Συνέντευξη

Ιλντικο Ενιέντι: «Σε μια εποχή που απαιτεί να μιλάς ασταμάτητα, ο κινηματογράφος είναι μία υπέροχη παύση»

στα 10

Μιλάμε με την σκηνοθέτη της «Ιστορίας της Γυναίκας μου» για το πόσο το σινεμά έσωσε την ψυχή, το σώμα και τις ζωές μας.

Ιλντικο Ενιέντι: «Σε μια εποχή που απαιτεί να μιλάς ασταμάτητα, ο κινηματογράφος είναι μία υπέροχη παύση»

Οσοι ερωτευτήκαμε την προηγούμενη ταινία της, την «Ψυχή και το Σώμα», ανακαλύψαμε μία κινηματογραφική ποιήτρια που ξέρει να ακουμπά, προσεκτικά, τρυφερά, αποφασιστικά σε όσα πονούν. Που αποτυπώνει το τραύμα με περισσή φωτογένεια. Που λέει τις πιο δύσκολες αλήθειες της ζωής, μέσα από το μεγάλο ψέμα που είναι το σινεμά.

Οταν την είχαμε πρωτοδεί, το 2017 στην πρεμιέρα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μάς είχε κάνει μεγάλη εντύπωση: μικροσκοπική, απέριττη, με χοντρά κοκκάλινα γυαλιά και κυρτή, ντροπαλή όψη, είχε ανέβει στο πόντιουμ για να παρουσιάσει την ταινία της και μάς την είχε αφιερώσει. «Ξέρω ότι αυτά τα χρόνια είναι πολύ δύσκολα για εσάς τους Ελληνες. Περνάτε μία κρίση που δεν μάς είναι άγνωστη. Οι εσωστρεφείς άνθρωποι δεν ξέρουμε πώς να σταθούμε σε όσους το έχουν ανάγκη με λόγια. Για αυτό γυρίζουμε ταινίες. Κι ελπίζω αυτή εδώ η ταινία να σας πάρει μία μεγάλη αγκαλιά...»

Πέντε χρόνια αργότερα, η Ιλντικο Ενιέντι επιστρέφει με μία ακόμα αγκαλιά. Διαφορετική (άλλωστε δεν κάνει ποτέ την ίδια ταινία), άλλης έντασης, αλλά με μία παρόμοια μεγάλη καρδιά να πάλλεται κάτω από την επιφάνειά της. Δύο (διαφορετικοί μεταξύ τους) άνθρωποι ερωτεύονται, παντρεύονται, απομακρύνονται, προδίδονται, προδίδουν, χωρίζουν, πονάνε, προχωράνε - δεν ξεχνάνε, αλλά δεν έχει πια καμία σημασία.

«Η Ιστορία της Γυναίκας μου» βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Μίλαν Φουστ, είναι η ιστορία ενός Καπετάνιου που τη δεκαετία του 30 ερωτεύτηκε ένα μοντέρνο flapper girl από το Παρίσι και την παντρεύτηκε. Και κάθε φορά που επέστρεφε από τα ταξίδια του τον έζωναν οι δαίμονές του - αν εκείνη τον αγαπούσε, όσο αυτός.

Συναντήσαμε την Ενιέντι για να μιλήσουμε για έρωτες και δαίμονες, άντρες και γυναίκες που αδυνατούν να επικοινωνήσουν (οπότε και να αγαπηθούν), τις προδοσίες της ζωής και το βάλσαμο που είναι το σινεμά. Και στο τέλος, την πήραμε εμείς μια αγκαλιά. Της την χρωστούσαμε.

