείας ανάθεση η οποία θα ήταν - δεν θέλω να την χαρακτηρίσω. Νομίζω πως το γεγονός πως όλα τα βλέμματα τώρα είναι στραμμένα σε αυτόν που θα βγει μέσα από το διαγωνισμό, είναι ήδη ένα κέρδος του δικού μου coming out. Και εννοείται πως δεν το έκανα από ελπίδα για να κρατήσω τη θέση, αφού ήξερα πως με τον τρόπο που το έκανα τράβηξα για πάντα το χαλί σε οποιαδήποτε επιστροφή μου.
Υπό ποιες συνθήκες, αν υπήρχαν αυτές, θα συμμετείχες στον ανοιχτό διαγωνισμό;
Με την τωρινή Διοίκηση όχι. Δεν θα το έκανα ποτέ. Δεν τους πιστεύω.
Και πώς απαντάς τελικά στην ανοιχτή επιστολή της Διοίκησης του Φεστιβάλ που ουσιαστικά σε διαψεύδει;
Είναι μεγάλη ικανοποίηση που έστω γραπτά η διοίκηση του Φεστιβάλ δεσμεύεται για τα queer βραβεία, για τη λογοκρισία και όλα τα προφανή που έχουν να κάνουν με την καλλιτεχνική έκφραση. Η κινηματογραφική κοινότητα θα έχει τα μάτια ανοιχτά όπως πάντα στους επόμενους μήνες. Επαναλαμβάνω εδώ και είναι πολύ σημαντικό πως θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν μου είπαν ποτέ για τον ανοιχτό Διαγωνισμό. Με κάλεσε ένα πρωί μια αγαπημένη φίλη μου προϊσταμένη του Φεστιβάλ και μου είπε ότι της έπεσε ο κλήρος να μου ανακοινώσει ότι δεν θα ανανεωθεί η σύμβασή μου! Ούτε ο πρόεδρος ούτε ο Αντιπρόεδρος όπως όφειλε.
Επίσης, φαίνεται όλο και περισσότερο, πόσο σημαντική ήταν η τετράχρονη συνεργασία με τον τέως πρόεδρο του οργανισμού Γιώργο Δεμερτζή που προανέφερα, όπως θέλω να ευχαριστήσω τον τέως Δήμαρχο Δράμας Χριστόδουλο Μαμσάκο για την συμβολή και συνεχή στήριξη. Φυσικά τον Παύλο Σιδηρόπουλο, τη Ρίτσα Καβάκα και Σοφία Γεωργιάδου που από την υπηρεσιακή τους θέση καθημερινά έχουμε συνεργαστεί άψογα και καλούνται τώρα να στηρίξουν το Φεστιβάλ σε αυτή δύσκολη στιγμή αλλά και να το προφυλάξουν με την απέραντη αγάπη και εμπειρία τους.
Τα Φεστιβάλ είναι οι άνθρωποί τους. Είναι πρώτα οι άνθρωποί τους και μετά είναι όλα τα άλλα. Πολύ σημαντικό είναι οι χώροι που έχεις για κάθε Φεστιβάλ και μετά είναι η πόλη κτλ. Το γεγονός είναι ότι όταν χτυπάς το DNA ενός Φεστιβάλ με πρόθεση να φτιάξεις κάτι "δικό σου", χωρίς να σε νοιάζει τι θα γίνει τα επόμενα 2-3 χρόνια, αλλά πώς θα είναι το Φεστιβάλ έτοιμο προεκλογικά στις επόμενες εκλογές, και το σκέφτεσαι τόσο τοπικιστικά, ήδη αλλάζεις την ταυτότητα ενός Φεστιβάλ, το οποίο πήγαινε σε μια άλλη κατεύθυνση.»
