Συνέντευξη

Berlinale 2025 | Νταγκ Γιόχαν Χάουγκερουντ: Ο νικητής της Χρυσής Αρκτου μιλάει στο Flix

στα 10

Συναντήσαμε τον Νορβηγό σκηνοθέτη και μιλήσαμε για Ονειρα - εντός κι εκτός οθόνης.

Berlinale 2025 | Νταγκ Γιόχαν Χάουγκερουντ: Ο νικητής της Χρυσής Αρκτου μιλάει στο Flix

Σεμνός, εσωστρεφής, γλυκός, αστείος. Ο Νταγκ Γιόχαν Χάουγκερουντ, ο Νορβηγός σκηνοθέτης του «Drommer» (Ονειρα) είναι όπως και οι ταινίες του - μοιάζει απλός, προσιτός, οικείος, όμως όσο περισσότερο ξεδιπλώνει τις σκέψεις του καταλαβαίνεις ότι υπάρχει βάθος, πολυπλοκότητα, καυστικό σχόλιο και άπλετο χιούμορ. Πάνω από όλα: αγάπη και κατανόηση για τον άνθρωπο - τον γεμάτο αδυναμίες, ελαττώματα και λάθη άνθρωπο.

Το 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου έλαβε χώρα από τις 13 μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου. Το Flix βρέθηκε εκεί και σας μετέφερε, ζωντανά, όλα όσα συνέβησαν μέσα και έξω από τις αίθουσες μέσα από το ειδικό τμήμα του αφιερωμένο στη Berlinale2025

Το δεύτερο μέρος της τριλογίας του («Sex / Dreams / Love») που κέρδισε τη Χρυσή Αρκτο είναι μία ταινία τρυφερή, σκεπτόμενη, ευαισθητη Ακολουθεί την ιστορία της 17χρονης Γιοχάνα, η οποία ερωτεύεται κεραυνοβόλα την νέα καθηγήτρια Γαλλικών που πιάνει δουλειά στο Γυμνάσιό της. Τα συναισθήματά της την ρίχνουν από το εκτυφλωτικό φως του θαμπώματος του έρωτα, στο σκοτάδι της αγωνίας και της ανασφάλειας της ανεκπλήρωτης διάστασής του. Περνάει επώδυνα και μοναχικά όλο το φάσμα των συναισθημάτων της. Μόνη της διέξοδος: το γράψιμο. Πρέπει κάπου να καταχωρήσει τις μνήμες της, τις εικόνες, τη χαρά και τον πόνο της - γιατί αλλιώς πώς θα ξέρει ότι τα έζησε;

Διαβάστε αναλυτικά: Berlinale 2025: Tα Βραβεία

drommer

Παίζοντας ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία του καλλιτέχνη, την αλήθεια και την αντίληψή της, ισορροπώντας με εξαιρετικό τρόπο ανάμεσα στο κοφτερό χιούμορ και τη σοβαρότητα των θεμάτων που αγγίζει (από τον φεμινισμό, μέχρι την queer ταυτότητα και όλα τα ενδιάμεσα #metoo σκαλοπάτια), ο Χάουγκερουντ παραδίδει μία μικρή, αλλά μεστή, γεμάτη ταινία που σε κάνει να γελάς και να βουρκώνεις με το ίδιο βλέμμα.

Toν συναντήσαμε λίγες ώρες πριν ετοιμαστεί για την τελετή λήξης. Χωρίς κανένας μας να ξέρει ότι σε λίγο θα κρατά στα χέρια του τη Χρυσή Αρκτο. Ειρωνικά, αυτή ήταν η τελευταία ερώτηση που του κάναμε και η απάντησή του ήταν «πραγματιστική, αν όχι κυνική».