Διαβάστε την κριτική του Flix: για την «Ιστορία της Γυναίκας Μου» της Ιλντικο Ενιέντι

Ενιέντι

Διαβάσετε το ομότιτλο μυθιστόρημα του Μίλαν Φουστ σε πολύ νεαρή ηλικία - στα 16 σας χρόνια. Στα χρόνια της εφηβείας όλα παίρνουν και μία άλλη διάσταση - οι ταινίες που βλέπουμε, η μουσική που ακούμε, τα βιβλία που διαβάζουμε- τα αγαπάμε λίγο πιο πολύ και για πάντα. Συνέβη κάτι τέτοιο και σε εσάς; Και τι ήταν αυτό που σας έκανε να αγαπήσετε το συγκεκριμένο βιβλίο;

Πράγματι, τα εφηβικά μας χρόνια είναι στην ουσία μία δεύτερη γέννηση: ξαναγεννιόμαστε ως οι άνθρωποι που, ανάλογα με τα ακούσματα, ερεθίσματα, ευαισθησίες, αναφορές, θέλουμε να γίνουμε μεγαλώνοντας. Οπότε, ναι, ό,τι μουσική άκουσα, ό,τι σινεμά είδα και όσα βιβλία διάβασα σε εκείνα τα χρόνια είναι πολύ σημαντικά για μένα. Με άγγιξαν βαθιά κι άφησαν αποτύπωμα πάνω μου. Κι αυτό το βιβλίο ήταν μία τέτοια εμπειρία - η λογοτεχνία ήταν και είναι πολύ σημαντική για μένα.

Ομως δεν ξέρω να σας εξηγήσω ακριβώς το γιατί. Ακόμα μου προκαλεί έκπληξη ότι αγάπησα τόσο ένα μυθιστόρημα με κεντρικό ήρωα έναν άντρα - είναι η δική του ιστορία, ακούμε τη δική του φωνή. Τότε δεν είχα καμία ερωτική εμπειρία ακόμα, δεν είχα κάποιον σύντροφο στη ζωή μου, δεν είχα κάποια αναφορά για να ταυτιστώ. Μάλιστα ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο αρκετά χρόνια μετά αναρωτήθηκα πώς ήταν δυνατόν, τόσο μικρή και άβγαλτη, να με είχε αγγίξει και να την έχω καταλάβει σε τόσα πολλά επίπεδα η αγωνία ενός άντρα να αγαπήσει και να αγαπηθεί.

Κι ίσως εκεί κρύβεται η μεγάλη αξία του βιβλίου: μπορεί να επικοινωνήσει, απευθείας, χωρίς δυσκολία, με όλα τα φύλλα, όλες τις ηλικίες. Χωρίς φιλοσοφικές καλλιγραφίες αντιμετωπίζει τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής. Οσα ξεκινούν να σε βασανίζουν στην εφηβεία και δεν σταματάνε ποτέ.

Καθόλου δεν με ενοχλεί η αρνητική κριτική. Αλλά νομίζω ότι στις Κάννες οι κριτικοί δεν κατάλαβαν, δεν ένιωσαν την ταινία. Δεν με ένιωσαν. Κι αυτό ήταν μία επιμορφωτική, επώδυνη εμπειρία...»

Ενιέντι

Πάντως η προβληματική των σχέσεων, το πώς οι άνθρωποι λαχταράμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, αλλά τίποτα, ποτέ δεν είναι απλό, μοιάζει να είναι μία κοινή θεματική στις ταινίες σας. Σας απασχολεί η δυσκολία στον έρωτα;

Με απασχολεί η δυσκολία στην επικοινωνία. Ο έρωτας είναι μία ακραία μορφή επικοινωνίας άλλωστε. Σε απογειώνει και σε γκρεμίζει, σε έχει στα κόκκινα. Οταν ερωτεύεσαι γίνεσαι ιδιαίτερα ευαίσθητος, πολύ ευάλωτος, πολύ ανοικτός στο να πληγωθείς. Πολύ τρομαγμένος ότι αυτό που νιώθεις θα τελειώσει, θα σε απογοητεύσει, θα σε προδώσει. Και κάπου εκεί, ανάμεσα στους αρχέγονους φόβους και τον ανθρώπινο εγωισμό, χάνεται η επικοινωνία. Αυτό με απασχολεί πολύ.