Το ίδιο το Φεστιβάλ Δράμας, οι άνθρωποι που εργάζονται σε αυτό βρίσκονται σε μια περίεργη θέση αυτή τη στιγμή. Θεωρείς ότι θα έπρεπε να πάρουν μια πιο ξεκάθαρη θέση;
Οι άνθρωποι που δουλεύουν στο Φεστιβάλ, και πριν από μένα έχουν ζήσει πολλές και διαφορετικές διοικήσεις. Έχουν ζήσει πολλές μοναχικές στιγμές. Ο Αντώνης Παπαδόπουλος έτρεχε μόνος του πάρα πολλά πράγματα. Εγώ αν δεν είχα τον Γιώργο Δεμερτζή δεν θα είχα κάνει τα μισά από όσα καταφέραμε. Οι άνθρωπο που δουλεύουν στο Φεστιβάλ έχουν ένα ένστικτο επιβίωσης που έχει να κάνει πολύ με το ότι αγαπούν το Φεστιβάλ και έχουν εργαστεί, έχουν δώσει σώμα και ψυχή γι’ αυτό. Πραγματικά ήταν πολύ συγκινητικοί όλοι και κατά την αποχώρησή μου - όπως είναι πολύ συγκινητικό και αυτό που έκαναν ο Γιώργος Ζώης και ο Θανάσης Νεοφώτιστος που παραιτήθηκαν. Και ξέρω ότι όλοι στο Φεστιβάλ ήθελαν πολύ να συνεχίσουμε να κάνουμε όλα αυτά που είχαμε σχεδιάσει. Δεν ξέρω, είναι μια επιλογή. Κι εγώ σκέφτηκα πολύ πριν κάνω οτιδήποτε. Φεύγεις σιωπηλά, δεν κάνεις κακό στο Φεστιβάλ, δεν το πλήττεις δημόσια και απλώς εύχεσαι πως θα βρει έναν τρόπο αυτοθεραπείας ή βγαίνεις και τα λες, ώστε κάπως να προκαλέσεις την αντίδραση και να στρέψεις το βλέμμα του κόσμου στο Φεστιβάλ ώστε να υπάρχει ένας τρόπος ελέγχου. Εγώ επέλεξα αυτό που επέλεξα, αλλά δεν είχα και καμία άλλη επιλογή.
Ξέρετε πάρα πολύ καλά τα Φεστιβάλ. Τα Φεστιβάλ είναι οι άνθρωποί τους. Είναι πρώτα οι άνθρωποί τους και μετά είναι όλα τα άλλα. Πολύ σημαντικό είναι οι χώροι που έχεις για κάθε Φεστιβάλ και μετά είναι η πόλη κτλ. Το γεγονός είναι ότι όταν χτυπάς το DNA ενός Φεστιβάλ με πρόθεση να φτιάξεις κάτι «δικό σου», χωρίς να σε νοιάζει τι θα γίνει τα επόμενα δύο-τρία χρόνια, αλλά πώς θα είναι το Φεστιβάλ έτοιμο προεκλογικά στις επόμενες εκλογές, και το σκέφτεσαι τόσο τοπικιστικά, ήδη αλλάζεις την ταυτότητα ενός Φεστιβάλ, το οποίο πήγαινε σε μια άλλη κατεύθυνση.
Το προηγούμενο Διοικητικό, για παράδειγμα ο πρώην Πρόεδρος Δεμερτζής, έχουν κάποιο λόγο για όλα όσα συμβαίνουν τώρα; Τοποθετήθηκαν;
Μέχρι τώρα όχι, δεν έχουν τοποθετηθεί. Η αλήθεια είναι ότι εμένα μου πήρε πάρα πολλούς μήνες να συνειδητοποιήσω ότι επειδή έγιναν κάποιες εκλογές, ο πιο πετυχημένος Πρόεδρος του Φεστιβάλ ever – και σε εθνικό επίπεδο εγώ τον έχω πάρα πολύ ψηλά – φεύγει. Ηταν το πιο μεγάλο πλήγμα για μένα, εκεί κατάλαβα ότι τα βλέπουμε όλα πολιτικά. Στο μυαλό μου δεν μπορούσα να το χωρέσω. Κι αυτό το ήξερα από τον περασμένο Νοέμβριο – κι ακόμα δεν το έχω χωνέψει, ένα χρόνο μετά. Αλλά προσπάθησα αυτό να μη με καταβάλει και να δω τη νέα Δημοτική Αρχή και το νέο Διοικητικό Συμβούλιο με ένα νέο βλέμμα, πραγματικά έκανα πολύ μεγάλη προσπάθεια. Τα δύο τεράστια λάθη που έχουν γίνει στο φεστιβάλ είναι, πρώτον, ο Γιώργος Δεμερτζής που έπρεπε να φύγει για πολιτικούς λόγους και δεύτερον, εγώ. Από εκεί και πέρα πραγματικά και με απλά λόγια, κάποιος που κάνει τόσο καλή δουλειά, ή θα φύγει από δική του απόφαση, για να πάει σε κάτι μεγαλύτερο για παράδειγμα, ή θα πει, εγώ πάω στα βουνά και δεν θέλω άλλο, φτάνει. Δεν το κάνεις αυτό.
