Γυρίσματα

Πρώτες Εικόνες: «Chinatown: Τα Τρία Καταφύγια» της Αλίκης Δανέζη Κνούτσεν

of 10

Λίγο πριν ολοκληρώσει τα γυρίσματα, η Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν αποκαλύπτει στο Flix τις πρώτες εικόνες από τη νέα της ταινία και εξομολογείται πόσο τρελό ήταν το όνειρο μιας ταινίας πολεμικών τεχνών γυρισμένη στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Πρώτες Εικόνες: «Chinatown: Τα Τρία Καταφύγια» της Αλίκης Δανέζη Κνούτσεν
Η Κατερίνα Μισιχρόνη στο «Chinatown:Τα Τρία Καταφύγια» της Αλίκης Δανέζη Κνούτσεν

Πως θα αντιδρούσατε αν σας έλεγαν πως υπάρχει μια γυναίκα σκηνοθέτις που γυρίζει μια ελληνοκυπριακή ταινία πολεμικών τεχνών με φόντο την Ακρόπολη; Κρατήστε όση ώρα θέλετε το στόμα σας ανοιχτό, τουλάχιστον όσο χρειάζεται για να σιγουρευτείτε πως η παραπάνω φήμη είναι τελείως αληθινή. Δέκα χρόνια μετά την δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, το «Bar», και έχοντας θητεύσει με επιτυχία στο θεάτρο (ανάμεσα σε άλλα σκηνοθέτησε το 2001 στη Νέα Υόρκη το «Closer» και στην Αθήνα το «Festen» το 2006) η Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο δρόμο για την ολοκλήρωση της πρώτης ελληνοκυπριακής ταινίας πολεμικών τεχνών με τίτλο «Chinatown:Τα Τρία Καταφύγια». Στο κέντρο της βρίσκεται η ιστορία της Κλειώς, μιας νεαρής κοπέλας, από Κινέζο πατέρα και Κύπρια μητέρα, η οποία μαθαίνει πως ο πατέρας της δεν πέθανε από φυσικά αίτια αλλά πως δολοφονήθηκε από την κινεζική μαφία και αποφασίζει να ζητήσει εκδίκηση.

Μια ελληνοκυπριακή ταινία kung fu; Κάποιος θα ρωτούσε τι ακριβώς είχες στο μυαλό σου όταν σκέφτηκες την ιδέα για το «Chinatown: Τα Τρία Καταφύγια»; Η ιδέα ξεκίνησε σαν ένα αστείο που έλεγα σε φίλους για μια ιστορία εκδίκησης μιας κοπέλας, μισής Κύπριας, μισής Κινέζας, η οποία ζητάει εκδίκηση για το θάνατο του πατέρα της. Ηταν το 2005, όταν η Αθήνα άρχισε να αποκτάει τα πρώτα της κινέζικα μαγαζιά στο κέντρο της πόλης. Και ήθελα πολύ να κάνω μια ταινία δράσης. Μια ταινία που να ακολουθεί πιστά την κλασική δομή μιας ταινίας δράσης, με τις ανατροπές, την πρώτη, δεύτερη, τρίτη πράξη. Δεν είμαι εγώ που θα το κρίνω, αλλά πιστεύω πως υπάρχει μια συνέχεια στη δουλειά μου και υπάρχει μια θεματολογία που εξελίσσεται. Νομίζω πως ήρθε η στιγμή όλο αυτό το πράγμα να εκτονωθεί. Εκεί γεννήθηκε η ιδέα του κουνγκ φου. Ηταν ένας πάρα πολύ ωραίος τρόπος για να εκτονωθεί ο κεντρικός χαρακτήρας. Σιγα σιγά, άλλά και αβίαστα,άρχισα να γράφω την ιστορία. Σαν ένα παραμύθι. Χωρίς να το καταλάβω, ανακάλυψα πως είχα στα χέρια μου ένα σενάριο.

