Βασισμένο στο πρώτο βιβλίο της ομώνυμης δυστοπικής σειράς young adult μυθιστορημάτων του Φίλιπ Ριβ, το «Mortal Engines» εκτυλίσσεται σε ένα μακρινό μέλλον όπου τίποτα δεν θυμίζει τον κόσμο μας όπως τον ξέρουμε. Επειτα από έναν πόλεμο που προκάλεσε μια σειρά καταστροφικών γεωλογικών μεταβολών, ο πλανήτης μας είναι ένα άγονο μετα-αποκαλυπτικό τοπίο και οι σύγχρονες πόλεις βρίσκονται πλέον διαρκώς εν κινήσει ως γιγαντιαίες μηχανικές κατασκευές, με τις μεγαλύτερες από αυτές να κυνηγούν και να καταβροχθίζουν τις μικρότερες σαν αρπακτικά, προκειμένου να εξασφαλίσουν τις τεράστιες ανάγκες τους σε ενέργεια και πρώτες ύλες, και χρησιμοποιώντας τους κατοίκους τους ως φτηνά εργατικά χέρια στα έγκατά τους.
Είναι μια εξωφρενική όσο και θεαματική ρετρο-φουτουριστική ιδέα, που λειτουργεί εξίσου σαν μια ενδιαφέρουσα μετεξέλιξη των πειρατικών πλοίων όσο και ως μια μεταφορά για το ίδιο το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα, και με ενδιαφέρουσες νύξεις για την τεχνολογία μας ως επικίνδυνο απολίθωμα του μέλλοντος. Μόνο που το φιλμ του storyboard artist και σπεσιαλίστα των ειδικών εφέ Κρίστιαν Ρίβερς, ο οποίος πραγματοποιεί εδώ το μεγάλου μήκους σκηνοθετικό του ντεμπούτο, με τις ευλογίες του παραγωγού και συν-σεναριογράφου Πίτερ Τζάκσον, δεν ενδιαφέρεται παρά εξαιρετικά επιδερμικά για να αναπτύξει τις κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις της ιστορίας του, σε μια σάγκα παρόμοια με εκείνη των «Αγώνων Πείνας», επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στις ανέμπνευστες περιπέτειες των νεαρών ηρώων που αγωνίζονται να σταματήσουν τη σαρωτική επεκτατική πορεία του Λονδίνου προς την Ανατολή.
Είναι πραγματικά κρίμα που μια οπτικά τόσο φιλόδοξη κατασκευή περιορίζεται σεναριακά εν τέλει σε έναν ακόμα αγώνα δρόμου για να εμποδιστούν τα παρανοϊκά σχέδια ενός ηγέτη (ο «καπετάνιος» του Λονδίνου, τον οποίο ερμηνεύει ο Χιούγκο Γουίβινγκ, σε μια από τις αναρίθμητες αξιοπρεπείς αλλά τόσο προβλέψιμες εμφανίσεις του σε εμπορικά franchise) να βάλει σε εφαρμογή ένα όπλο μαζικής καταστροφής.
Τα περίπλοκα σκηνικά των ρομποτικών κινούμενων πόλεων, η παρουσία αιθέριων πτητικών μηχανών κι ολόκληρα εναέρια χωριά είναι σχεδιασμένα με φαντασία και λεπτομέρεια σαν ένας μαγευτικός όσο και καταθλιπτικός θαυμαστός καινούργιος κόσμος που δείχνει να έχει δανειστεί ουκ ολίγες ιδέες και ευρήματα από το κινηματογραφικό σύμπαν του Χαγιάο Μιγιαζάκι, και ειδικά από ταινίες όπως το «Nausicaä of the Valley of the Wind», το «Laputa: Castle in the Sky» και το «Howl's Moving Castle». Ποιος ο λόγος, όμως, να κατασκευάσεις κάτι τόσο μεγαλεπήβολο και μεγαλειώδες μόνο και μόνο για να το καταστρέψεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά, μέσα από αλλεπάλληλες σκηνές συγκρούσεων και χάους, χωρίς να έχεις δώσει καν το χρόνο στο θεατή να το απολαύσει και κατά συνέπεια να ενδιαφερθεί για την τύχη του;
Αντ’ αυτού, το «Mortal Engines» επενδύει και αναλώνει το μεγαλύτερο μέρος από τις δύο και κάτι –εξαντλητικές και σίγουρα όχι και τόσο συναρπαστικές– ώρες του στις προσπάθειες μιας χούφτας νεαρών ανταρτών να διακόψουν την πορεία του Λονδίνου και να σώσουν τους κατοίκους του και, κυρίως, την ουτοπική ασιατική πόλη εναντίον της οποίας κατευθύνεται. Κι αυτό δεν θα ήταν απαραίτητα κακό, αν οι χαρακτήρες τους δεν ήταν τόσο αδιάφοροι (κάτι στο οποίο δεν βοηθούν και οι επίπεδες, στην καλύτερη περίπτωση, ερμηνείες των νεαρών πρωταγωνιστών) και στερεοτυπικοί, είτε υποκινούμενοι από ένα ακραία μελοδραματικό, εξωφρενικό και ασυνάρτητο backstory (όταν αυτό υπάρχει καν) είτε απλά φορώντας τον μανδύα του cool.
Ο Ρίβερς αρέσκεται να κινηματογραφεί τις σκηνές της αυτοθυσίας αρκετών από αυτούς με λυρισμό και ελεύθερες πτώσεις σε slow motion, σε μια φτηνή προσπάθεια να εκμαιεύσει το συναίσθημα των θεατών – είναι όμως μάλλον μάταιο, κι ενίοτε στα όρια του γελοίου, όταν τις περισσότερες φορές δεν θυμόμαστε καν τα ονόματά τους.
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί το Χόλιγουντ αποφάσισε να επενδύσει στα βιβλία του Ριβ ως το επόμενο νεανικό franchise φαντασίας του, είναι δύσκολο ωστόσο να φανταστούμε το «Mortal Engines» να πηγαίνει μακριά, όταν δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί με δημιουργικό τρόπο τα στοιχεία εκείνα που εξαρχής έκαναν ξεχωριστό το πρωτότυπο υλικό.