Σ’ ένα επίπεδο κρατικό, δεν πρέπει, όμως, ν’ αλλάζουν οι άνθρωποι, ακόμα κι αν ο προηγούμενος ήταν ο πιο πετυχημένος του κόσμου; Δίνεις κάποια στιγμή ευκαιρίες και σε κάποιους άλλους και στις κρατικές θέσεις είναι καλύτερο να μην μένει κάποιος πάρα πολλά χρόνια. Αλλά στο Φεστιβάλ Δράμας, επειδή εξαρτάται από την τοπική αυτοδιοίκηση, εκεί γίνονται όλα κάπως λανθασμένα κι απαξιώνονται θέσεις.
Εγώ τον Δεμερτζή τον γνώρισα από κοντά πρώτη φορά τον Ιούνιο του ’20, όταν άνοιξαν οι δρόμοι μετά την καραντίνα και πήγα από κοντά να τους δω. Ημουν πρόταση από τα παιδιά του Φεστιβάλ και μπορεί να είχε αφήσει ένα όνομα κι ο Αντώνης Παπαδόπουλος. Είχαν κάνει κάποιες συνεντεύξεις, είχαν διάφορες επιλογές κι εμένα δεν με ήξεραν. Επίσης, τότε ήμασταν όλοι κλειστά, μέσα, εννοείται ότι αν δεν υπήρχε η πανδημία μπορεί να είχα πει όχι. Ηταν, δηλαδή, μια απόφαση την οποία την πήρα μέσα στην πανδημία. Εγώ το Φεστιβάλ αυτό το αγαπάω πολλά χρόνια, ήμουν από τους λίγους της γενιάς μου που συνέχισαν να πηγαίνουν εκεί κάπου στο 2010 και μετά. Είχα πάει δυο φορές ως κριτική επιτροπή, δυο φορές ως προκριματική. Με τον Γιώργο Ζώη έχω διαφωνήσει για το Φεστιβάλ το 2012, μας είπε στα μούτρα ότι ήταν υπέρογκος αριθμός των διαγωνιζόμενων ταινιών, κι ότι οι συνθήκες προβολής στην αίθουσα ήταν ακατάλληλες και δεν ήθελε να συμμετάσχει. Το γεγονός ότι και ο Γιώργος -ο οποίος μάλιστα είχε κάνει μήνυση στο Φεστιβάλ μαζί με άλλους κινηματογραφιστές, επειδή δεν τους είχαν πληρώσει τα βραβεία- κι ο Θανάσης μπήκαν στο Φεστιβάλ, άτομα τα οποία δεν ήταν απαραίτητα υπέρ του πριν, μέσα από μια διαδικασία όλοι μας αλλάξαμε και το branding για να γίνει το Φεστιβάλ αυτό που έγινε. Δεν ήταν ο «δικός μας», ο «φυτευτός» που μπήκε. Δεν ήταν τόσο απλά τα πράγματα. Εγώ έκανα μια μεγάλη προσπάθεια, ενώ δεν είχα ανοίξει πολλές ντουλάπες για σκελετούς, όμως κάλεσα όλους που είχαν κάνει μήνυση τότε στο Φεστιβάλ και τους πληρώσαμε, βρήκαμε τρόπο και τους πληρώσαμε. Αλλά είδαμε ότι από πίσω υπήρχαν κι άλλοι, κι άλλοι κι εκεί τεχνοκρατικά δεν μπορούσαμε να το λύσουμε το θέμα. Οπως και για τα Οσκαρ, έτυχε, όταν είχαν κάνει την αίτηση παλιά, στην επιτροπή ο υπεύθυνος ήταν ένας που είχε κερδίσει βραβείο και δεν τον είχαν πληρώσει τον άνθρωπο. Και τους είπε, α, καλώς τους, για να δούμε λίγο! Κάναμε πολύ μεγάλες προσπάθειες να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο γίνονταν κάποια πράγματα.