Ενιέντι

Μιλάμε συχνά για την αντρική ματιά των σκηνοθετών στις γυναικείες ιστορίες. Εδώ έχουμε μία γυναικεία σκηνοθετική ματιά στην ιστορία ενός άντρα. Νιώσατε ότι είχατε τα εργαλεία να βυθιστείτε, σωστά και δίκαια, στον αντρικό ψυχισμό;

Νομίζω ότι άρχισα να καταλαβαίνω το άλλο φύλλο, τον αντρικό τρόπο σκέψης, τον αντρικό ψυχισμό, όταν γέννησα τον γιο μου. Ηταν μία ανεπανάληπτη και πολύ συγκινητική στιγμή: τον κράτησα νεογέννητο στην αγκαλιά μου και αισθάνθηκα ότι μια αρχέγονη γνώση που κρυβόταν μέσα μου να αναδύθηκε. Φυσικά, η ενσυναίσθηση είναι μία διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ: το να κατανοήσεις το ευαίσθητο, τον εύθραυστο ψυχισμό του άλλου φύλλου είναι ένας συνεχόμενος αγώνας.

Θέλω να πω όμως κάτι πάνω σ' αυτό. Οταν ξεκινήσαμε την προπαραγωγή της ταινίας, ήταν η αρχή του #metoo κινήματος. Ως γυναίκα σκηνοθέτης, αλλά κι ως γυναίκα που μεγάλωσα στην ανατολική Ευρώπη είχα πάρα πολλά να πω κι εγώ για όσα αντιμετωπίσαμε και αντιμετωπίζουμε οι γυναίκες - κι ως άνθρωποι κι ως καλλιτέχνες. Ομως, με αφορμή αυτό το μυθιστόρημα, θέλησα η συμβολή μου να είναι άλλη τελικά. Να κάνω μία προσπάθεια επικοινωνίας, μία γέφυρα συνεννόησης. Να μελετήσω και να αναδείξω μέσα από την ταινία μου έναν παραδοσιακό άντρα ήρωα. Να προσπαθήσω να καταλάβω πώς μεγάλωσε, τι τον δίδαξαν, τι περίμενε από τη ζωή, τον γάμο του, τη γυναίκα του, την αγάπη. Εναν άντρα που, σε σχέση με την εποχή του, τις σπουδές του, τη δουλειά του, προσπαθούσε να διατηρήσει τις ευαισθησίες του. Ο Γιάκομπ προσπαθεί να καταλάβει τη γυναίκα του, είναι ευγενής, δεν είναι τοξικός - ή τουλάχιστον δεν ξεκινά έτσι. Αγωνιά να βρει ένα καλύτερο μοντέλο συμπεριφοράς ως σύζυγος- ακόμα και άγαρμπα, ακόμα και παγιδευμένος στα στερεότυπα του. Θα ήθελα πολύ να ακολουθήσουν τη διαδρομή του οι θεατές σήμερα και να βρούμε που χάνεται η επικοινωνία.

Η Λέα αρνήθηκε να την ερμηνεύσει ως «μοιραία γυναίκα». μΜάς έκανε να νιώσουμε την ηρωίδα της, παρόλο που ούτε εμείς την καταλάβαμε. Θεωρώ ότι είναι από τις πιο σημαντικές ερμηνείες της καριέρας της. Της χρωστάω την ταινία.»

Ενιέντι

Πάντως είναι πολύ ενδιαφέρον κι ο τρόπος που παρουσιάζετε τη γυναίκα. Δεν είναι απαραίτητα αθώα, δεν είναι απαραίτητα ένοχη. Παίζετε με τα στερεότυπα που θα έβαζαν αμέσως φωτιά στη ζήλεια ενός αρσενικού, που θα επιβεβαίωναν και την καχυποψία του θεατή. Όμως αυτό το ελεύθερο, γοητευτικό, μυστηριώδες, ανεξάρτητο πλάσμα θα μπορούσε να ήταν και απόλυτα ειλικρινές. Και δε θα μάθουμε ποτέ…



Αυτό ακριβώς. Χαίρομαι πολύ που το λέτε γιατί αυτό είχα ως στόχο. Να μην καθησυχάσω εύκολα τον άντρα θεατή που ταυτίζεται με τον Γιάκομπ. Να τον παρασύρω να νιώσει όλη την πληγή στον ανδρικό εγωισμό του - εκεί όπου ξεκινάνε όλα τα δεινά του κόσμου (γελάει)- και μετά να μείνει με την σπαρακτική υποψία: μπορεί και να την έκρινε λάθος. Γιατί ήταν μια γυναίκα που δεν έμπαινε στα καλούπια που θα καθησύχαζαν την ψευτοπερηφάνια του.

