Συνέντευξη

She can boogie. Η Σοφία Εξάρχου μιλάει στο Flix για το «Animal», μια ταινία με μεγάλη ψυχή

στα 10

Μετά τις πανηγυρικές προβολές στο Λοκάρνο και το Σεράγεβο, η σκηνοθέτης μοιράζεται την αλήθεια της ταινίας της, πίσω από το γκλίτερ, στη σκιά του καλοκαιριού.

She can boogie. Η Σοφία Εξάρχου μιλάει στο Flix για το «Animal», μια ταινία με μεγάλη ψυχή

Φωτογραφίες από τα γυρίσματα του «Animal», Γιώργος Ηλιόπουλος

Το 2016, με το «Park», η Σοφία Εξάρχου έστησε μια μικροκοινωνία στα ξεθωριασμένα κτίρια του Ολυμπιακού χωριού και περιέγραψε την Ελλάδα στην post coital μελαγχολία, μετά τους Αγώνες, μέσα στην κρίση, μπροστά στο αδέξοδο. Σήμερα φέρνει στη συζήτηση το «Animal», τη νέα της ταινία, που αποτυπώνει την Ελλάδα όπως έχει αλλάξει, από τους Αγώνες ως τώρα, αλλά κι από το ένα φιλμ ως το άλλο. Το «Animal», που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, όπου η πρωταγωνίστρια, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, τιμήθηκε πανηγυρικά με το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας και συνέχισε με το Φεστιβάλ του Σεράγεβο, παίρνει τώρα δρόμο για τη Viennale στην Αυστρία, το Φεστιβάλ του Βανκούβερ και έπεται συνέχεια.

Διαβάστε ακόμη:

Στο «Animal», μια ομάδα ανιματέρ, παλιών και νέων, παρουσιάζει κάθε βράδυ το καλλιτεχνικό της πρόγραμμα στη σκηνή του παραθαλάσσιου ξενοδοχείου Mirage. Επικεφαλής τους η Κάλια, η πιο «παλιά», και δίπλα της ο Σίμος στο ρόλο του «παρουσιαστή», η μικρή του κόρη Μαίρη, η νεοφερμένη Εύα, ο Θωμάς, ο Βλαντιμίρ, η Φανή, όλοι τους μέλη μιας ιδιότυπης, παράταιρης οικογένειας. Βρισκόμαστε στις αρχές της τουριστικής σεζόν και το ξενοδοχείο γεμίζει επισκέπτες. Χάρτινα ντεκόρ, νάυλον κοστούμια, κωμικά σκετς, φάλτσα καραόκε και φτηνό γκλίτερ γεμίζουν την υπαίθρια σκηνή κάθε βράδυ. Καθώς όμως οι εβδομάδες περνάνε, η θερινή φιέστα γίνεται ολοένα και πιο άγρια, περισσότερο τολμηρή. Οι νύχτες της Κάλιας μοιάζουν πλέον ανεξέλεγκτες. Η ποπ έκσταση του ιλουστρασιόν δίνει τη θέση της στο κενό μιας μεθυσμένης εξτραβαγκάντσας και σκληρές αλήθειες αποκαλύπτονται μέσα από το σκοτάδι. Οταν όμως τα φώτα ανάψουν ξανά, το σόου πρέπει να συνεχιστεί.

Για την ώρα ο προβολέας πέφτει πάνω στη Σοφία Εξάρχου: η σκηνοθέτης και σεναριογράφος μιλά στο Flix για τις προθέσεις της, τους συνεργάτες της, τα resorts ενός καμμένου καλοκαιριού, τ' απόνερα του δυτικού καπιταλισμού και τη σημασία του Yes sir, I can Boogie ως άσκηση συνειδητοποίησης. Διαβάστε όσα μας είπε παρακάτω.

animal

Animal, anima, animateur, σε ποιο πεδίο της ανθρώπινης συμπεριφοράς παραπέμπει ο τίτλος σου, το ενστικτώδες, ζωώδες, σωματικό, το πνευματικό, ψυχικό, το «προστατευόμενο»;