Εννοείται εγώ, όπως είπα, θα ήθελα να γίνει ανοιχτός διαγωνισμός. Επίσης θα ήθελα πάρα πολύ, θεσμικά να κατοχυρωθεί το Φεστιβάλ, έστω και τώρα, όποτε γίνει ξανά αυτή η συζήτηση και θα είμαι από τους πρώτους που θα έρθουν σ’ ένα brainstorming για να πω κάποιες ιδέες, γιατί πλέον αυτό το Φεστιβάλ είναι μια πολιτιστική κληρονομιά. Εχουμε περάσει όλοι από εκεί. Αν μπεις στους καταλόγους, είναι ένα εκπληκτικό πράγμα. Δεν υπάρχει καμιά ιδέα να ψηφιοποιηθούν αυτές οι ταινίες και να μπουν σε μια πλατφόρμα, όλες αυτές οι ιδέες που συζητούσαμε από το ’20. Σε εθνικό επίπεδο ό,τι έχει κάνει το Φεστιβάλ τα τελευταία πέντε χρόνια κυρίως έχει να κάνει με το καλό επίπεδο, το άριστο επίπεδο των ελληνικών μικρού μήκους ταινιών. Πιστεύω πάρα πολύ στο Εθνικό Διαγωνιστικό που ήταν το πρώτο μου μέλημα και το μόνιμο και γι’ αυτό ήμουν κι ο head programmer σ’ αυτό, ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο διαμάντι του Φεστιβάλ.
Από εκεί και πέρα ήξερα πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις μια ταυτότητα στο Διεθνές Πρόγραμμα, γιατί όλοι οι σκηνοθέτες θέλουν να πάνε στις Κάννες, στο Βερολίνο, στο Κλερμόν Φεράν ή κάπου αλλού, κάτι που το Φεστιβάλ Δράμας είχε αγνοήσει. Υπήρχε μια γενιά, από τον Ζώη και μετά, που δεν τους ένοιαζε να πάνε στο εθνικό φεστιβάλ, ήθελαν να πάνε στα a-list φεστιβάλ του κόσμου πρώτα, κι όντως πηγαίνανε. Οπότε αυτό συντέλεσε στο να συνειδητοποιήσουμε κάτι που για χρόνια δεν είχε καταλάβει το Φεστιβάλ, ότι πρέπει ν’ ανεβάσεις το επίπεδο του Εθνικού Διαγωνιστικού σ’ ένα τέτοιο σημείο όπου να έρχονται όλοι. Αν λείπει ο Ζώης ή η Κοτζαμάνη, δεν είναι Εθνικό Διαγωνιστικό. Αν δεν θέλουν να έρθουν, γιατί το απαξιώνουν… Μπήκαμε με τη σκέψη ως filmmakers κι αυτό ήταν ένα σημαντικό κομμάτι της πορείας αυτού του Φεστιβάλ. Ο Θανάσης και ο Γιώργος έδωσαν τα φώτα τους σε κάτι πάρα πολύ σύγχρονο που συμβαίνει στη μικρού μήκους, το οποίο εγώ ναι μεν μπορούσα να το δω, αλλά με τίποτα δεν είχα αρκετή εμπειρία. Εγώ δηλαδή, έχοντας δει μια άλλη πραγματικότητα, ταξιδεύοντας σ’ όλ’ αυτά τα Φεστιβάλ σ’ όλο τον κόσμο με τις δύο μεγάλου μήκους ταινίες μου, συνειδητοποίησα ότι η μικρού μήκους είναι κάτι τελείως διαφορετικό, όσον αφορά την εξωστρέφεια και τα Φεστιβάλ, έχει κάτι πάρα πολύ ιδιαίτερο η μικρού μήκους. Είναι πολύ πιο σινεφίλ, πιο κλειστό. Αν μιλήσεις με καλλιτεχνικούς διευθυντές, είναι διαφορετικό, εγώ πραγματικά δεν τον ήξερα αυτόν τον κόσμο. Είχα ταξιδέψει σε φεστιβάλ για μεγάλου μήκους και, μάλιστα, επειδή οι ταινίες μου στην Ευρώπη δεν είχαν τόσο μεγάλη επιτυχία, είχα πάει στην Ασία, στην Αμερική. Όμως αυτό ήταν κάτι το οποίο το έφεραν άνθρωποι οι οποίοι μπορούσαν να σκεφτούν ως σκηνοθέτες ώστε να κάνουν ελκυστικό ένα φεστιβάλ από μέσα, για τους filmmakers, οι οποίοι ήταν εκεί, απλώς είτε τους απαξιώνουμε όλοι μαζί, είτε κάτι γίνεται και αισθάνονται σαν να έκαναν κάτι λάθος. Δηλαδή έκανε μια πολύ καλή ταινία ο Γιώργος ο Ζώης, ΟΚ, θα γράφατε εσείς γιατί ξέρετε από σινεμά, δυο-τρεις άλλοι, αλλά το εθνικό φεστιβάλ δεν θα έπαιζε την ταινία, κάτι γινόταν εκεί. Αυτό το αλλάξαμε, με γνώση των έσω και με ανθρώπους οι οποίοι ήταν ως τότε απέναντι στο Φεστιβάλ κι όχι μαζί του. Οι επιλογές έγιναν στρατηγικά, για να υπάρξει πρόοδος. Ολες διαλεγμένες μία-μία με το χέρι, για να πάει καλά το Φεστιβάλ. Αν κάτσεις να σκεφτείς ότι ο τάδε είναι δικός μας, δεν είναι δικός μας, βολεύτηκε, το χάνεις το στοίχημα.
