Άποψη

Marley: Ο Βασιλιάς κι εγώ

of 10

Δεκαετίες μετά την περίοδο που ο Μπομπ Μάρλεϊ μεσουρανούσε, ο Κέβιν Μακντόναλντ βλέπει τον άνθρωπο πίσω από το θρύλο και μας πείθει ότι η σημασία και η γοητεία του είναι ακόμα ολοζώντανη.

Marley: Ο Βασιλιάς κι εγώ

«Ξέρετε το όνομα. Εχετε ακούσει τη μουσική. Τώρα γνωρίστε τον άνθρωπο…» Ο Κέβιν ΜακΝτόναλντ έχει αποδείξει, με μια σειρά ντοκιμαντέρ που έχουν βραβευτεί κι έχουν αγαπηθεί από το κοινό, σαν το «Life in a Day» και το βραβευμένο με Οσκαρ «One Day in September», ότι μπορεί να πάρει την πιο συνηθισμένη στιγμή, την πιο γνώριμη προσωπικότητα και να τους δώσει μια διάσταση μοναδικότητας, μεγαλείου, ανθρωπιάς. Αυτό κάνει και με το τελευταίο του ντοκιμαντέρ, το «Marley», που από αύριο, Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου, θα προβάλλεται και στην Αθήνα.

Το «Marley», ξεκινώντας από το Φεστιβάλ του Βερολίνου, έχει ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο, περνώντας τον Σεπτέμβριο κι από τις Νύχτες Πρεμιέρας, συγκεντρώνοντας εκπληκτικές κριτικές, από ανθρώπους που θαύμαζαν τον Μάρλεϊ αλλά κυρίως από… τους υπόλοιπους, που ανακαλύπτουν στην ταινία μια ιστορία κι ένα πρόσωπο που απλώς νόμιζαν ότι γνώριζαν. Ο ίδιος ο Κέβιν Μακντόναλντ, εξήγησε στις πολυάριθμες συνεντεύξεις που έδωσε στο ταξίδι του φιλμ, γιατί αποφάσισε να κάνει αυτήν την ταινία και γιατί αφορά περισσότερο κόσμο από τους φαν της ρέγκε.

01

Η αρχική μου πρόθεση, αν θέλετε να το πιστέψετε, ήταν να μάθω περισσότερα για το ποιος ήταν πραγματικά ο Μπομπ Μάρλεϊ, δεν είχα κάποιο άλλο συγκεκριμένο σχέδιο ξεκινώντας την ταινία. Κι έτσι άρχισα να μιλάω με ανθρώπους που βρίσκονταν γύρω και δίπλα του. Μίλησα σε 90 περίπου άτομα και το καθένα μου έδινε κάποιο νέο, διαφορετικό στοιχείο για το παζλ μου. Παρότι είναι, από το ’70 μέχρι σήμερα, το σύμβολο της επαναστατικότητας, μαζί με τον Τσε Γκεβάρα, ο κόσμος δεν ξέρει πολλά πράγματα για τη ζωή του. Κι έτσι αυτά που έμαθα, θέλησα να τα μοιραστώ.

02

Κανένας άντρας, καμιά γυναίκα, δεν είναι καθαρός από ελαττώματα. Ο Μπομπ Μάρλεϊ οπωσδήποτε είχε πολλά. Κυρίως, επειδή ήταν ρασταφάρι, ήταν βαθειά θρησκευόμενος κι αυτό τον έκανε κατά τη γνώμη μου πολιτικά αφελή – η πρώτη συναυλία που έκανε στην Αφρική, με τις πιο αγνές προθέσεις, ήταν για ένα δικτάτορα, τον Πρόεδρο Μπόνγκο της Γκαμπόν, πράγμα αρκετά ειρωνικό. Αλλά μαθαίνοντας τα ελαττώματα του Μάρλεϊ τον αγάπησα, στην πραγματικότητα, περισσότερο, γιατί από θρύλος γίνεται ξαφνικά μια φιγούρα με την οποία μπορείς να ταυτιστείς αν θέλεις, κατεβαίνει από το βάθρο του και γίνεται γήινος.

03

Η μεγαλύτερη πρόκληση στη δημιουργία αυτής της ταινίας ήταν ότι, παραδόξως, υπάρχει ελάχιστο οπτικό υλικό από τον ίδιο και τις συναυλίες του. Δεν είναι σαν τους Beatles που, στα χρόνια της διασημότητάς τους, η κάθε τους μέρα καταγραφόταν σε φιλμ απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Για τα πρώτα 11 χρόνια της καριέρας του δεν υπάρχει το παραμικρό πλάνο, μόνο φωτογραφίες κι αυτές όχι καλές. Απ’ το 1962, όταν έκανε τους Wailers, μέχρι το 1973 δεν υπάρχει τίποτα. Αυτή η έλλειψη εντείνει το μυστήριο, μαζί με παράξενα στοιχεία της ζωής του, σαν τον πατέρα του, έναν λευκό άντρα που τον φώναζαν «Καπετάνιο», έναν 65χρονο γυναικά με διάφορα παιδιά σε διάφορα μέρη του κόσμου, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζωή του Μπομπ, που μεγάλωσε χωρίς πατέρα, μιγάς, εκείνη την εποχή στην Τζαμάικα. Και μια από τις μεγαλύτερες κινητήριες δυνάμεις στην καριέρα και τη ζωή του Μάρλεϊ ήταν να κερδίσει μεγαλύτερη αναγνώριση και κύρος από τη μεγαλοαστική οικογένεια λευκών, του πατέρα του, που του γύρισε την πλάτη. Γιατί η επιτυχία είναι η καλύτερη εκδίκηση.

04

Στην ταινία ακούγονται, με κάποιον τρόπο, 50 τραγούδια του Μάρλεϊ, είναι πολλά! Ωστόσο προσπάθησα να διαλέξω τραγούδια που να σχετίζονται με τη βιογραφία του – δεν είναι κινηματογράφηση συναυλιών, είναι μια ταινία για τη ζωή του. Κι αντίστροφα, όπως συμβαίνει με πολλούς μουσικούς, τα περισσότερα τραγούδια του είναι αυτοβιογραφικά ούτως ή άλλως, οπότε βαλμένα σε κατάλληλες θέσεις στην ταινία, φωτίζουν την ψυχολογία του εκείνης της εποχής. Το παράξενο με τη μουσική του Μπομπ Μάρλεϊ είναι πως πια τη γνωρίζουμε όλοι τόσο καλά που όταν ακούμε τραγούδια του κάπου δε μας κάνουν εντύπωση, ακούγονται σα μουσικό χαλί. Ελπίζω ότι κάνοντας αυτήν την ταινία, εξηγώντας τη ζωή του και τους στόχους του, οι άνθρωποι θα ξανακούσουν τη μουσική του σα να είναι η πρώτη φορά. Κάποιοι θεατές μου είπαν ότι είδαν την ταινία και πήγαν κι αγόρασαν μουσική του Μπομπ Μάρλεϊ, που δεν είχαν ποτέ κι αυτό για μένα σημαίνει ότι κατάφερα αυτό που ήθελα, εκεί βρίσκεται όλο το νόημα! Δεν υπάρχει λόγος να κάνεις μια ταινία για ένα μεγάλο καλλιτέχνη, αν αυτή δε σε στέλνει πίσω στην τέχνη του.


Διαβάστε περισσότερα για το «Marley» του Κέβιν Μακντόναλντ και συναντήστε την ταινία από την Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου, στις αίθουσες Μικρόκοσμος και Ααβόρα.