Anima σημαίνει ψυχή στα λατινικά. Animateurs είναι αυτοί που «προσφέρουν» ψυχή στην πελατεία τους. Αυτοί που πρέπει να εμψυχώσουν, να διασκεδάσουν τους πελάτες. Με ένα L στο τέλος το Αnima γίνεται Αnimal. Αυτές οι λέξεις και το λογοπαίγνιο γύρω από αυτές παραπέμπει πρωτίστως στο σύμπαν της ταινίας. Είναι ένα σχόλιο για τις εργασιακές συνθήκες της τουριστικής βιομηχανίας, τη διττή μορφή της, την εικόνα μπροστά και πίσω από τη σκηνή των animateurs, τη μορφή της διασκέδασης και πώς «προσφέρεται» μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Μέσα σε αυτό το σύμπαν βέβαια, η ταινία προσπαθεί να εξερευνήσει τις ανθρώπινες συμπεριφορές που αναπτύσσονται κάτω από αυτές τις συνθήκες.

Επιλέγεις ν' αφηγηθείς την ιστορία της ταινίας με την κάμερα στραμμένη αποκλειστικά στην ομάδα των καλοκαιρινών περφόρμερ, άντε και στο κοινό τους, ποτέ στους εργοδότες τους, σε μια πιο συστημική πλευρά, θεωρείς ότι κάτι τέτοιο θ' αποδυνάμωνε την ταινία;

Η προσωποποίηση του «κακού», του ανταγωνιστή της ταινίας, σε ένα εργοδότη ή εργοδότες, πιστεύω ότι θα αποδυνάμωνε ακριβώς αυτό το σχόλιο, αυτό το στοχασμό πάνω στο σύστημα. Δεν ήταν μια εύκολη επιλογή, γιατί με αφηγηματικούς όρους, θα ήταν πολύ πιο εύκολη η συγγραφή αυτού του σεναρίου επιλέγοντας για ανταγωνιστή ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Εγώ όμως ήθελα ο ανταγωνιστής της ταινίας μου να είναι το ίδιο το σύστημα και να φέρω αντιμέτωπους τους ήρωές μου (και, κατ' επέκταση, τους θεατές), με έναν ανταγωνιστή που δεν μπορείς να τον νικήσεις. Η ταινία οδηγείται σε μια υπαρξιακή διαδρομή της κεντρικής ηρωίδας ακριβώς γιατί η σύγκρουση με τον ανταγωνιστή-σύστημα είναι μια χαμένη μάχη. Η ταινία δεν «αναρωτιέται» ποιος θα κερδίσει σε αυτή τη σύγκρουση, παρά σκύβει και ακολουθεί αυτή τη γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με αυτή τη συνειδητοποίηση.

Ηθελα η τελική σύνθεση της ομάδας να μοιάζει με ένα μοντέρνο τσίρκο. Οπότε καθόλη τη διάρκεια των οντισιόν σκεφτόμουν διαρκώς ποιος θα είναι ο "αστείος", ποιος ο "δυνατός", ποιος ο κομπέρ, ποια η χορεύτρια/"μπαλαρίνα";»

Πώς μπήκες μέσα στο σύμπαν των resorts και των διασκεδαστών τους, γιατί επέλεξες αυτό ως πεδίο δράσης της ηρωίδας σου;

Αλλες φορές κρυφά, άλλες φορές με άδεια επισκέφτηκα αρκετά all-inclusive resorts τόσο στην Αθήνα όσο και σε διάφορα νησιά. Συμπλήρωσα σε μεγάλο βαθμό την έρευνά μου με την παρακολούθηση πάρα πολλών video στο youtube με animateurs σε όλα τα πλάτη και μήκης της γης, πάνω σε κρουαζερόπλοια, σε χειμερινά resorts, παντού. Είδα πολύ υλικό και εμπνεύστηκα πολύ. Και μετά τα έβαλα όλα αυτά στην άκρη και άρχισα να κατασκευάζω το δικό μου resort, τη δικιά μου ομάδα διασκεδαστών, τα δικά μου σόου που θα υπηρετούσαν τις ιδέες της ταινίας και τις πορείες των χαρακτήρων μου.