Ενημέρωσα το Υπουργείο, ήλπιζα ότι θα υπάρξει συζήτηση, δεν υπήρξε. Οπότε αν δεν παρέμβουν οι θεσμοί, έπρεπε να «παρέμβω» εγώ και να πω αυτό που έζησα κι αυτό που βλέπω να γίνεται...»
Αν γίνει ο ανοιχτός διαγωνισμός, επιλεγεί κάποια ή κάποιος και το Φεστιβάλ γίνει και διατηρήσει και τον διεθνή χαρακτήρα του και δεν υπάρξουν απώλειες σαν αυτές που περιγράψαμε πριν ότι φοβόμαστε, χρηματοδοτικά, θεματικά. Εσύ πώς θα το έκρινες αυτό, προσωπικά;
Θα χαρώ πάρα πολύ γιατί το αγαπάω το Φεστιβάλ. Το Φεστιβάλ έχει να κάνει, όπως είπα, με τους ανθρώπους, δηλαδή θα χαρώ ότι θα πάνε όλοι αυτοί οι δημιουργοί εκεί και θα παίξουν τις ταινίες τους και θα είναι χαρούμενοι. Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που το παρακολουθεί, και από την πλατφόρμα. Αν τυχόν μου ζητηθεί βοήθεια, θα τη δώσω αμέσως, φυσικά, εννοείται. Μα, αυτή ήταν η ιδέα: εγώ είχα προτείνει εγώ να φύγω, να επιλέξουν κάποιον ο οποίος θα ξεκινήσει από τον Οκτώβριο, θα δει όλη τη διαδικασία, θα τον χειροκροτήσουμε στο τέλος του Φεστιβάλ, «αυτός είναι ο επόμενος», «αυτή είναι η επόμενη», «αυτό είναι το επόμενο». Η ιδέα ήταν αυτή, από την αρχή.
Πήρα τηλέφωνο τον Θανάση Νεοφώτιστο και του είπα, δεν σου προτείνω να κάνεις ένα καινούριο πρόγραμμα. Σου λέω να διαδεχτείς, αν εμένα με πάρουν τηλέφωνο και κάνω την επόμενη σειρά ή ταινία ή οτιδήποτε, να μπορώ να αφήσω κάτι πίσω. Αυτό το είπα και στον Θανάση και στον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο. Γιατί είχα δει από την αρχή ότι υπήρχε πρόβλημα. Ηταν δύο-τρία άτομα τα οποία ήταν μόνιμα, κι άλλαζε ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής κι ήταν σαν να ξεριζωνόταν ένα ολόκληρο πράγμα, δεν υπήρχε καμία βάση. Αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό από την αρχή. Και δεν λέω ότι εγώ θα κρίνω ποιος θα είναι ο επόμενος, πραγματικά δεν έχω κανένα θέμα. Απλώς πιστεύω ότι κάποιος πρέπει να ξέρει και ζούμε σε μια χώρα που έχει πολλά φεστιβάλ κι όχι αρκετούς ανθρώπους με την απαραίτητη εμπειρία. Το επίπεδο των ελληνικών ταινιών μικρού μήκους είναι τόσο ψηλά, πρέπει και τα ελληνικά φεστιβάλ να αισθανόμαστε ότι βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Οταν ήρθα στην Ελλάδα το 2017, ήταν η πρώτη χρονιά των Ζαλαντό – Ανδρεαδάκη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είχα έρθει μετά από πολλά φεστιβάλ του εξωτερικού και δεν κατάλαβα ότι ήταν ένα φεστιβάλ στην Ελλάδα, πραγματικά ήταν σαν να ήμουν στο ίδιο επίπεδο με το Πουσάν, το Σικάγο, το Τορόντο και στο look και στο πρόγραμμα. Απλώς αισθάνθηκα πιο ζεστά, επειδή είχα πολύ περισσότερους φίλους εκεί. Αυτό θέλαμε να ζήσουμε και στη Δράμα και θεωρώ ότι κάπου φτάσαμε, κάπου έγινε.