Στο Νορβηγικό σινεμά τα βραβεία έχουν μία πολύ μικρή αξία: βοηθούν λίγο καλύτερα στο μάρκετινγκ της συγκεκριμένης ταινίας. Ελάχιστα, ή και καθόλου, δεν παίζουν ρόλο για την επόμενη ταινία σου. Ίσως αν κυνηγούσα μία συμπαραγωγή, αν ήθελα να δουλέψω στο μέλλον σε άλλη χώρα με ξένους ηθοποιούς, ένα ευρωπαϊκό βραβείο σαν αυτό της Berlinale να βοηθούσε. Όμως εγώ θέλω να κάνω ταινίες στη χώρα μου, με νορβηγικό σενάριο και Νορβηγούς συνεργάτες. Και σε αυτές τις συνθήκες και τη Χρυσή Άρκτο να έπαιρνα απόψε κανείς δε θα έδινε σημασία…»

Dag Johan Haugerud

Τα «Ονειρα» είναι μέρος της τριλογίας Sex/Dreams/Love. Κατά πόσο ξεκινήσατε για να γράψετε τρεις διαφορετικές ταινίες και κατά πόσο για εσάς και οι τρεις είναι κομμάτι μίας κοινής ιστορίας;

Ισχύουν και τα δύο. Για μένα και οι τρεις είναι κομμάτι της αναζήτησης του σύγχρονου ανθρώπου για επικοινωνία, κατανόηση, αποδοχή, σύνδεση - ή αγάπη, δώστε όποια έννοια θέλετε εσείς. Από την άλλη, με ενδιέφερε να πλησιάσω τις 3 ιστορίες διαφορετικά, να μπορούν να σταθούν από μόνες τους, ακόμα κι αν κάποιος δεν είχε δει τις άλλες δυο. Μάλιστα, έχει ενδιαφέρον το πώς κυκλοφορούν στη διανομή της κάθε χώρας. Σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες τις βλέπουν ως Sex/Dreams/Love, αλλού ως Sex/Love/Dreams. Και οι θεατές έχουν άλλη εμπειρία, αναλόγως τη σειρά. Αυτό το βρίσκω καταπληκτικό.

Πάντως, ο λόγος που τις γύρισα ως τριλογία ήταν γιατί στην Νορβηγία τουλάχιστον, όταν υπόσχεσαι κάτι μεγαλύτερο από μία απλή ιστορία αγάπης, τότε είναι πιθανότερο να βρεις χρηματοδότηση. Η υπόσχεση ότι όλο αυτό θα δεθεί ως τριλογία έκανε τους παραγωγούς μου να μπορούν να πουλήσουν καλύτερα το πρότζεκτ. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια.

Dag Johan Haugerud

Γνωρίζατε από την αρχή ότι σε αυτό το κομμάτι της τριλογίας η ηρωίδα θα είναι ένα 17χρονο κορίτσι; Θέλατε συνειδητά σ’ αυτή την ιστορία να πρωταγωνιστούν μόνο γυναίκες;

Ναι, γιατί έγραψα το σενάριο με την Έλα (σ.σ. Eλα Εβερμπι) στο μυαλό μου. Αυτό διαμόρφωσε καθοριστικά το σενάριο - η ηθοποιός μου. Πάντα το κάνω αυτό: γράφω έχοντας συγκεκριμένους ηθοποιούς για τους ρόλους, οπότε φροντίζω να κουμπώνει η ιστορία με τους ηθοποιούς μου. Πάντως, ναι, επέλεξα συνειδητά να είναι μία ιστορία γυναικών - θα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό αν, για παράδειγμα, μιλούσα για ένα γκέι 17χρονο αγόρι που ερωτευόταν έναν καθηγητή του και ζούσε με τον πατέρα και τον παππού του. Με ενδιέφερε να είναι γυναίκες, να εξερευνήσω τις δικές τους σκέψεις, τη δική τους επεξεργασία των καταστάσεων.

Είχατε ξαναδουλέψει με την Έλα - όταν ήταν 12 χρονών. Πόσο ενδιαφέρον είχε να την ξανασυναντήσετε, πιο μεγάλη για αυτήν εδώ την ταινία;

Ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον αυτό. Ήθελα πάρα πολύ. Πρώτον γιατί βλέπεις κατά πόσο έχει ωριμάσει ως άνθρωπος, έχει αποκτήσει εμπειρίες ως ηθοποιός. Αλλά επίσης γιατί υπάρχει μία κερδισμένη εμπιστοσύνη από παλιά, κι αμέσως κόβεις δρόμο - μπορείς να προκαλέσεις άλλα όρια, μέσα σου αλλά και στην ηθοποιό σου. Οπότε χάρηκα πάρα πολύ που η Έλα ήταν η πρωταγωνίστρια εδώ, συνεργαστήκαμε τόσο ελεύθερα, ζεστά, ουσιαστικά.