Και κάνει εκπληκτική δουλειά και η Λέα Σεϊντού με αυτή την τόσο μελετημένη ερμηνεία

Η Λέα ήταν εκείνη που επέμεινε ότι δεν θα παίξει την Λίζι ως μία femme fatale. Της φάνηκε πολύ απλοϊκό και πολύ άδικο για την ηρωίδα της. Ισορρόπησε με τέτοια ακρίβεια στην κόψη του ρόλου - ανάμεσα στις αβεβαιότητες του υλικού που είχε στα χέρια της. Είχε ένα σκίτσο της ηρωίδας και το γέμισε ψυχή. Ξέρετε, είναι πολύ δύσκολο να ερμηνεύσεις κάτι που δεν έχει αποκάλυψη - όπως είπατε κανείς μας δε θα μάθει αν η γυναίκα του καπετάνιου ήταν πιστή ή άπιστη. Πονηρή, ή απολύτως αθώα. Η Λέα μάς έκανε να την νιώσουμε, παρόλο που ούτε εμείς την καταλάβαμε. Θεωρώ ότι είναι από τις πιο σημαντικές ερμηνείες της καριέρας της. Της χρωστάω την ταινία.

Το σινεμά είναι ξεκάθαρα μία ψυχαναλυτική διαδικασία. Ολοι οι σκηνοθέτες γυρίζουμε ταινίες γιατί ψάχνουμε απαντήσεις βαθιά μέσα μας. Απαντήσεις που δε θα έρθουν εύκολα. Αλλά έχω υπομονή.»

Ενιέντι

Είναι η πρώτη φορά πάντως που γυρίζετε ταινία που δεν έχετε γράψει η ίδια το πρωτότυπο σενάριο. Συνήθως η μεγαλύτερη πρόκληση της κινηματογραφικής μεταφοράς ενός βιβλίου είναι τι να κρατήσει κανείς και τι να αφήσει εκτός σε μία δίωρη ταινία. Εσείς, πώς το αντιμετωπίσατε;

Βούτηξα κατευθείαν στην καρδιά της ιστορίας. Ηθελα πάρα πολύ να μην προδώσω τον συγγραφέα. Γιατί αν το σκεφτεί κανείς, ήταν Εβραίος, το έγραψε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν κυριολεκτικά κινδύνευε κανονικά η ζωή του. Και έγραψε αυτή την ιστορία - μία πολυεπίπεδη, τρυφερή, ανθρώπινη ιστορία. Σαν να έλεγε: εγώ αυτό θεωρώ σημαντικό, αυτό θέλω να υπηρετήσω. Κι όχι να γράψω κάτι για τους Ναζί. Αυτό που με απειλεί θα σβήσει. Εγώ θέλω να δημιουργήσω κάτι που θα μείνει αθάνατο και θα αφορά και τους ανθρώπους του 21ου αιώνα. Αυτή η καλλιτεχνική ανεξαρτησία από την πολιτική και ιστορική πραγματικότητα είναι κάτι που κάνω και η ίδια. Αρνούμαι το ρόλο της ακτιβίστριας - κι αυτό παρεξηγείται πολύ στην εποχή μας. Θεωρείται απολιτίκ. Για αυτό ένιωσα τον Φουστ σαν έναν μακρινό μου αδελφό. Οταν κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του δεν τον κατάλαβαν. Το ίδιο έπαθα κι εγώ με την ταινία και ήταν μία πολύ επιμορφωτική, ενδιαφέρουσα, επώδυνη εμπειρία. Καθόλου δεν με ενοχλεί η αρνητική κριτική. Αλλά νομίζω ότι δεν κατάλαβαν, δεν την ένιωσαν. Δεν με ένιωσαν. Κι αυτό πονάει.

