Τι σημαίνει νιότη για εσάς;
Η Νιότη κατά κάποιο τρόπο είναι συνώνυμη με την ιδέα της ελευθερίας. Από την στιγμή που έχεις ελπίδα για το μέλλον σου, τότε έχεις την ιδέα της ελευθερίας, της δυνατότητας να κάνεις πράγματα, λάθη, να δοκιμάσεις. Κι αν έχεις αυτή την ελπίδα, αυτή τη διάθεση, τότε μένεις νέος ακόμη κι αν είσαι 80 χρονών. Δεν έχω κάποια εμμονή με το παρελθόν. Δεν νοσταλγώ τη νιότη.
Βλέπετε τον εαυτό σας στους δύο χαρακτήρες της ταινίας σας; Εχουν τελείως διαφορετική αντίληψη για το πως βλέπουν την ζωή. Ο ένας την λατρεύει, ο άλλος λέει ότι δεν του άρεσε ποτέ όσο την ζούσε...
Ο καθένας τους προσεγγίζει το μέλλον με διαφορετικό τρόπο, καθώς δεν έχουν άλλο τρόπο να το κοιτάξουν παρά αυτόν που τους υπαγορεύει ο χαρακτήρας, η ψυχοσύνθεσή τους. Αλλά δεν είναι απαραίτητο πως ένας άνθρωπος με πάθος είναι αυτός που θα ζήσει την ζωή με καλύτερο τρόπο από έναν άλλο. Μερικές φορές οι παθιασμένοι άνθρωποι πέφτουν θύματα του πάθους τους. Κι άλλοι όπως ο χαρακτήρας του Μάικλ Κέιν που μοιάζουν απόμακροι, στωικοί μερικές φορές μπορεί να εμπλακούν στο πιο βαθύ πάθος δίχως καν να το αντιληφθούν. Δυστυχώς φοβάμαι πως είμαι πολύ περισσότερο σαν τον χαρακτήρα του Χάρβεϊ Καϊτέλ, αλλά για να είμαι ειλικρινής, έγραψα τον χαρακτήρα του Μάικλ Κέιν γιατί θα ήθελα να είμαι σαν αυτόν. Φιλοδοξώ να γίνω σαν αυτόν.
Διαβάστε εδώ τη γνώμη του Flix για τη «Νιότη» του Πάολο Σορεντίνο.
Θα λέγατε ότι τα γηρατειά είναι η διαδικασία του να αφήνεις πίσω όλα όσα ήσουν; Είναι η «Νιότη» μια ταινία για την απώλεια;
Δεν νομίζω ότι αυτή η ταινία μιλά για την απώλεια, για τα πράγματα που χάνεις, που αφήνεις πίσω, αντίθετα νομίζω ότι μιλά για όλα αυτά που μπορούν να συμβούν μετά. Για όλα όσα έρχονται, σε όποιο σημείο της ζωής σου και να βρίσκεσαι.
Οι ήρωες σας είναι καλλιτέχνες. Για κάποιους η τέχνη είναι ένας τρόπος να «νικήσουν τον θάνατο». Εσείς γιατί κάνετε σινεμά;
Για μένα η δημιουργικότητα, η τέχνη είναι ένας τρόπος να νικήσεις την βαρεμάρα της αλήθειας, της αληθινής ζωής. Δεν το βλέπω σαν έναν τρόπο να νικήσεις τον θάνατο. Δεν είναι μια μάχη που μπορεί να κερδηθεί ούτως ή άλλως. Είναι χαμένη από την αρχή.
Πως γεννιούνται οι ιδέες για κάθε ταινία σας;
Δεν πιστεύω στον μύθο της έμπνευσης, ότι ξαφνικά περπατάς στον δρόμο, ή ξυπνάς στην μέση της νύχτας με μια εξαιρετική ιδέα. Στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές όταν περπατάς στον δρόμο σκέφτεσαι τα πιο ανόητα πράγματα, αλλά ακόμη κι αυτά μπορούν να γίνουν ενδιαφέροντα,όταν μένουν μέσα σου, όταν τα σκέφτεσαι και τα δουλεύεις, τότε μπορεί να σε εμπνεύσουν, να μεταμορφωθούν σε κάτι που έχει αληθινό ενδιαφέρον.
Διαβάστε ακόμη: Μάικλ Κέιν, Χάρβεϊ Καϊτέλ, Τζέιν Φόντα, πιο νέοι απ' τους νέους, μιλάνε για τη «Νιότη»
Και αυτή η ταινία σας χαρακτηρίζεται από πολλούς «φελινική». Σας κολακεύουν ή σας ενοχλούν αυτές οι συγκρίσεις;
Δεν ξέρω τι να απαντήσω, θα έπρεπε ίσως να σκεφτώ μια απάντηση... Στην πραγματικότητα αν οι ταινίες μου θυμίζουν αυτές του Φελίνι, τότε το φταίξιμο δεν είναι δικό μου ή τουλάχιστον όχι συνειδητά. Στην πραγματικότητα, προσπαθώ να μείνω όσο πιο μακριά από τον Φελίνι γίνεται, γιατί αν κάποιος είναι τόσο καλός σαν τον Φελίνι, η έξυπνη κίνηση θα είναι να αποφύγεις τις συγκρίσεις, αφού ποτέ δεν θα είσαι τόσο καλός όσο αυτός. Και προφανώς είναι ένας από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες...