Μετά το «Park», ήξερα ότι ήθελα να κάνω μια ταινία για την εργασία στον Δυτικό κόσμο. Τα εργασιακά συστήματα. Η επιλογή της τουριστικής βιομηχανίας ήρθε πολύ γρήγορα, γιατί ήξερα ότι είναι ένας κόσμος που τον γνωρίζω καλά, έχω δει πώς έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες και με ενδιέφερε να τον ερευνήσω περισσότερο. Η ιδέα που ολοκλήρωσε τις σκέψεις μου γι' αυτό το σύμπαν και τον τρόπο με τον οποίο θα προσπαθούσα να το προσεγγίσω ήταν όταν αποφάσισα ότι οι κεντρικοί ήρωες της ταινίας μου θα ήταν οι animateurs του ξενοδοχείου και όχι γενικότερα οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου. Εκεί προστέθηκε το θέμα του entertainment στον καπιταλισμό, που είναι ένα θέμα που μ' ενδιαφέρει πολύ. Υπάρχουν, επίσης, κάποια κοινά στοιχεία ανάμεσα στο επάγγελμά μου και στο επάγγελμα των animateurs που με βοηθούσαν να καταλάβω και να συνδεθώ ακόμα περισσότερο με τους χαρακτήρες μου.

animal

Το μαγικό στην ταινία είναι αυτό το pop (of) humor που έχει, όπως οι χορευτικές οδηγίες στις performance - μπορεί να κάνω λάθος, αλλά αισθάνομαι ότι αυτό απουσίαζε από το «Park». Θεωρείς το δράμα που συμπορεύεται με το χιούμορ δείγμα ωριμότητας; Σου ήταν σημαντικές αυτές οι μικρές αστείες σκηνές;

Το χιούμορ δεν μπορούσε να απουσιάζει από αυτή την ταινία, όπου οι κεντρικοί ήρωές της είναι οι animateurs που κάθε μέρα πρέπει να διασκεδάζουν το κοινό τους με gags και κωμικά χορευτικά. Δουλέψαμε πολύ με τους ηθοποιούς και στη συνέχεια και μαζί με το χορογράφο μας, τον Χρήστο Παπαδόπουλο, για να καταλάβουμε το επάγγελμα των animateurs, τη σχέση που έχουνε με το κοινό, το είδος του χιούμορ και πώς αποδίδεται. Επίσης, στον πυρήνα του σεναρίου ήταν η αντίστιξη αυτού του pop & εύθυμου κόσμου του ξενοδοχείου και του κόσμου που κρύβεται πίσω από τη σκηνή, της καθημερινότητας των ηρώων. Οπότε αυτές οι σκηνές ήταν αναγκαίες για να αναδείξουν αυτή την αντίθεση.

Στο «Park», το σύμπαν ήταν διαφορετικό και η ταινία εστίαζε σε μια παρέα ανηλίκων που ζει σε ένα αδιέξοδο περιβάλλον. Παρόλ' αυτά είχαμε προσπαθήσει με τα παιδιά να προσεγγίσουμε το χιούμορ και να το δουλέψουμε μέσα από διαλογικές σκηνές, αλλά δεν ήταν μια εύκολη διαδικασία καθώς το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας ήταν παιδιά, που ήταν ερασιτέχνες. Στο «Animal» είχα την ευκαιρία να δουλέψω με μια ομάδα επαγγελματιών, οπότε πιστεύω ότι αυτό με βοήθησε να εξελίξω την εργασία μου σε αυτό το κομμάτι περισσότερο. Αφιερώσαμε πολύ χρόνο στις πρόβες για να δουλέψουμε πάνω στο χιούμορ με διάφορους τρόπους. Αυτοσχεδιάσαμε αρκετά προσπαθώντας να ανακαλύψουμε το χιούμορ και τους «κώδικες» όλης της ομάδας, το ιδιαίτερο χιούμορ του κάθε χαρακτήρα, το χιούμορ στο χώρο εργασίας.