Θα σας πω κάτι που μου είπε ο Πάβελ Παβλικόφσκι όταν του εξήγησα τι συμβαίνει. Μου λέει, it’s a cultural war, είναι πολιτισμικός πόλεμος, το οποίο συμβαίνει παντού αυτή τη στιγμή. Αυτή είναι η κατάσταση. Και η ταινία του, «Ιντα», ήταν η πρώτη πολωνική ταινία που πήρε Οσκαρ και το τότε ακροδεξιό κόμμα της Πολωνίας μάζεψε 600.000 υπογραφές κατά της ταινίας. Την «Ιντα» στην Πολωνία την είδαν 100.000 θεατές. Βγάλε συμπέρασμα. Μιλάμε για μια κουλτούρα η οποία, ουσιαστικά, απομονώνει και αφορίζει, δεν έχει να προτείνει κάτι. Λέει μόνο «όχι» και «μη».
Οπότε, λοιπόν, πώς προστατευόμαστε από αυτό; Δεν πρέπει, για παράδειγμα, πάνω από τη Δημοτική Αρχή να στέκεται ένα Υπουργείο που να προασπίζεται την ελευθερία της έκφρασης;
Οπωσδήποτε. Το να είσαι κάποιος ικανός στην πόλη σου και τελικά να καταλήξεις να είσαι Δήμαρχος, δεν είναι απαραίτητο να ξέρεις κι όλες τις λεπτομέρειες για ένα εθνικό φεστιβάλ, πράγματι. Οπότε, ένα εθνικό φεστιβάλ, αν θέλεις να είναι τέτοιο κι όχι ένα περιφερειακό φεστιβάλ, θα πρέπει θεσμικά να το προστατεύσεις, ώστε να υπάρχει κάποιος στη λήψη αποφάσεων που βλέπει τα πράγματα τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο. Ενας εθνικός φορέας, ο οποίος να είναι συνυπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων ενός εθνικού φεστιβάλ. Το οποίο θα έχει μία σταθερή υποστήριξη, ψυχολογική, οικονομική, ό,τι θέλεις, αλλά επίσης μια ατζέντα που να ταιριάζει στην εποχή, στη χώρα και στην Ευρώπη όπου ζούμε και στους νόμους της χώρας. Κι επίσης να αντιλαμβάνεται το τι γίνεται αυτή τη στιγμή στον οπτικοακουστικό χώρο, στο σινεμά του τώρα. Αυτό δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση να το ξέρει κάποιος Δήμαρχος. Αρα, αν θέλεις να προστατεύσεις την πολιτιστική σου κληρονομιά, ένα φεστιβάλ που έχει αποδείξει την αξία του με πολλή δουλειά και λίγα μέσα, να μπορέσει να φτάσει εκεί όπου φτάνει μέσα σε λίγα χρόνια. Αυτό, αν το θέσεις σ’ ένα εθνικό επίπεδο, σίγουρα μπορείς να το πας πολύ πιο πέρα. Υπάρχουν άνθρωποι αυτή τη στιγμή οι οποίοι είναι πολύ καλύτεροι από ‘μένα για τα επόμενα πέντε χρόνια και με νέες ιδέες. Δεν αμφιβάλλω καθόλου. Ποιος θα τους επιλέξει αυτή τη στιγμή, ποιος θα τους φέρει, με τι κριτήρια και με ποια ατζέντα από πίσω;
Θα σας πω κάτι που μου είπε ο Πάβελ Παβλικόφσκι όταν του εξήγησα τι συμβαίνει. Μου λέει, it’s a cultural war, είναι πολιτισμικός πόλεμος, το οποίο συμβαίνει παντού αυτή τη στιγμή. Αυτή είναι η κατάσταση.»
