Ενημέρωση

Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ γύρισε το «Nouvelle Vague» με... κομμένη την ανάσα!

στα 10

Ο Ρίτσαρντ Λικλέιτερ αφιερώνει το «Nouvelle Vague» στους ανθρώπους που τον «έπεισαν» να κάνει σινεμά - με ιδιαίτερη αναφορά στον Ζαν-Λικ Γκοντάρ και τον ανορθόδοξο τρόπο με τον οποίο άλλαξε την ιστορία του.

Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ γύρισε το «Nouvelle Vague» με... κομμένη την ανάσα!

«Πρόχειρα μιλώντας, το θέμα θα είναι η ιστορία ενός αγοριού που σκέφτεται το θάνατο και ενός κοριτσιού που δεν το σκέφτεται.»

Ετσι περιέγραφε ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ στον Φρανσουά Τριφό το σενάριο του «Με Κομμένη την Ανάσα» που ξεκίνησε από την αληθινή ιστορία του Μισέλ Πορτάιλ, νεαρού Γάλλου που μετά από φυλακή που έκανε στην Αμερική για ένοπλή ληστεία, επέστρεψε στη Γαλλία για να σκοτώσει έναν αστυνομικό στην Κυανή Ακτή όπου περνούσε το καλοκαίρι του μαζί με το κορίτσι του από τη Αμερική.

Το πρώτο treatment του σεναρίου γράφτηκε από τον Φρανσουά Τριφό και τον Κλοντ Σαμπρόλ, την ιδέα όμως αγάπησε περισσότερο ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, ο οποίος μετά τις διαφωνίες των δύο πρωτοπόρων της nouvelle vague, άρχισε να γράφει το σενάριο και να ονειρεύεται την ταινία.

bout de souffle Στα γυρίσματα του «Με Κομμένη την Ανάσα»

Ο Γκοντάρ ήθελε όλη η ταινία να μοιάζει με ένα ρεπορτάζ και έτσι ζήτησε από τον διευθυντή φωτογραφίας Ραούλ Κουτάρ να γυρίσει όλο το φιλμ με κάμερα στο χέρι, μόνο με φυσικό φωτισμό. Η ταινία γυρίστηκε στο Παρίσι τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1959 και έπρεπε να ντουμπλαριστεί στο post-production, όχι μόνο επειδή η κάμερα Cameflex που χρησιμοποιήθηκε δεν είχε δυνατότητα εγγραφής σύγχρονου ήχου αλλά αφού και ο θόρυβος της ισοπέδωνε οποιαδήποτε άλλη ηχητική πηγή.

Το σενάριο - ή καλύτερα τις σημειώσεις σεναρίου - γνώριζε μόνο ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, ο οποίος αυτοσχεδίαζε στο γύρισμα, δεν είχε ληφθεί καμία άδεια για τα γυρίσματα στις τοποθεσίες του Παρισιού και όπως υποστήριζουν όλοι οι εμπλεκόμενοι το μόνο πράγμα που έδινε ρυθμό στο γύρισμα ήταν οι «ιδέες» που είχε εκείνη την ημέρα ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Και μαζί η εμμονή του να κάνει αυτήν την ταινία όπως ακριβώς την είχε ονειρευτεί: σαν αυτή που θα άλλαζε για πάντα την ιστορία του σινεμά.

Το 1964, πέντε χρόνια μετά την έξοδο του «Με Κομμένη την Ανάσα» στις αίθουσες, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ περιέγραφε με γλαφυρό τρόπο τον τρόπο που γυρίστηκε η ταινία: «Μπήκαμε στο σινεμά σαν να έμπαιναν άνθρωποι των σπηλαίων στις Βερσαλίες του Λουδοβίκου του 15ου».

nouvelle vague

nouvelle vague

Flash Forward στο 2024.

Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ αποφασίζει να κάνει πραγματικότητα τη δική του ταινία για το σινεμά που ήταν πάντα μια ταινία για τη Nouvelle Vague - το ρεύμα που σαρωτικά υπήρξε για τον ίδιο ο λόγος για τον οποίο κάνει σινεμά. «Οταν πέθανε ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, δυο χρόνια πριν, σκέφτηκα πως ίσως τώρα έχει έρθει η ώρα να κάνω την ταινία που έχω στο μυαλό μου παραπάνω από μια δεκαετία. Το πορτρέτο αυτής της στιγμής, της γέννησης της Nouvelle Vague. Αυτό το ερωτικό γράμμα σε αυτούς που σε έκαναν να θέλεις να κάνεις σινεμά, που σε έκαναν να πιστέψεις ότι μπορείς να κάνεις σινεμά, σε αυτούς που σε έπεισαν ότι πρέπει να κάνεις σινεμά.»

Και μπορεί να μην μπήκε σαν «άνθρωπος των σπηλαίων» στις Βερσαλίες, αλλά με τον δικό του - ανορθόδοξο τρόπο - o Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ επέστρεψε πίσω στο χρόνο.

Θεώρησε λογικό να γυρίσει την ταινία στα γαλλικά (!), χωρίς την τεχνολογία και τις ανέσεις που του δίνει η απόσταση 60 χρόνων από την πρωτότυπη ταινία και με ένα εν είδει μανιφέστο που μπορεί να μην είναι ίδιο με το «αυτοσχέδιο γύρισμα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, αλλά έδωσε στην ταινία αυτήν την ανεπιτήδευτη ομορφιά πως ό,τι βλέπουμε είναι μια καθοριστική στιγμή μέσα στο χρόνο.

