Από την «Αμερικάνικη Νύχτα» του Τριφό και το «8 1/2» του Φελίνι, ως τη φετινή «Δεύτερη Πράξη» του Κεντάν Ντουπιέ που άνοιξε το Φεστιβάλ Καννών, οι ταινίες στην ιστορία του σινεμά που καταπιάνονται με την ίδια την κινηματογραφική δημιουργία έχουν αφήσει το δικό τους αποτύπωμα, το οποίο, στην «κοινωνία της πληροφορίας», της διάχυσης της γνώσης και των social media που δεν αφήνουν τίποτα κρυφό κάτω από τον ψηφιακή ήλιο, αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Σ' αυτή την κατηγορία εντάσσεται κι η νέα ταινία του Σεντρίκ Καν («Μάντεψε Ποιος Ηρθε Για τα Γενέθλιά Σου;»), συνδυάζοντας την εξομολόγηση, την υπαρξιακή και καλλιτεχνική αναζήτηση, τον... δικαιωματισμό και το ώριμο, ελαφρώς μελαγχολικό, χιούμορ.
Κεντρικός ήρωας της ταινίας, παρότι όχι ο πιο ενδιαφέρων, είναι ο Σιμόν, το alter ego του Σεντρίκ Καν, ο Σκηνοθέτης, με Σ κεφαλαίο, ο auteur, που θα βάλει τα πάντα σε δεύτερη μοίρα προκειμένου να ολοκληρώσει την ταινία του - ή μήπως όχι; Αυτό το φιλμ που ετοιμάζει ο Σιμόν είναι μια σοσιαλιστική ταινία κοινωνικού ρεαλισμού, η καταγραφή της αντίστασης των εργατών ενός εργοστασίου απέναντι στο Κεφάλαιο (κι αυτό με Κ κεφαλαίο), βασισμένη σε πραγματική ιστορία, ανεβάζοντας τον πήχη του meta. Ομως, από την πρώτη μέρα του γυρίσματος, θα προκύψουν προβλήματα παράλληλα με τη δράση της ταινίας. Οι παραγωγοί (το Κεφάλαιο) θα θελήσουν ν' αλλάξουν το φινάλε του σεναρίου προς το πιο happy, η ρευστότητα κατά τη line producer θα εξαφανιστεί, το συνεργείο θα κληθεί να δουλέψει «για τη σημαία», χωρίς αμοιβή, ο Σκηνοθέτης θα δει όχι μόνο το όραμά του, αλλά και τις προσωπικές του σχέσεις, να διαλύονται, ο πρωταγωνιστής θα θελήσει να σώσει το ρόλο του πατώντας επί πτωμάτων κι ένας ρομαντικός νεαρός που δουλεύει ως κομπάρσος αλλά ονειρεύεται να γίνει κι αυτός σκηνοθέτης, θ' αναλάβει να τραβήξει το making of, καθώς, καρέ-καρέ, ερωτεύεται την πρωταγωνίστρια του φιλμ.
Δεν είναι η ουσία της ταινίας του Σεντρίκ Καν που κερδίζει τα εύσημα πρωτοτυπίας, αντίθετα, στο μπλέξιμο των δυο σεναρίων, του δικού του και του... Σιμόν, χρησιμοποιεί ένα σωρό κλισέ, φορές κοινότυπα, φορές απολαυστικά. Είναι η ευαισθησία, η αυτοκριτική με την οποία αντιμετωπίζει το σύμπαν του σινεμά και των εργατών του, που κερδίζει το στοίχημα με έναν τόσο γαλλικό και τόσο ευπρόσδεκτο συνδυασμό χιούμορ, απόγνωσης κι ενός πάντα ωφέλιμου στο σινεμά love story. Το happy end που περιμένει η παραγωγή έρχεται... από αλλού, όμως ως εκεί ο Σεντρίκ Καν έχει εκμαιεύσει μια σειρά από εκπληκτικές ερμηνείες (το έτοιμο να εκραγεί flatness του Ντενί Πονταλιντές ως Σιμόν, η εκρηκτική ενέργεια του Ζονατάν Κοέν ως πρωταγωνιστή, το κλείσιμο ματιού της σκηνοθέτη και ηθοποιού Εμανουέλ Μπερκό ως πραγματίστρια line producer, η μαγνητική ομορφιά και δύναμη της Σουεϊλά Γιακούμπ στην οθόνη). Κι έχει καλλιεργήσει ένα συναίσθημα αναγνώρισης, συμπόρευσης, τρυφερότητας και προστατευτικότητας για το Σινεμά (με Σ κεφαλαίο επίσης), που αφοπλίζει με την ειλικρίνεια και τη μεστότητά του.