Ποιές ήταν οι κινηματογραφικές/λογοτεχνικές αναφορές σου κατά τη διάρκεια της συγγραφής του σεναρίου; Διάβασα πολύ, είδα πολλές ταινίες, ήρθα και σε επαφή με ανθρώπους που ασχολούνται με το κουνγκ φου αλλά και έναν μάστερ του κουνγκ φου που ζει χρόνια στην Ελλάδα, ο οποίος εκτός από το ότι παίζει και στην ταινία, με βοήθησε πολύ στην διαδικασία συγγραφής του σεναρίου αλλά και στο γύρισμα. Κάπως έτσι προχώρησε και εξελίχθηκε το πρώτο draft του σεναρίου. Από τότε πέρασε από πάρα πολλές γραφές. Οσο πιο κλασικά ακολουθείς τη δομή μιας ταινίας δράσης, τόσο πιο συγκεκριμένα είναι τα πράγματα που πρέπει να δουλευτούν. Συμμετείχα με το σενάριο σε διάφορα σεμινάρια και χρειάστηκε χρόνος για να σιγουρευτώ πως έχω κάτι καλό στα χέρια μου.

Σε μια δύσκολη εποχή για να κάνεις ταινίες, αποφάσισες να κάνεις μια «δύσκολη» ταινία. Αυτό πως ονομάζεται: πάθος ή τρέλα; Ο τρελός δεν θα πει ποτέ «είμαι τρελός». Αν το πει, δεν τον κλείνουν μέσα. Τα πράγματα για μένα βγαίνουν μέσα από εσωτερικές διεργασίες και αυτές είναι που με σπρώχνουν να ξεκινήσω κάτι. Αυτό είναι και καλό και κακό. Θαυμάζω τους ανθρώπους που μπορούν να μετράνε τα πάντα και να έχουν την εκάστοτε κατάσταση υπό τον έλεγχο τους. Δεν είμαι έτσι, δυστυχώς ή ευτυχώς. Με ενδιαφέρει να βρίσκομαι εκεί όπου υπάρχει πάθος. Πέρασε πολλές φορές από το μυαλό μου η σκέψη του «τι ακριβώς κάνω;». Προβληματίστηκα και αμφισβητούσα το κατά πόσο θα είναι εφικτή μια τέτοια ταινία, αλλά η ανάγκη ήταν πιο δυνατή. Πιστεύω πως όταν θες κάτι υπάρχει πάντα ο τρόπος. Και έτσι έχω λειτουργήσει μέχρι σήμερα σε ό,τι έχω κάνει.

Πώς φρόντισες να εξασφαλίσεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα σε σχέση με τις σκηνές δράσης; Ξεκίνησε με τον μάστερ Τανγκ Τουνγκ Γούινγκ και τον μαθητή του, Δημήτρη Ζωγραφάκη. Αυτοί με έβαλαν πολύ μέσα στην όλη κατάσταση και με βοήθησαν και με το κάστινγκ, με την φιλοσοφία, νοοτροπία και τρόπο σκέψης του κουνγκ φου. Ωστόσο υπήρχαν τεχνικές απαιτήσεις που δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν μόνοι τους. Μέσω του διευθυντή φωτογραφίας της ταινίας, του ήρθε στην Ελλάδα η Αντζι Ράου, που έχει δουλέψει σε σειρά ταινίων όπως το «Matrix», το «Βourne Identity», το «Ninja Assassins» και έστησε όλο αυτό το πράγμα με πολύ λίγα χρήματα. Ημουν πολύ τυχερή γιατί είχα ένα πολύ μεγάλο συνεργείο από γερμανούς που λίγο πριν είχαν δουλέψει ως ομάδα σε μια μεγάλη παραγωγή στη Γερμανία. Η ιδέα του να κάνουμε μια μικρή ταινία δράσης στην Ελλάδα και την Κύπρο τους ενθουσίασε. Και φυσικά τίποτα δεν θα είχε γίνει χωρίς τη συμβολή του Κέντρου Κινηματογράφου της Κύπρου. Η ενίσχυση του αποτελεί σχεδόν τη βασική χρηματοδότηση της ταινίας. Τους θαυμάζω γιατί πήραν το ρίσκο να εκγκρίνουν μια ταινία πολεμικών τεχνών.