Πώς 3 γυναίκες, σε διαφορετικές ηλικίες, πλησιάζουν τη σεξουαλικότητα τους με ενδιέφερε πάρα πολύ. Για το 17χρονο κορίτσι είναι ένα ξύπνημα, όλα είναι καινούργια, είναι στην αρχή. Η 50χρονη μητέρα είναι στο tinder, βγαίνει ραντεβού, είναι ενεργή. Η γιαγιά έχει αποσυρθεί, έχει κοιμήσει αυτό το κομμάτι της. Όμως όλες είναι μόνες. Κι όλες έχουν μία κοινή ανάγκη: κάποιον να τις αγαπάει. Ολες ποθούν ένα ζεστό σώμα να τις παίρνει αγκαλιά. Ήθελα να το συζητήσουμε ανοιχτά αυτό...»

Dag Johan Haugerud

Πόσο ενδιαφέρον ότι συνομιλούν 3 γενιές γυναικών μέσα στην ταινία - έφηβη, μητέρα, γιαγιά. Με δικές τους ανάγκες απέναντι στον έρωτα, σε εντελώς διαφορετική ηλικία, με άλλο βλέμμα, άλλες ανάγκες, άλλες ματαιώσεις.

Έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτικός στο πώς χειρίζομαι τις 3 ηρωίδες, καθώς ξέρω πάρα πολύ καλά ότι οι γενικεύσεις δεν ισχύουν - ο κάθε άνθρωπος έχει ένα διαφορετικό αποτύπωμα ταυτότητας, σεξουαλικότητας. Ένα διαφορετικό βλέμμα στη ζωή. Όμως, ακόμα και συμβολικά, το να δείξεις πώς 3 γυναίκες σε διαφορετικές ηλικίες πλησιάζουν τη σεξουαλικότητα τους με ενδιέφερε πάρα πολύ. Για το 17χρονο κορίτσι είναι ένα ξύπνημα, όλα είναι καινούργια, είναι στην αρχή. Η 50χρονη μητέρα είναι στο tinder, βγαίνει ραντεβού, είναι ενεργή. Η γιαγιά έχει αποσυρθεί, έχει κοιμήσει αυτό το κομμάτι της. Όμως όλες είναι μόνες. Κι όλες έχουν μία κοινή ανάγκη: κάποιον να τις αγαπάει, έναν πόθο για ένα ζεστό σώμα να τις παίρνει αγκαλιά. Ήθελα να το συζητήσουμε ανοιχτά αυτό. Το συζητήσαμε και με κάθε μία από τις ηθοποιούς μου - τις ρώτησα πώς νιώθουν, πώς αντιμετωπίζουν τον έρωτα σε αυτό το στάδιο της ζωής τους. Αν επιθυμούν κι αν έχουν ανάγκη να επιθυμούνται.

Είναι σπαρακτικό πάντως να ακούς τη γιαγιά να λέει ότι δεν θα έχει ποτέ την ευκαιρία μιας ερωτικής αγκαλιάς, ότι είναι αόρατη. Και το ότι ακόμα λαχταρά την επιθυμία φαίνεται και στη σκηνή της σκάλας του Ιακώβ. Πώς σας ήρθε αυτή η ιδέα;

Ήταν μία ωραία παρομοίωση του θαύματος - να ανεβαίνει μία γυναίκα τη σκάλα της πίστης ότι οι ουρανοί θα την οδηγήσουν στη Γη της Επαγγελίας, αλλά με χιούμορ εδώ να υπονοούμε ότι αυτό είναι το σεξ. Η ιδέα ήρθε γιατί αυτή η σκάλα υπάρχει στα βόρεια της πόλης, στο ποτάμι. Παλιότερα ήταν βατήρας σκι - οπότε καταλαβαίνετε πόσο ψηλά φτάνει, αλλά πόσες εκατοντάδες σκαλοπάτια πρέπει να ανέβει. Όλοι οι άγγελοι προχωρούν προς τα πάνω, προς την ηδονή, και η γιαγιά προσπαθεί να ανέβει κι εκείνη. Πάντως είχε ενδιαφέρον, μιλώντας με γυναίκες και άντρες αυτής της ηλικίας - όλοι ζηλεύουν τα νιάτα. Όλοι θα ήθελαν να ξαναζήσουν τον έρωτα με ένα νεανικό κορμί. Κανείς όμως με ένα νεανικό μυαλό. Κανείς δεν ήθελε να επιστρέψει στην ηλικία της ανασφάλειας, της αβεβαιότητας. Όλοι ήθελαν να ξαναγίνουν νέοι αλλά να κρατήσουν την εμπειρία που κέρδισαν από τα χρόνια.