Δεν είναι ικανοποίηση αυτό που νιώθω για την ερμηνεία της Δήμητρας. Είναι κάτι πιο σύνθετο και συγκινητικό. Με συγκινεί πάντα η πορεία που κάνει ένας ηθοποιός για να καταφέρει να ενσαρκώσει με λεπτομέρεια, ακρίβεια και ψυχή ένα χαρακτήρα που έχει γεννηθεί στο μυαλό κάποιου άλλου.»

Πώς επέλεξες τους πρωταγωνιστές σου και πώς βρήκες το καστ των περφόρμερ;

Η διαδικασία του casting κράτησε πολύ καιρό. Από την αρχή ήξερα ότι η ομάδα των animateurs θα αποτελούνταν από ηθοποιούς, χορευτές & performers. Ηξερα ότι οι χορευτές θα ήτανε αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της ομάδας και για τη δημιουργία των σόου, αλλά κυρίως λόγω της σχέσης που έχουνε με το σώμα και την κίνηση. Ηξερα επίσης ότι θα βοηθούσαν πολύ και τους ηθοποιούς σε αυτό τον τομέα. Οπότε ξεκίνησα μαζί με την Κλεοπάτρα Αμπατζόγλου να ψάχνουμε παντού και είδαμε πάρα πολύ κόσμο. Οι οντισιόν στην αρχή ήταν ατομικές, μετά ανά δύο ή τρία άτομα και οι τελικές οντισιόν ήτανε με όλη την ομάδα.

Ηθελα η τελική σύνθεση της ομάδας να μοιάζει με ένα μοντέρνο τσίρκο. Οπότε καθόλη τη διάρκεια των οντισιόν είχα αυτή την εικόνα στο μυαλό μου. Ηθελα να συνθέσω μια ομάδα, που θα είχε όλους αυτούς τους διαφορετικούς χαρακτήρες, σαν ένα μοντέρνο τσίρκο. Σκεφτόμουν διαρκώς ποιος θα είναι ο «αστείος», ποιος ο «δυνατός», ποιος ο κομπέρ, ποια η χορεύτρια/«μπαλαρίνα»; Η τελική ομάδα αποτελείται από τρεις ηθοποιούς (Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Φλομαρία Παπαδάκη, Χρόνης Μπαρμπαριάν), έξι χορευτές/performers (Αχιλλέας Χαρίσκος, Ηλίας Χατζηγεωργίου, Ελπίδα Ορφανίδου, Ιωάννα Τουμπακάρη, Νώντας Δαμόπουλος, Φαίη Τζούμα) και έναν ηθοποιό-μουσικό (Κριστόφ).

animal

Είχες στο μυαλό σου τη Δήμητρα Βλαγκοπούλου γράφοντας την ηρωίδα; Πώς προετοιμαστήκατε, αναλυτικά αλλά και σωματικά; Πόση ικανοποίηση νιώθεις με τη συγκλονιστική, πραγματικά, ερμηνεία της;

Είχα στο μυαλό μου την Αννα, το γυναικείο χαρακτήρα από το «Park» που είχε ενσαρκώσει η Δήμητρα Βλαγκοπούλου. Αναρωτιόμουν πώς θα ήταν αυτή η κοπέλα 10 χρόνια μετά, πού θα ήταν. Κάπως αφηρημένα, η Κάλια του «Animal» είναι μια συνέχεια της Αννας. Οπότε ναι, μάλλον έβλεπα και τη μορφή της Δήμητρας πολλές φορές όταν έγραφα την Κάλια.