Εγώ τους καταλαβαίνω τους ανθρώπους εκεί, ανέλαβαν κάτι ξέροντας ότι έχει γίνει καλή δουλειά, ότι είναι το καμάρι της πόλης, όμως μέσα σε μια διαδικασία έπρεπε να το εντάξουν σ’ ένα δικό τους πλαίσιο. Αλλά αυτό το πλαίσιο φοβάμαι ότι το Φεστιβάλ θα το περιορίσει και θα το βάλει σε μια εσωστρέφεια. Αυτό θα έπρεπε να προστατευτεί, είτε με συζητήσεις, είτε θεσμικά. Εγώ έχω φτάσει σ’ αυτό το σημείο: αυτό που λες σ’ αυτή τη χώρα, ότι μπορείς να χτίζεις κάστρα στην άμμο, το έζησα απόλυτα. Δεν έχουμε τους αυτοματισμούς να προστατευτεί η πολιτιστική κληρονομιά, να υπάρχουν σταθερές που προστατεύουν και ένα εθνικό φεστιβάλ και το πηγαίνουν μπροστά, σε εθνικό και όχι τοπικό επίπεδο.
Ας πούμε, το Εθνικό Σπουδαστικό, πού θα το πας τώρα; Δουλεύτηκε με μεγάλη φροντίδα και τώρα κινδυνεύει. Το ίδιο και το βραβείο Φρίντα Λιάππα.
Περιμένεις κάποιον/α να σηκώσει ένα τηλέφωνο και να παρέμβει; Γιατί από το «γίνεται ένας πολιτισμικός πόλεμος» στο «τους καταλαβαίνω», υπάρχει μεγάλη απόσταση. Αν γίνεται ένας πολιτισμικός πόλεμος, κάποιος που έχει ανώτατη θεσμική θέση στον πολιτισμό στην Ελλάδα, αν δεν παρέμβει, τοποθετείται.
Ναι. Σίγουρα. Εγώ αυτό είπα στην αρχή, ενημέρωσα το Υπουργείο, ήλπιζα ότι θα υπάρξει συζήτηση, δεν υπήρξε. Οπότε αν δεν παρέμβουν οι θεσμοί, έπρεπε να «παρέμβω» εγώ και να πω αυτό που έζησα κι αυτό που βλέπω να γίνεται. Κι όταν το κάνεις αυτό, εννοείται, θα δεχτείς και κριτική και σχόλια. Αυτό, όταν το βλέπεις απ’ έξω, δεν το καταλαβαίνεις. Το συνειδητοποιείς μόνο όταν το ζήσεις. Και μπαίνεις και σε μια διαδικασία αυτοκριτικής. Και πάλι, λες, μήπως εγώ είμαι ο εγωιστής που τα προκαλώ όλ’ αυτά; Είναι κι αυτό ένα ταξίδι αυτογνωσίας.
Εμείς είχαμε παραδεχτεί από την πρώτη χρονιά ότι δεν ξέρουμε τι είναι αυτό το Φεστιβάλ που έχουμε αναλάβει. Κάναμε έξι μήνες συζητήσεις για το τι είναι το φεστιβάλ. Φέραμε τους καλύτερους να μιλήσουν για το Φεστιβάλ, κάναμε rebranding, συζητήσαμε για το ποια είναι η ταυτότητά του, τι αλλάζει, τι είναι ένα Φεστιβάλ μέσα σε μια πανδημία ή μετά από μια πανδημία, ποιο είναι το κοινό μας. Πώς αλλάζει το ίδιο το σινεμά, η αίθουσα, πώς φέρνεις κόσμο στην αίθουσα να δει μια ταινία. Αυτό ήταν κάτι το οποίο το κάναμε με ανοιχτά τα μάτια. Αυτό πρέπει σε εθνικό επίπεδο να προστατευτεί. Είναι το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα κι αυτό, δυστυχώς, δεν το βλέπεις στην επιτυχία, το βλέπεις όταν γίνει κάτι στραβό.
Δυστυχώς, έχουμε μάθει να κοιτάζουμε κάτι όταν τραυματίζεται. Όλα περνάνε αρκεί να κάνεις χώρο να περάσουν. Ακόμη και το κενό που αφήνει κάποιος που εξαφανίζεται, το συμπληρώνουμε με έναν μύθο. Για παρηγοριά.