Dag Johan Haugerud

Είχε και κάτι βαθιά μελαγχολικό ότι η αυτή η γυναίκα είναι ένας άνθρωπος του πνεύματος που κάποια στιγμή παραδέχεται ότι «έμεινε με το πνεύμα». Είναι τυχαίο, ή πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες που έρχονται τόσο κοντά με τις ευαισθησίες τους έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να επικοινωνήσουν;

Αυτό ακριβώς ήθελα να πω (γελάει αυτοσαρκαστικά). Όταν ήταν να γράψω το σενάριο είχα στο μυαλό μου μία φίλη συγγραφέα, δεν θα την κατονομάσω. Τα βιβλία της είχαν μεγάλη επιτυχία αλλά εκείνη σταμάτησε κάποια στιγμή να γράφει. Συνειδητοποίησε ότι ήθελε να ζήσει. Μετά από λίγο επέστρεψε στο λάπτοπ της και μου είπε τη φράση «αποφάσισα να φύγω από το φάσμα της δημιουργίας και να επιστρέψω στη ζωή - με μεγάλη αποτυχία». Νομίζω ότι ένας πνευματικός άνθρωπος, ή κάποιος που νιώθει πολλά, πάρα πολύ έντονα, κάθε στιγμή, είναι πολύ δύσκολο να ζήσει με συμβιβασμούς και υποκοριστικά. Απογοητεύεται. Και ταυτόχρονα απογοητεύει γιατί είναι σε άλλη σφαίρα, δεν γίνεται κατανοητός, είναι δύσκολος στη συμβίωση.

Πόσο απλό ή σύνθετο ή ανέφικτο είναι να επιχειρήσει κάποιος να καταλάβει την GenZ γενιά; Οι γυναίκες στην ταινία προσπαθούν, εσείς το καταφέρνετε - ως σκηνοθέτης, ως σεναριογράφος που θέλει να απεικονίσει ένα αληθινό κορίτσι και τα προβλήματα του;

Ω, δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να σκέφτεται έτσι. Γιατί τη στιγμή που σταματάς να προσπαθείς να καταλάβεις τον άλλον, τη στιγμή που το θεωρείς ανέφικτο να πλησιάσεις και να τον ακούσεις, αυτή είναι και η στιγμή που αποκόβεσαι από κάθε πραγματικότητα. Η Έλα ήταν 17 χρονών όταν αρχίσαμε να συζητάμε για την ταινία - ίδια ηλικία με την ηρωίδα της. Την πλησίασα με σεβασμό, της έδωσα χώρο και χρόνο να εκφραστεί απέναντι στην ιστορία, την άκουγα πολύ προσεκτικά - την αντιμετώπισα ως ενήλικα. Κι έπρεπε να ανταποκριθεί κι ως ενήλικας - είχε υποχρεώσεις ως επαγγελματίας. Έπρεπε να με εμπιστευτεί κι έπρεπε να την εμπιστευτώ. Από την άλλη δεν μπορούσα να αγνοήσω ότι είχα στα χέρια μου μία έφηβη και έπρεπε κι εγώ να προσαρμοστώ στις δικές της ανάγκες. Όμως δεν υπήρξε συγκατάβαση - μόνο σεβασμός κι αγάπη. Νομίζω ότι αυτό είναι το κλειδί κάθε φορά που δυο άνθρωποι πρέπει να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον.

Dag Johan Haugerud

Πάντως υπάρχει και κάτι άλλο στην ταινία με τις διαφορετικές γενιές που κουβαλούν και μία εντελώς διαφορετική πολιτική φωνή. Κι έχουν όλες δίκιο - η γιαγιά είναι μια φεμινίστρια των 60ς, η μητέρα η πρώτη κατοχυρωμένη στην ισότητα, η 17χρονη κοπέλα δεν ενδιαφέρεται να σηκώσει κανένα λάβαρο φεμινισμού ή queer χειραφέτησης, απλώς ερωτεύτηκε. Πόσο σας ενδιέφερε να ανοίξετε αυτό το διάλογο για τις μπερδεμένες γενιές απέναντι στον έρωτα και την προσωπική ταυτότητα την εποχή του #metoo;