Δουλέψαμε μαζί για πολλούς μήνες και σε πολλά, διαφορετικά στάδια. Αναλύσαμε αρχικά μαζί το κείμενο και το χαρακτήρα της Κάλιας και μοιράστηκα με τη Δήμητρα όλο το υλικό από την έρευνά μου. Μετά προχωρήσαμε στις πρόβες, τόσο για σκηνές που υπήρχανε στο σενάριο, όσο και για σκηνές που δεν υπήρχανε. Προσπαθούσαμε μέσα από αυτοσχεδιασμούς να κατανοήσουμε και να συνθέσουμε σιγά σιγά την Κάλια. Να βρούμε το σώμα της, την κίνησή της, το περπάτημά της, τη φωνή, το γέλιο της, τις αγαπημένες της ατάκες. Παράλληλα δουλεύαμε μαζί με τους άλλους ηθοποιούς τις σχέσεις της και τις δυναμικές τους και μέσα από τις ομαδικές πρόβες, τη θέση και το ρόλο της μέσα στην ομάδα.

Δεν είναι ικανοποίηση αυτό που νιώθω για την ερμηνεία της Δήμητρας. Είναι κάτι πιο σύνθετο και συγκινητικό. Ενώ ξέρω ακριβώς κάθε φορά τα στάδια που θα ακολουθήσω στις πρόβες και πιστεύω πολύ στη διαδικασία καθώς και στους ηθοποιούς με τους οποίους επιλέγω να συνεργαστώ, πάντα εκπλήσσομαι όταν βλέπω το τελικό αποτέλεσμα, το χαρακτήρα που γεννιέται στο τέλος μέσα από αυτή τη διαρκή αλληλεπίδραση σκηνοθέτη-ηθοποιού, που είναι μια διαδικασία δύσκολη, αλλά και αποκαλυπτική. Με συγκινεί πάντα η πορεία που κάνει ένας ηθοποιός για να καταφέρει να ενσαρκώσει με λεπτομέρεια, ακρίβεια και ψυχή ένα χαρακτήρα που έχει γεννηθεί στο μυαλό κάποιου άλλου.

Ενα μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού αγωνιά καθημερινά για να καλύψει τις βασικές του βιοτικές ανάγκες και που αδυνατεί να ελπίζει και να ονειρεύεται για κάτι περισσότερο από αυτό.»

Τι εξυπηρετεί ως ηρωίδα η νεοφερμένη Εύα;

Η Εύα γεννήθηκε μέσα από την Κάλια. Από την αρχή ήξερα ότι η κεντρική πρωταγωνίστρια της ταινίας μου θα ήταν μια γυναίκα 35 χρόνων (η Κάλια), που δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια, χειμώνα-καλοκαίρι σε ένα μεγάλο τουριστικό συγκρότημα. Μια γυναίκα που είναι βυθισμένη απόλυτα μέσα σ' αυτό τον κόσμο. Μετά γεννήθηκε η ιδέα για το «άλλο κορίτσι». Μια κοπέλα μόλις 17 χρόνων, λίγο πριν την ενηλικίωση, που έρχεται αυτό το καλοκαίρι για να δουλέψει για πρώτη φορά σε αυτό το ξενοδοχείο. Σκέφτηκα τις σχεδόν αντίθετες διαδρομές αυτών των δύο γυναικών καθώς και τη μεταξύ τους σχέση και πάνω σε αυτό άρχισα να δομώ την ιστορία μου.

Μετά άρχισα να επεξεργάζομαι και την ιδέα ότι η Εύα θα μπορούσε να λειτουργήσει στην ταινία ως ένα «πιθανό» backstory της Κάλιας. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα, αντί να αφηγηθώ το αληθινό backstory της Κάλιας μέσα από το διάλογο ή μέσα από flashbacks, να αναπτύξω τη διαδρομή της Εύας με τέτοιο τρόπο ώστε ο θεατής, ενώ παρακολουθεί την ιστορία της, παράλληλα να μπορεί να την ερμηνεύει και να τη βιώνει και ως ένα πιθανό backstory της Κάλιας. Ηταν μια πολύ δύσκολη, αλλά ενδιαφέρουσα αφηγηματική πρόκληση.