Εκανες γυρίσματα μέσα σε ένα τρομερό κλίμα ενθουσιασμού για την πορεία του ελληνικού κινηματογράφου, εγχώρια και διεθνώς. Πόσο σε επηρέασε αυτή η ατμόσφαιρα; Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα. Και κυρίως το γεγονός πως, παρ ΄όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ελληνικό σινεμά, έχει να δείξει αυτές τις δουλειές και έχει αναγνωριστεί με αυτόν τον τρόπο στο εξωτερικό. Σίγουρα έχει δημιουργηθεί ένα πολύ καλύτερο έδαφος για να κινηθούν κάποιες ταινίες. Αυτό που θεωρώ επίσης σημαντικό είναι ότι αρκετοί δημιουργοί κινούνται προς την κατεύθυνση ταινιών που έχουν αρκετά στοιχεία είδους (genre). Εκεί πιστεύω ότι υπάρχει μια σύμπνοια και μια παράλληλη πορεία και είναι κάτι που χρειαζόμαστε. Εντάξει το ελληνικό στίγμα, εντάξει ο ποιητικός κινηματογράφος, αλλά χρειάζεται να πειραματιστούμε και με άλλα είδη. Είναι πολύ σημαντικό ότι υπάρχει μια άλλη ευκαιρία να γίνουν πολύ καλύτερα σενάρια γιατί για πρώτη φορά εχουν κάπου να πατήσουν. Πάντοτε βάζεις το δικό σου στίγμα σε ένα σενάριο, αλλά στις ταινίες είδους είσαι υποχρεωμένη να ακολουθήσεις συγκεκριμένους κανόνες.

Πώς κατάφερες να βρεις την ιδανική πρωταγωνίστρια για να υποδυθεί την Κλειώ; Είδα την Κατερίνα Μισιχρόνη για πρώτη φορά σε ένα κάστινγκ το 2005, όταν είχε μόλις αρχίσει να δουλεύει ως ηθοποιός. Είναι χορεύτερια, έχει δυνατό παρουσιαστικό, φοβερή κίνηση και ευλυγισία. Επίσης έχει και με έναν περίεργο τρόπο κάτι το ασιατικό στο πρόσωπο της. Ολα τα απαραίτητα δηλαδή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας. Μέχρι να ξεκινήσουμε τα γυρίσματα εκπαιδεύθηκε στο κουνγκ φου και δούλεψε και ως ηθοποιός σε άλλες δουλειές. Μπήκε στην ταινία τελείως αφοσιωμένη και το αποτέλεσμα μπορώ να πως πως είναι πέραν πάσης προσδοκίας.

Υπάρχει κάποιος ή κάτι που θα έκανες τα πάντα για να εκδικηθείς, όπως ακριβώς κάνει η ηρωίδα σου; Νομίζω ότι κάνουμε ταινίες για τα πράγματα που δεν μπορούμε να κάνουμε στην πραγματικότητα.

Chinatown: Τα Τρία Καταφύγια / Παραγωγή: Αννα Τσιάτρα, Roads and Oranges Film Productions Σκηνοθεσία: Αλίκη Δανέζη ΚνούτσενΣενάριο: Αλίκη Δανέζη ΚνούτσενΦωτογραφία: Βλαντιμίρ ΣούμποτιτςΣκηνικά: Λιζά ΤσουλούπαΚοστούμια: Στέλιος ΣτυλιανούΜακιγιάζ: Εύη ΖαφειροπούλουΜοντάζ: Κενάν Ακάουι Πρωταγωνιστούν: Κατερίνα Μισιχρόνη, Θέμις Μπαζάκα, Γιάννης Στάνκογλου, Κούλης Νικολάου, Ρίτσαρντ Τζι, Κρις Λι, Μάστερ Τανγκ Τουνγκ Γουινγκ