Eίναι κάτι που με βασανίζει προσωπικά. Ζούμε σε αρκετά έντονους καιρούς που τα gender politics, η queer οριοθέτηση, όλα όσα αγωνιστήκαμε κι αγωνιζόμαστε έχουν μεγάλη σημασία, την οποία καθόλου δε θέλω να μειώσω. Ειδικά όταν βλέπουμε ότι ο κόσμος επιστρέφει σε επικίνδυνες εποχές. Όταν μεγάλωνα εγώ στη δεκαετία του 70 ήταν ήδη κάτι το κερδισμένο ότι η μητέρα μου είχε τα ίδια δικαιώματα με τον πατέρα μου. Μετά ακολούθησε ένα πολύ μεγάλο αρνητικό ρεύμα για όλα αυτά και έχουμε φτάσει στο σημείο να πρέπει να υπερασπιστούμε από την αρχή τις θέσεις μας σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Από την άλλη όμως νιώθω ότι αυτή η οχύρωση, η ανάγκη να επιλέξεις και να βροντοφωνάξεις το κουτάκι μέσα στο οποίο ανήκεις, σε κάνει να χάνεις πολλές από τις υπόλοιπες εμπειρίες της ζωής. Γιατί είσαι τόσο αυστηρά περιορισμένος στην «ταυτότητα σου» που δεν έχεις χώρο, ή περιθώριο για κάτι άλλο. Είμαστε συνεχώς ετοιμοπόλεμοι. Ήθελα να το σχολιάσω κάπως κι αυτό.

Σινεμά για μένα σημαίνει προσπάθεια να καταλάβεις τη ζωή και να βοηθήσεις και τους δίπλα σου να την καταλάβουν. Η ευκαιρία να δεις κάτι διαφορετικό από τον δικό σου κόσμο, να ακούσεις κάτι άλλο από τις απόψεις σου. Το σινεμά είναι μία γέφυρα ανάμεσα σε σένα και το ξένο. »

Dag Johan Haugerud

Καταλαβαίνετε όμως ότι ένας έρωτας ανάμεσα σε μία καθηγήτρια και μια ανήλικη μαθήτρια της στις μέρες μας ανοίγει επικίνδυνα μονοπάτια…

Φυσικά. Όπως καταλαβαίνω επίσης ότι αν ήταν άντρας καθηγητής και μαθήτρια, ή άντρας καθηγητής και μαθητής θα ήταν εντελώς διαφορετική η ενέργεια της ταινίας και το αντίκτυπο της ιστορίας στο κοινό. Νομίζω ότι το εύρημα της λογοτεχνίας, η δημιουργική φαντασία ενός κοριτσιού που κρατά ημερολόγιο και δεν ξέρουμε αν όλα αυτά είναι αλήθεια ή ονείρωξη, διευκολύνει να χαλαρώσουμε και να εισπράξουμε την ιστορία με άλλο φίλτρο. Και με ενδιέφερε πολύ να δω πώς ένας θεατής, εντελώς ελεύθερος, εισπράττει μία ερωτική ιστορία. Την βλέπει ως κομμάτι της #metoo συζήτησης, την αντιμετωπίζει διαφορετικά ανάλογα φύλου ή ηλικίας; Όλα αυτά με απασχόλησαν πολύ. Γιατί φυσικά υπάρχουν φρικτές ιστορίες παρενόχλησης ή ακόμα και κακοποίησης μαθητών από καθηγητές τους, και στη Νορβηγία και σε όλο τον κόσμο. Μία κυριολεκτική ιστορία, όχι η απόδοση ενός εφηβικού έρωτα στο χαρτί, θα ήταν επικίνδυνη…

Ζήλεψα πολύ αυτή την επικοινωνία των τριών γενιών. Είναι κομμάτι μίας προχωρημένης πολιτισμικά, πολιτικά, ηθικά κοινωνίας να μπορούν τρεις γενιές να μιλούν μεταξύ τους για το σεξ, χωρίς ταμπού ή shaming. Είναι η δική σας εμπειρία - έτσι μεγαλώσατε στο Βορρά;

Είναι κομμάτι της εμπειρίας μου ναι. Στη Σκανδιναβία πάντα υπήρχε μία ανεπτυγμένη ελευθερία για το σώμα, για τον έρωτα, για την ανθρώπινη φύση. Μη φανταστείτε όμως ότι δεν έχουμε τα κολλήματα μας ή ότι όλα είναι τόσο ρόδινα.