Γιατί επέλεξες στην ομάδα να υπάρχει κι ένα παιδί;

Οταν άρχισα να κατασκευάζω το σύμπαν του «Animal», είχα από πολύ νωρίς στο μυαλό μου την εικόνα ενός παιδιού που τριγυρνάει μέσα σε αυτό τον κόσμο. Σαν τα παιδιά που ακολουθούσανε τους περιφερόμενους θιάσους ή που ζούσανε μέσα σ' ένα τσίρκο. Μου γεννήθηκαν πολλές εικόνες και ιδέες σκεπτόμενη αυτό το μικρό κορίτσι - αθώο παρατηρητή αυτού του κόσμου. Με ενδιέφερε πολύ και η ιδέα ενός χαρακτήρα που είχε γεννηθεί μέσα σε αυτό το περιβάλλον. Ενός χαρακτήρα που αυτός ήταν ο μοναδικός κόσμος που γνώριζε. Είχα ήδη αρχίσει να επεξεργάζομαι την ιδέα της Εύας ως πιθανό «backstory» της Κάλιας και σκέφτηκα ότι και η μικρή θα μπορούσε να ακολουθήσει αυτό το σχήμα. Ετσι δημιουργήθηκε αυτό το τρίγωνο των γυναικείων χαρακτήρων στην ταινία. Ο θεατής παρακολουθεί τις παράλληλες και διαφορετικές διαδρομές τους, αλλά φθάνοντας στο τέλος της ταινίας έχει την αίσθηση ότι ίσως να παρακολούθησε και την ιστορία μιας γυναίκας σε τρεις διαφορετικές περιόδους της ζωής της.

animal

Θεωρείς ότι το «κάνω οτιδήποτε για σπιτάκι φαγάκι λεφτάκια» είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής κατάστασης; Θέλω να πω, πιστεύεις πως η ταινία προσδιορίζει τη σημερινή Ελλάδα, τα σημερινά Βαλκάνια, την Ευρώπη, τον κόσμο; Επίσης, θεωρείς ότι είναι σχόλιο επίκαιρο και για τους πάντες, ή είναι διαχρονικό για μια κατηγορία επαγγελματιών, των performers;

Είναι ένα παγκόσμιο χαρακτηριστικό, δραματικά επίκαιρο και αφορά ένα μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού και όχι μια συγκεκριμένη κατηγορία επαγγελματιών. Ενα μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού, το οποίο αγωνιά καθημερινά για να καλύψει τις βασικές του βιοτικές ανάγκες και που αδυνατεί να ελπίζει και να ονειρεύεται για κάτι περισσότερο από αυτό.

Η ταινία είναι συμπαραγωγή και μάλιστα πολλών πλευρών - ποια είναι τα θετικά και ποια τ' αρνητικά μιας τέτοιας δομής, ως προς τη δουλειά σου ως σκηνοθέτης;

Το θετικό και συνάμα ο λόγος που ένας Ελληνας παραγωγός επιλέγει να στήσει μια πολυμερή συμπαραγωγή είναι για να μπορέσει να συγκεντρώσει το budget που χρειάζεται για την υλοποίηση της ταινίας. Ενα budget που δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να καλυφθεί μόνο από τις ελληνικές πηγές χρηματοδότησης, γιατί το ανώτερο ποσό που μπορεί να συγκεντρωθεί με αυτό τον τρόπο είναι πολύ συγκεκριμένο και περιορισμένο. Οπότε η συμπαραγωγή σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μονόδρομος. Το αρνητικό είναι ότι η συμπαραγωγή συνεπάγεται πολλά χρόνια εργασίας για το development και τη χρηματοδότηση της ταινίας. Αυτή η διαδικασία είναι πολύ χρονοβόρα και απαιτεί συνεχή εργασία και επιμονή από όλους τους συνεργάτες. Για το σκηνοθέτη, απαιτεί επίσης και διαρκή επαναπροσδιορισμό της ταινίας ώστε να μπορεί να συνεχίζει να τον αφορά και να τον εμπνέει μέσα στα χρόνια. Είναι πολύ επίπονη όλη αυτή η αναμονή. Επίσης, η αβεβαιότητα της υλοποίησης, η αγωνία δηλαδή αν θα καταφέρει να υλοποιηθεί ποτέ η ταινία, ακολουθεί το σκηνοθέτη όλα αυτά τα χρόνια. Χρειάζεται πίστη και διαρκής επαναπροσδιορισμός για να μπορέσει τόσο ο σκηνοθέτης όσο και οι συνεργάτες να φθάσουν στο γύρισμα με την ενέργεια που απαιτείται για να καταφέρουν να την υλοποιήσουν μετά από χρόνια με τον τρόπο που την οραματίζονταν.