«Ηταν συναρπαστικό να μπαίνεις μέσα σε μια άλλη ταινία και μια άλλη εποχή για το σινεμά, με άλλους προϋπολογισμούς, άλλη αισθητική, άλλες τεχνικές. Ηταν πολύ απλό. στην πραγματικότητα. Επρεπε να σβήσω την ιστορία του σινεμά μετά τις αρχές των 60s και να μην σκέφτομαι γερανούς, Steadicam και dolly.»

Το "Nouvelle Vague" δεν είναι μια ταινία που διασκευάζει το "Με Κομμένη την Ανάσα", αλλά το κοιτάζει από ένα διαφορετικό πρίσμα. Ηθελα να βουτήξω μέσα στο 1959 με την κάμερά μου και να δημιουργήσω από την αρχή την εποχή, τους ανθρώπους, την ατμόσφαιρα. Ηθελα να κάνω παρέα με τους τύπους του Νέου Κύματος.»

nouvelle vague

nouvelle vague

«Το "Nouvelle Vague" δεν είναι μια ταινία που διασκευάζει το "Με Κομμένη την Ανάσα", αλλά το κοιτάζει από ένα διαφορετικό πρίσμα. Ηθελα να βουτήξω μέσα στο 1959 με την κάμερά μου και να δημιουργήσω από την αρχή την εποχή, τους ανθρώπους, την ατμόσφαιρα. Ηθελα να κάνω παρέα με τους τύπους του Νέου Κύματος. Και για να το καταφέρουμε έπρεπε να βρω ηθοποιούς που να είναι άγνωστοι, αλλά να μοιάζουν στους ήρωες που υποδύονται, κάπως να μην χαλάσει η αίσθηση πως είμαστε ανάμεσα στον Γκοντάρ και τους σύγχρονούς του. Και φυσικά να βρούμε και κάποιον που θα μπορούσε να ενσαρκώσει αυτόν τον θαρραλέο, βασανισμένο, εύθραυστο και εγωκεντρικό νεαρό σκηνοθέτη.»

Εξι μήνες εξαντλητικού κάστινγκ μετά, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ είχε βρει τους ηθοποιούς του: o Γκιγιόμ Μαρμπέκ στο ρόλο του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, η Ζόι Ντέτς ως Τζιν Σίμπεργκ, ο Ομπρί Ντουλάν στο ρόλο του Ζαν-Πολ Μπελμοντό και μαζί τους νέοι Γάλλοι ηθοποιοί στους ρόλους του Φρανσουά Τριφό, της Ανιές Βαρντά, του Ραούλ Κουτάρ, του Κλοντ Σαμπρόλ, του Ερικ Ρομέρ, του Ζακ Ριβέτ...

Ο Γκοντάρ επεδίωκε τη σπιρτάδα, την αμεσότητα, όπως και πολλοί ζωγράφοι και τζαζ μουσικοί της εποχής. Η έννοια του αυτοσχεδιασμού ήταν διάχυτη στην ατμόσφαιρα - η επιτομή του “cool”. Για να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο ελευθερίας, είτε πρέπει να είσαι αυθόρμητα ιδιοφυής (καλή τύχη μ’ αυτό!), είτε να δουλέψεις απίστευτα σκληρά.»

nouvelle vague

nouvelle vague

nouvelle vague

Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, θέλοντας να πετύχει τον αυτοσχεδιασμό που ο Γκοντάρ, όπως είδαμε παραπάνω, πέτυχε με το να φέρνει διαρκώς νέες ιδέες πάνω στην ώρα του γυρίσματος, μοίρασε στους ηθοποιούς του ένα μανιφέστο - περισσότερο μια ανάλυση αυτής της αίσθησης της επιστροφής σε εκείνη την εποχή, με αυθεντικό αίσθημα λατρείας για ό,τι μπορεί να ήταν μια ασπρόμαυρη ημέρα του 1959 στους δρόμους του Παρισιού.

«Ο Γκοντάρ επεδίωκε τη σπιρτάδα, την αμεσότητα, όπως και πολλοί ζωγράφοι και τζαζ μουσικοί της εποχής. Η έννοια του αυτοσχεδιασμού ήταν διάχυτη στην ατμόσφαιρα - η επιτομή του “cool”. Για να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο ελευθερίας, είτε πρέπει να είσαι αυθόρμητα ιδιοφυής (καλή τύχη μ’ αυτό!), είτε να δουλέψεις απίστευτα σκληρά - να εξετάσεις κάθε σκηνή από κάθε οπτική, να τη γνωρίζεις τόσο καλά και να είσαι τόσο χαλαρός μέσα σε ό,τι κάνεις, ώστε να μοιάζει αυθόρμητο και αυτοσχέδιο.

Σημαντικό: Δεν υποδύεσαι έναν ρόλο σε “ταινία εποχής.” Αυτή η ταινία δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας της ηλικίας ή της φήμης της. Οι στιγμές που δημιουργούμε, οι χαρακτήρες που εμπλέκονται, δεν έχουν κερδίσει τίποτα από αυτά ακόμα. Ως ηθοποιός, μπορείς να κάνεις μόνο ό,τι μπορεί να κάνει καθένας μας στη ζωή - να ζει τη στιγμή του, με τον ενθουσιασμό και την αισιοδοξία που φέρνουν η νεότητα και η δημιουργία της τέχνης.

Μην ξεχνάτε πως το να κάνεις σινεμά είναι από μόνο του αισιόδοξο. Και, όπως είχε πει και ο Φρανσουά Τριφό τότε: «Η ταινία του μέλλοντος θα είναι μια πράξη αγάπης.»

Το «Nouvelle Vague» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ - μια πράξη αγάπης στο ίδιο το σινεμά - θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 30 Οκτωβρίου σε διανομή του Cinobo.