Επίσης πρέπει να θυμάστε ότι δεν ήρθε η εγγονή/κόρη να τους μιλήσει για το σεξ. Το διάβασαν. Τους έδωσε τα γραπτά της. Κι αυτό δημιουργεί ένα φίλτρο διαφορετικό. Αν ερχόταν να τους μιλήσει, αν έπιαναν κάτι στο βλέμμα της «το παιδί μου έπαθε κάτι κακό», ίσως είχαν φιλτράρει αυτό τον έρωτα πολύ διαφορετικά. Όταν διαβάζουμε κάτι το κατανοούμε αλλιώς, παίρνουμε το χρόνο μας.

Dag Johan Haugerud

Έχει πολύ ενδιαφέρον πώς σχεδιάσατε το σύμπαν της ταινίας. Από το φως που το χειρίζεστε ζεστό αλλά εκτυφλωτικό, σαν παρομοίωση της κάψας του έρωτα που θαμπώνει την πραγματικότητα. Μέχρι τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία - το εύρημα με το πλέξιμο των μάλλινων ρούχων που αγκαλιάζουν το δέρμα…

Αυτός ήταν ο στόχος. Χαίρομαι που το προσέξατε - η τονικότητα της ταινίας, οι φωτισμοί της έπρεπε να έχουν αυτή την φαντασιακή προσέγγιση. Πρώτον γιατί έτσι ζεις την αρχή ενός έρωτα, τυφλωμένος, φορώντας ροζ γυαλιά και βλέποντας τη ζωή ξαφνικά να έχει ζεστά, φιλικά χρώματα. Αλλά, κυρίως, γιατί έπρεπε συνεχώς ο θεατής να νιώθει ότι δεν ξέρει ακριβώς τι βλέπει. Είναι αλήθεια όλα αυτά ή περνούν από το μαγεμένο φίλτρο της φαντασίας ενός 17χρονου; Είναι αυτό που έζησε ή η αποτύπωση της λογοτεχνικής του ελευθερίας με τα γεγονότα; Τα πλεκτά ρούχα που είναι μία ολόκληρη τέχνη (και φέραμε ειδικούς καλλιτέχνες στο σετ για να μας βοηθήσουν, οι οποίοι αρνούνται τη λέξη «μαλλί», αλλά την αποδίδουν ως «νήμα»), μεταφέρουν επίσης ατόφια την αίσθηση που έχει ένα χάδι, μία αγκαλιά. Ή την επιθυμία για το χάδι ή την αγκαλιά.

Dag Johan Haugerud

Οι τρεις ταινίες μοιάζουν να είναι κι ένα ερωτικό γράμμα στο Οσλο. Κινηματογραφείτε πολύ διαφορετικά την πόλη σας και ειδικά εδώ φαίνεται σαν να κάνετε κι ένα ξεκάθαρο πολιτικό σχόλιο για το gentrification. Τα εργοτάξια, οι ουρανοξύστες, οι συνοικίες που κατασκευάζονται μόνο για την πλούσια τάξη...

Ήθελα πάρα πολύ να το δείξω όλο αυτό. Είναι αλήθεια και δυστυχώς συμβαίνει παντού στην Ευρώπη - ίσως και στον κόσμο. Παντού βλέπεις παλιές γειτονιές να εξαφανίζονται. Τις χαρακτηρίζουν φτωχικές, «άσχημες», έρχεται η «ανάπτυξη» για να τις κάνει κάτι πλούσιο, άλλο. Και μαζί τους εξαφανίζεται κι ο χαρακτήρας μιας πόλης, η ιστορία της. Οι μνήμες των πολιτών. Αλλά και η ευκαιρία τους να ζουν στην καρδιά της - όλο τους σπρώχνουν σε προάστια εκτός των τειχών, οι νέες συνοικίες είναι πανάκριβες. Η συνοικία που γυρίσαμε στην ταινία έχει τέτοια μέτρα ασφαλείας που ήταν σχεδόν αδύνατον να πάρουμε άδεια για γυρίσματα. Πληρώσαμε πολύ ακριβά, το μεγαλύτερο κομμάτι του budget πήγε στις άδειες εκεί. Κάπως το νιώσαμε στο πετσί μας ότι «δεν μας χωράει πια αυτός ο τόπος». Οπότε το να έχω την ηρωίδα μου να ζει τον παράνομο έρωτα της σε ένα τέτοιο κομμάτι της πόλης, σε ένα τέτοιο κτίριο, είχε και συμβολική σημασία, ναι.