Ενιέντι

Οι ταινίες σας, ενώ δεν αποφεύγουν τον πόνο, την απώλεια, έχουν ένα σπάνιο ρομαντισμό. Νιώθει κανείς στην αγάπη, την πίστη που έχετε ακόμα στους ανθρώπους. Αλλά ταυτόχρονα νιώθουμε και την αγωνία σας: σκάβετε, ψάχνετε απαντήσεις, που ίσως στη ζωή έξω από την σκοτεινή αίθουσα δεν φανερώνονται. Είναι το σινεμά μία υπαρξιακή διαδικασία; Ενας τρόπος να καταλάβουμε καλύτερα τους εαυτούς μας, τον κόσμο μας;

Εντελώς. Το σινεμά είναι ξεκάθαρα μία ψυχαναλυτική διαδικασία. Ολοι οι σκηνοθέτες γυρίζουμε ταινίες γιατί ψάχνουμε απαντήσεις στην ψυχή μας. Κι αυτές οι απαντήσεις δεν έρχονται εύκολα. Αυτό όμως εγώ το αγαπάω. Νιώθω ότι ζούμε σε εποχές που μάς ζητείται να έχουμε άποψη για τα πάντα, να κρίνουμε τα πάντα, και πάρα πολύ γρήγορα. Ο κινηματογράφος για μένα είναι μία ανακουφιστική παύση. Είτε βλέποντας μία ταινία (και ιδιαίτερα γυρίζοντας μία ταινία) καλείσαι να το βουλώσεις για λίγο. Να δεις, να ακούσεις, να αφουγκραστείς. Να προσπαθήσεις να καταλάβεις, κι όχι να κρίνεις. Να αισθανθείς.

Ενιέντι

Οπως και στην «Ψυχή και το Σώμα», έτσι κι εδώ ξεκινάτε την ταινία με μία σεκάνς από το ζωικό βασίλειο - όχι ελάφια αυτή τη φορά, αλλά μπλε φάλαινες. Οι φάλαινες έχουν μία πολύ απλή διαδικασία ζευγαρώματος: το θηλυκό στέκεται ακίνητο και τα αρσενικά χορεύουν γύρω της, κάνουν άλματα και φιγούρας για να διαλέξει εκείνη τελικά το ταίρι της. Ηταν αυτή μία μεταφορά για το ζευγάρι της ταινίας; Θέλατε να δείξετε ότι οι άνθρωποι δυστυχώς δεν έχουμε ένα τόσο ξεκάθαρο, απλό τρόπο να ζευγαρώνουμε;

Α, δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Μου αρέσει αυτή η ερμηνεία. Για να είμαι ειλικρινής όμως όχι δεν ήταν αυτή η ιδέα μου. Ηθελα να ξεκινήσω την ταινία κάτω από το νερό. Ακόμα και το υπερωκεάνιο του Γιάκομπ, ένα τεράστιο πλοίο, επιπλέει, παραμένει στην επιφάνεια. Για μένα αυτό συμβόλιζε κάπως την τάση του ανθρώπου να κρίνει επιδερμικά τις καταστάσεις - γιατί αυτό τον κάνει να νιώθει ότι έχει τον έλεγχο. Εψαχνα λοιπόν κάτι που θα ξεκινά την ταινία σε μεγάλο βάθος, κάτω από το νερό. Να υπάρχει ζωή, ομορφιά, μεγαλείο όταν κοιτάξεις πιο βαθιά. Και τότε βρήκα αυτές τις υπέροχες φάλαινες: όταν τις είδα να κοιμούνται και να αφήνουν τον έλεγχο στο νερό, να μοιάζουν να χορεύουν με το ρεύμα, συγκινήθηκα. Επίσης, ένιωσα ότι κι ο Γιάκομπ είναι “μια φάλαινα”: έτσι τεράστιος, γεροδεμένος, αλλά και τόσο απροσπέλαστα μόνος, κυκλωμένος από τόνους θάλασσας. Καταδικασμένος να νιώθει στο σπίτι του όταν είναι στο νερό. Και ξένος στο σπίτι του στη στεριά.

«Η Ιστορία της Γυναίκας Μου» κυκλοφορεί την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου στις αίθουσες από την Strada Films