Δε βλέπω ποτέ τις ταινίες που κάνω σαν σκαλοπάτια, αλλά μάλλον σαν τεράστιους κύκλους. Ηδη τρέμω τη στιγμή που θα νιώσω το απόλυτο άδειασμα. Τη στιγμή που θα καταλάβω πραγματικά ότι όλο αυτό το ταξίδι με το "Animal" έχει τελειώσει οριστικά και ότι ένας καινούργιος κύκλος ξεκινά. Και εγώ είμαι ξανά στο σημείο έναρξης, στη λευκή σελίδα.»

Πώς ένιωσες όταν επιλεγήκατε από το Λοκάρνο και πώς επιστρέφοντας; Τι αναμνήσεις, συζητήσεις, αντιδράσεις, εικόνες μάζεψες; Ηταν διαφορετική η προβολή στο Σεράγεβο;

Χάρηκα πολύ με την επιλογή στο Λοκάρνο γιατί είναι ένα πολύ σημαντικό και ιστορικό φεστιβάλ, το οποίο εκτιμώ πολύ. Eχει αναδείξει σημαντικούς σκηνοθέτες και ταινίες και ήξερα ότι θα είναι μια πολύ δυνατή αρχή για το «Animal».

Η περίοδος πριν το Λοκάρνο ήταν πολύ αγχωτική γιατί δουλεύαμε μέχρι την τελευταία στιγμή. Καταφέραμε να ολοκληρώσουμε την κόπια της ταινίας μόλις λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα. Την ίδια ώρα ένιωθα πολύ τυχερή και χαρούμενη που η ταινία θα ερχότανε σε επαφή με το κοινό τόσο γρήγορα μετά την ολοκλήρωσή της. Από το Λοκάρνο, κρατάω τη θερμή υποδοχή από το κοινό και τους κριτικούς, τις συζητήσεις με τους θεατές που συναντούσαμε στο δρόμο και θέλανε να επικοινωνήσουνε μαζί μας. Κρατάω επίσης την αγωνία, αλλά και τη συγκίνηση που ένιωσα παρακολουθώντας την ταινία με πολλούς από τους ηθοποιούς και τους συνεργάτες που είχανε έρθει στο Λοκάρνο και που βλέπανε το «Animal» για πρώτη φορά. Στο Σεράγεβο ήμασταν όλοι λιγότερο αγχωμένοι. Τα συναισθήματα και η υποδοχή από το κοινό ήταν αντίστοιχη με το Λοκάρνο αλλά ίσως καταφέραμε να την απολαύσουμε πιο πολύ γιατί δεν υπήρχε πια το άγχος.

animal

Αν θεωρήσουμε ότι κάθε ταινία είναι ένα σκαλοπάτι, τι «εφόδια» έχεις μαζέψει πριν την επόμενη ταινία και πού ελπίζεις να οδηγεί αυτή η σκάλα;

Δε βλέπω ποτέ τις ταινίες που κάνω σαν σκαλοπάτια, αλλά μάλλον σαν τεράστιους κύκλους. Ηδη τρέμω τη στιγμή που θα νιώσω το απόλυτο άδειασμα. Τη στιγμή που θα καταλάβω πραγματικά ότι όλο αυτό το ταξίδι με το «Animal» έχει τελειώσει οριστικά και ότι ένας καινούργιος κύκλος ξεκινά. Και εγώ είμαι ξανά στο σημείο έναρξης, στη λευκή σελίδα και ότι θα μου πάρει χρόνια σκέψης και εργασίας - παρέα ευτυχώς με πολλούς συνεργάτες και συνοδοιπόρους - για να ανακαλύψω και να συνθέσω την επόμενη ταινία. Σίγουρα υπάρχουν «εφόδια» από τις προηγούμενες δουλειές και από όλα τα χρόνια εμπειρίας. Και σίγουρα η αναγνώριση των προηγούμενων ταινιών βοηθάει σε πολλά στάδια της διαδικασίας υλοποίησης της επόμενης ταινίας, όπως για παράδειγμα η χρηματοδότηση. Αλλά σε σχέση με το δημιουργικό νιώθω πάντα ότι ξεκινάω από την αρχή, ότι είναι η πρώτη φορά που μπαίνω σε αυτό το ταξίδι.