Dag Johan Haugerud

Όλες οι θεματικές που θίγετε όμως παρουσιάζονται μέσα από ένα υπέροχο, ευφυές κωμικό φίλτρο. Κάνετε πλάκα με τις βεβαιότητες μας, με τις πεισμωμένες αξίες μας, με τον δικαιωματισμό μας…

Θεωρώ το χιούμορ απαραίτητο για την επιβίωση μας - εντός κι εκτός μεγάλης οθόνης. Πάντως η κωμωδία προκύπτει από την παρατήρηση - κανείς από τους ήρωες δεν κάνει πλάκα, όλοι μιλούν απολύτως σοβαρά. Αυτό συνέβαινε στην οικογένεια μου. Οι συγγενείς μας που είχαν την μεγαλύτερη πλάκα και τους πειράζαμε ανελέητα ήταν εκείνοι που έπαιρναν τον εαυτό τους πολύ σοβαρά. Η αμηχανία, τα κολλήματα, τα τρωτά της ανθρώπινης φύσης δημιουργούν την off τονικότητα, την κωμωδία. Γιατί ο άνθρωπος που προσπαθεί να μας πείσει με τις βεβαιότητες του είναι αστείος. Και πιστέψτε με είμαι κομμάτι αυτού του ανέκδοτου, δεν το παρατηρώ από ψηλά. Είμαι κι εγώ γελοίος, πολλές φορές.

Dag Johan Haugerud

Η ταινία διαπραγματεύεται πώς στη λογοτεχνία, κάτι πολύ προσωπικό που έγραψε κανείς κι αποθήκευσε σ’ ένα USB, αφήνει τον συγγραφέα εκτεθειμένο σε χιλιάδες ξένα βλέμματα όταν γίνεται βιβλίο. Νιώθετε κι εσείς έτσι όταν κάνετε μία ταινία; Είναι το σινεμά το USB σας, αλλά μετά πρέπει να εκτεθούν προσωπικά συναισθήματα στο κοινό;

(Γελάει) Όχι, όχι. Φυσικά και όταν γράφω ένα σενάριο είναι η φωνή μου, οι σκέψεις μου, τα συναισθήματα μου. Όμως οι ταινίες δεν είναι η ζωή μου - με την έννοια της αποκάλυψης των πιο μύχιων μυστικών μου. Για αυτά έχω το ημερολόγιο μου. Κρατάω ημερολόγιο από μικρό παιδί - εκεί είμαι εντελώς εκτεθειμένος. Με τις ταινίες, το γνωρίζεις: θα γράψεις, θα γυρίσεις κάτι και μετά θα το αφήσεις ελεύθερο να ακουμπήσει, ή όχι, το κοινό. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο. Έχεις αποδεχθεί όμως τη σύμβαση ότι ετοιμάζεις κάτι που θα εκτεθεί στα βλέμματα του κόσμου. Είναι κι αυτό μια κάθαρση.

Για τον Κεν Λόουτς το σινεμά είναι ένα μέσο διεκδίκησης και καταγγελίας. Για τον Σπίλμπεργκ, το μεγάλο παραμύθι που λέει αλήθειες. Για τον Φελίνι το φίλτρο για να πλησιάσει στο Θεό. Για εσάς;

Σινεμά για μένα σημαίνει προσπάθεια να καταλάβεις τη ζωή και να βοηθήσεις και τους δίπλα σου να την καταλάβουν. Η ευκαιρία να δεις κάτι διαφορετικό από τον δικό σου κόσμο, να ακούσεις κάτι άλλο από τις απόψεις σου. Το σινεμά είναι μία γέφυρα ανάμεσα σε σένα και το ξένο.

Βρισκόμαστε μία μέρα πριν τα βραβεία. Τι θα σήμαινε ένα βραβείο για εσάς; Πόσο θα σας βοηθούσε στο μέλλον, να πραγματοποιήσετε τα δικά σας κινηματογραφικά Όνειρα;

Λυπάμαι αλλά θα γίνω λίγο πραγματιστής, αν όχι κυνικός. