Zama της Λουκρέσια Μαρτέλ
Δέκα χρόνια ίσως ήταν υπερβολικά πολλά για τη νέα ταινία της Λουκρέσια Μαρτέλ, το «Zama» ωστόσο απέδειξε θριαμβευτικά ότι άξιζε κάθε λεπτό της αναμονής, αφού η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία της σκηνοθέτη από την Αργεντινή (και μόλις δεύτερη που προβλήθηκε σε κανονική διανομή στη χώρα μας μετά το «Αγιο Κορίτσι» το 2004) όχι μόνο δικαίωσε τη φήμη της ως μιας από τις πιο σημαντικές (γυναίκες) δημιουργούς παγκοσμίως, αλλά κυρίως έδωσε μια νέα πνοή στο είδος του ιστορικού έπους επαναπροσδιορίζοντας τους αισθητικούς του κώδικες και δίνοντάς του μια ανανεωτική και (μετα)μοντέρνα πολυσημία.
Μην ξεχνάτε: Flix Top Ten 2018: Ψηφίστε την καλύτερη ταινία της χρονιάς και κερδίστε δωρέαν σινεμά για όλο το 2019!
Power Points
Βασισμενο για πρώτη φορά στη φιλμογραφία της Λουκρέσια Μαρτέλ σε λογοτεχνική πηγή και μάλιστα σε ένα από τα αριστουργήματα της αργεντινικής γραμματείας του 20ου αιώνα, το ομότιτλο βιβλίο του Αντόνιο Ντι Μπενεντέτο, το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά κι εκδόθηκε επίσης φέτος από τις εκδόσεις Καστανιώτη, το «Zama» ακολουθεί την πορεία του Ντον Ντιέγο ντε Σάμα, ενός ανώτερου διοικητικού και δικαστικού υπαλλήλου του Ισπανικού Στέμματος, στη βαλτώδη και πνιγηρή Ασουνσιόν, μακριά από την οικογένειά του και τον πολιτισμό, o οποίος κολλημένος στην κυριολεξία σε ένα βαλτωμένο τοπίο περιμένει μια μετάθεση που μοιάζει να μην έρχεται ποτέ. H Μαρτέλ, πιστή στο πνεύμα του βιβλίου, το οποίο μετουσιώνει σε μια αμιγώς κινηματογραφική γλώσσα, βλέπει σ’ αυτόν τον εμβληματικό χαρακτήρα έναν προάγγελο του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος ψάχνει να βρει την θέση του (και κατ’ επέκταση ένα νόημα) μέσα στις συμβάσεις του πολιτισμένου κόσμου, καταλήγει όμως στην απομόνωση, στην παράνοια και στον παραλογισμό.
Θα μείνει κλασικό
Για την απαράμιλλης εικαστικής ομορφιάς πλανοθεσία, η οποία εκμεταλλεύεται στο έπακρο την αγριότητα και την απεραντοσύνη του φυσικού τοπίου. Για τον ιδιοφυή ηχητικό σχεδιασμό που φιλτράρει τα ερεθίσματα ενός ακατάληπτου εξωτερικού κόσμου μέσα από το πρίσμα της κατακερματισμένης αντίληψης του κεντρικού ήρωα. Για την αφηγηματική ρευστότητα της Μαρτέλ, η οποία μέσα από την ελλειπτική της σκηνοθεσία χτίζει τελικά ένα παλίμψηστο πάνω στο οποίο μπορεί κανείς να αναγνώσει το «Zama» ως υπαρξιακή τραγωδία ή ως σουρεαλιστική μαύρη κωμωδία και να διακρίνει πώς οι πολυποίκιλες διακειμενικές αναφορές (ο Σάμιουλ Μπέκετ, ο Φραντς Κάφκα, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ο Βέρνερ Χέρτσογκ) ενορχηστρώνονται τελικά σε ένα μοναδικό και ιδιαίτερο όραμα, εκφάνσεις του οποίου θα θέλαμε να βλέπουμε πιο συχνά στη μεγάλη οθόνη.