animal

"Yes sir, I can boogie | But I need a certain song": Ποιο είναι αυτό το τραγούδι για σένα;

Πιστεύω αυτός ο στίχος δε μιλάει για ένα τραγούδι και αυτό ακριβώς είναι που τον κάνει για μένα συγκινητικό. Είναι κάτι άλλο, πιο μεγάλο, ένας λόγος, μια ιδέα, πιθανά πολλές φορές μια ψευδαίσθηση. Είναι αυτό που μας «πυροδοτεί», που μας κάνει να συνεχίζουμε να προχωράμε. Ολη η ύπαρξη μας είναι δομημένη στην αναζήτηση αυτών των certain songs που μας κάνουν να συνεχίζουμε. Το δύσκολο για την Κάλια είναι ότι την ώρα που τραγουδάει αυτό το στίχο, συνειδητοποιεί ότι τη δεδομένη στιγμή δεν υπάρχει γι' αυτήν κανένα τέτοιο τραγούδι. Αυτές οι στιγμές που δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να μας κάνει να συνεχίσουμε να «περφορμάρουμε», να κάνουμε boogie, να συνεχίζουμε να υπάρχουμε, είναι σκληρές, σκοτεινές και δύσκολες. Αλλά είναι και πιθανές στιγμές συνειδητοποίησης και μεταμόρφωσης.


Animal | σενάριο, σκηνοθεσία: Σοφία Εξάρχου | παραγωγοί: Μαρία Δρανδάκη, Μαρία Κοντογιάννη | Συμπαραγωγοί: Lukas Valenta Rinner, Laura Sterian, Ivan Tonev, Στέλιος Καμμίτσης, Βίκυ Μίχα, Σοφία Εξάρχου | διεύθυνση φωτογραφίας: Moniκa Lenczewska | μοντάζ: Dragos Apetri | production designer: Jorien Sont | κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα | ηχοληψία: Odo Grötschnig | σχεδιασμός ήχου: Sebastian Watzinger, Rudolf Gottsberger | μιξάζ: Thomas Pötz Kava | σχεδιασμός μακιγιάζ και κομμώσεων: Ιωάννα Λυγίζου, Χρόνης Τζίμος | χορογράφος: Χρήστος Παπαδόπουλος | πρωτότυπη μουσική: Wolfgang Frisch | ηθοποιοί: Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Φλομαρία Παπαδάκη, Aχιλλέας Χαρίσκος, Χρόνης Μπαρμπαριάν, Ηλίας Χατζηγεωργίου, Δανάη Πετροπουλέα, Kristof, Ελπίδα Ορφανίδου, Ιωάννα Τουμπακάρη, Φαίη Τζούμα, Νώντας Δαμόπουλος, Voodoo Jürgens, Βαγγέλης Ευαγγελινός κ.α. | παραγωγή: Homemade Films, | συμπαραγωγή: Nabis Filmgroup, Digital Cube, Felony, ARS OOD, ΕΡΤ, Arctos Films | σε συνεργασία με: Wild at Heart |με την υποστήριξη των: Eurimages, Media Creative Europe, Austrian Film Institute, Vienna Film Fund, Salzburg City Film Fund, Centrul National Al Cinematografiei, Mediacom, Bulgarian Film Center, Υφυπουργείο Πολιτισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΣΕΚιν), ΕΚΟΜΕ- Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας, Περιφέρεια Κρήτης | με τη χρηματοδότηση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου |116’ | DCP | 1:1.85 | color