Στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, ο 14χρονος Ελίας γνωρίζει τον νέο γείτονά του, τον Αλεξάντρ, ένα αγόρι από τις Βρυξέλλες που ξεχωρίζει για την αυτοπεποίθηση και την αποφασιστικότητά του. Σύντομα, οι δυο τους αναπτύσσουν μία πολύ δυνατή φιλία. Ο Αλεξάντρ, ανοικτά queer, δεν αργεί να αποκαλύψει τη σεξουαλική του ταυτότητα στον Ελία, ρωτώντας τον αν έχει κοπέλα και προκαλώντας τον κατ' αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίσει τα δικά του αναδυόμενα συναισθήματα. Καθώς το ειδύλλιο μεταξύ τους αναπτύσσεται, ο Ελίας θα κληθεί να αναμετρηθεί με τις ενδόμυχες συγκρούσεις του, να αποδεχτεί τον εαυτό του και εντέλει να μεγαλώσει.
Το φιλμ του Αντονι Σάτεμαν προσπαθεί να αγγίξει με στοργή τα συναισθήματα που συνοδεύουν την εφηβεία, την επιθυμία και την αυτοανακάλυψη, αλλά συγχρόνως δεν τολμά να απομακρυνθεί ουσιαστικά από τις αισθητικές και αφηγηματικές νόρμες που έχουν πια παγιωθεί στο σύγχρονο queer coming-of-age σινεμά.
Εξόφθαλμα η χρήση της φύσης, της καλοκαιρινής ατμόσφαιρας, ακόμα και η επιλογή του soundtrack, παραπέμπουν σε μία διαρκή συνομιλία με τον κόσμο του Λούκα Γκουαντανίνο, καθιστώντας το φιλμ - σχεδόν - μία μελαγχολική παραλλαγή του «Να Με Φωνάζεις Με Τ' Ονομά Σου». Αλλά αυτή η παραπομπή, όσο συναισθηματικά εύστοχη κι αν είναι, φέρνει στην επιφάνεια ένα ευρύτερο ζήτημα: πόσες φορές θα πρέπει να ειπωθεί η ίδια ιστορία μέσα από τα ίδια φίλτρα ευαισθησίας, τάξης, και αισθητικής; Κι ας χειρίζεται το φιλμ με φροντίδα την queer εμπειρία. Δεν καταφέρνει να ξεφύγει από τη χρήση μοτίβων που παραπέμπουν σε μία εξωφρενικά γνώριμη, κλισέ οδό.
Εν ολίγοις, ίσως έχει έρθει - επιτέλους - ο καιρός να αναρωτηθούμε συλλογικά γιατί η αναπαράσταση της queer ταυτότητας στο σινεμά περιορίζεται (κυρίως) στη μελαγχολία και τη ρομαντική εσωστρέφεια, την ίδια στιγμή που η ανάγκη διεύρυνσης του αφηγηματικού ορίζοντα προς λιγότερο προβλέψιμα και πιο σύνθετα πορτρέτα, τα οποία υπηρετούν με ουσιαστικότερο τρόπο την ανάδειξη της πολυπλοκότητας του queer βιώματος, είναι ίσως πιο καίρια από ποτέ... Γιατί το «Πρώτος Ερωτας» μπορεί να αποτελεί μία τίμια, (συζητήσιμα) συγκινητική δουλειά που σέβεται το κοινό της και τον κόσμο που αναπαριστά, ωστόσο καθώς το queer σινεμά ωριμάζει, τέτοιες ταινίες δεν μπορούν παρά να λειτουργούν ως ενδιάμεσοι σταθμοί: Γλυκεροί, αλλά όχι αρκετοί.