Το σινεμά σας όμως μοιάζει να έχει κάτι χαρακτηριστικά ιταλικό...
Δεν είμαι καθόλου σίγουρος γι αυτό. εκτός ίσως από κάτι που πιθανότατα έρχεται από την πόλη από την οποία κατάγομαι, την Νάπολη, κι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από μια αίσθηση ειρωνείας που διατρέχει τους ανθρώπους εκεί. Νομίζω πως αυτό το ειρωνικό πνεύμα της Νάπολης, μοιάζει πολύ με το βρετανικό φλέγμα, με την αίσθηση της ειρωνείας τους. Ο Μάικλ Κέιν μου έλεγε πως βρίσκει την αίσθηση των χιούμορ των Ναπολιτάνων πολύ κοντινό με αυτό των Βρετανών.
Για μια ακόμη φορά, η μουσική παίζει καθοριστικό ρόλο στο φιλμ. Πως επιλέγετε την μουσική των ταινιών σας;
Δεν έχω μια συγκεκριμένη μέθοδο στον τρόπο που δουλεύω την μουσική. Για παράδειγμα όταν έγραφα το σενάριο της «Νιότης», άκουγα την μουσική του Μαρκ Κόζελεκ και κάπως έτσι την κράτησα και στην τελική εκδοχή της ταινίας, αφού με κάποιο τρόπο, ταίριαζε, με ενέπνευσε, ήταν εκεί από την αρχή. Άλλα κομμάτια, άλλα θέματα του φιλμ τα βρήκαμε στην διάρκεια του μοντάζ, εξερευνούσαμε με τον μοντέρ μου ιδέες για το τι θα μπορούσε να ταιριάζει στην κάθε σκηνή, στο συναίσθημα της, και καταλήξαμε σε κάποια μετά από δοκιμές κι αλλαγές. Οσο για την κλασσική μουσική της ταινίας είναι γραμμένη από έναν σπουδαίο Αμερικάνο συνθέτη κλασσικής μουσικής, τον Ντέιβιντ Λανγκ ο οποίος μου έδωσε μερικά κομμάτια, τα οποία ήταν ακόμη καλύτερα απ΄ ότι θα μπορούσα ποτέ να ελπίζω.
Διαβάστε ακόμη: Ετσι μοιάζει ο Τζουντ Λο ως «Young Pope» στη φιλόδοξη τηλεοπτική σειρά του Πάολο Σορεντίνο
Γιατί τοποθετήσατε την ιστορία σε ένα ξενοδοχείο; Σε ένα μέρος που μοιάζει κάπως έξω από την ζωή;
Γιατί ίσως γιατί ξέρω πως να κινηματογραφώ σε κάποια μέρη ενώ σε άλλα δεν έχω ιδέα πως να τα προσεγγίσω, πως να τοποθετήσω την δράση ή τους χαρακτήρες μου σε αυτά. Κι επίσης μου αρέσουν, βρίσκω τρομερά ενδιαφέροντα τα μέρη όπου οι άνθρωποι πάνε για να κοιτάξουν ο ένας τον άλλο, να τον παρατηρήσουν γιατί αυτή είναι και η δική μου δουλειά μου, να κοιτάζω τους ανθρώπους. Για παράδειγμα σε ένα ξενοδοχείο, περνάς πολύ ώρα παρατηρώντας τους ανθρώπους γύρω σου. Ξέρετε, είμαστε κυρίως όλα όσα βλέπουμε.
Κι ο «Ντιέγκο Μαραντόνα» πως βρέθηκε στο ξενοδοχείο σας;
O Μαραντόνα για μένα είναι μια από τις μεγαλύτερες εκφράσεις της σύγχρονης τέχνης. Απ όταν ήμουν παιδί, του ήμουν αφοσιωμένος, ένοιωθα ευγνωμοσύνη απέναντί του γιατί αυτό που έκανε για το ποδόσφαιρο είναι αληθινά εκπληκτικό κι έχει κάνει εκατόν πενήντα φορές περισσότερα για το ποδόσφαιρο απ ότι έχω κάνει εγώ για το σινεμά. Σε αυτή την ταινία όλοι αναρωτιούνται για το μέλλον, για το μέλλον τους. Και ποιος άλλος από τον Μαραντόνα, θα μπορούσε να διερωτηθεί, περισσότερο για το τι μπορεί να επιφυλάσσει το μέλλον για αυτόν, αν υπάρχει κάτι που να αξίζει στο μέλλον, για κάποιον που είχε ένα τόσο λαμπρό, ένα τόσο ένδοξο παρελθόν.
Εσείς τι ελπίζετε από το μέλλον;
Να μην μείνω κολλημένος σε ένα κρεβάτι με πόνους, να μην περάσω έτσι τα γηρατειά μου. Νομίζω μόνο αυτό.
Η «Νιότη» του Πάολο Σορεντίνο παίζεται ήδη στις ελληνικές αίθουσες σε διανομή Odeon.
Tags: Πάολο Σορεντίνο, Youth, Νιότη