Η σκηνή που δεν θα ξεχάσουμε
Στο πρώτο πλάνο της ταινίας, ο Ντιέγο ντε Σάμα ατενίζει αγέρωχος και υπεροπτικός τον ποταμό Παραγουάη, ένας αξιωματούχος-εκπρόσωπος της Αποικιοκρατίας που αναζητά την επιβεβαίωση στα ατέρμονα σύνορα ενός κόσμου που μοιάζει ανεξάντλητος. Στο τελευταίο πλάνο, ο ίδιος ποταμός υποδέχεται και αγκαλιάζει έναν ακρωτηριασμένο και καταρρακωμένο Σάμα, απογυμνωμένο από όλα του τα αξιώματα και παραδομένο πλέονστις ίδιες δυνάμεις τις οποίες προσπάθησε να τιθασεύσει. Είναι επιτέλους ελεύθερος (;)
Γράψαμε στο Flix
Το «Zama» είναι ένα marche funebre για το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού και την άνευ όρων παράδοση του ακρωτηριασμένου (κυριολεκτικά και μεταφορικά) ανθρώπου στη φυσική κατάσταση και το ορμέμφυτο, το οποίο ίσως από την άλλη να αποτελεί και τη μόνη διέξοδο προς την ελευθερία. Το σινεμά της Μαρτέλ δεν δίνει ποτέ απαντήσεις, αλλά αφήνει μέσα από τις ελλειπτικές, αλλά αισθητικά άψογες εικόνες του, ήρωες και θεατές μετέωρους κι υπνωτισμένους να αποφασίσουν αν και πόσο θέλουν να προσεγγίσουν και να αποκωδικοποιήσουν ένα έργο αινιγματικό κι απροσπέλαστο, αλλά σε κάθε περίπτωση γοητευτικό και πανέμορφο.
Διαβάστε εδώ ολόκληρη την κριτική του Flix για το «Zama».
Και κάτι ακόμη
«Δεν προσέγγισα την ταινία μου σαν μια ταινία εποχής με τη συμβατική και ακαδημαϊκή έννοια, αλλά σκέφτηκα το παρελθόν με την ίδια δημιουργική ελευθερία με την οποία σκεφτόμαστε το μέλλον. Αποφάσισα να μην επηρεαστώ από την αισθητική αντίληψη που υπάρχει για το παρελθόν της Λατινικής Αμερικής, όπως αυτή έχει διαμορφωθει κυρίως από το κυρίαρχο αντρικό και φαλλλοκρατικό ιστορικό βλέμμα, αλλά να προσεγγίσω το συγκεκριμένο ιστορικό πλάισιο σαν να ήταν ένα είδος επιστημονικής φαντασίας, όπου τη θέση του μέλλοντος κατέχει το παρελθόν, εξίσου μυστηριώδες και άγνωστο σε μας. Από πολιτική άποψη, το βρήκαν πολύ ενδιαφέρον να εναντιωθώ στην οπτική γωνία των Λευκών αποικιοκρατών και να δώσω μια νέα διάσταση στην Ιστορία.» Η Λουκρέσια Μαρτέλ, μυστηριώδης, απόκοσμη, αινιγματική και σοφή, όπως ακριβώς και οι ταινίες της, μας μάγεψε στη συνέντευξη που έδωσε στο Flix. Κι αν η πρόσφατη είδηση ότι η Marvel προσέγγισε τη σκηνοθέτη για την επερχόμενη σόλο ταινία με την «Black Widow» (πρόταση την οποία η Μαρτέλ φυσικά απέρριψε) μας άφησε με την περιέργεια για το πώς θα επαναπροσδιόριζε η Λουκρέσια Μαρτέλ το είδος της υπερηρωικής υπερπαραγωγής και το πώς θα ξεδίπλωνε το αταξινόμητο όραμά της στα …αχαρτογράφητα γι’ αυτήν νερά του Hollywood, εμείς περιμένουμε ήδη ευλαβικά και με αγωνία την επόμενη ταινία της, όποια κι αν είναι αυτή. Αρκεί να μη χρειαστούν άλλα δέκα χρόνια γι’ αυτό.
Διαβάστε όλη τη δεκάδα του Flix για το 2018 όπως αυτή σχηματίζεται καθημερινά:
- Flix Top Ten - 2018: Το νούμερο 10
- Flix Top Ten - 2018: Το νούμερο 9
- Flix Top Ten - 2018: Το νούμερο 8
- Flix Top Ten - 2018: Το νούμερο 7
Μην ξεχνάτε: Flix Top Ten 2018: Ψηφίστε την καλύτερη ταινία της χρονιάς και κερδίστε δωρέαν σινεμά για όλο το 2019!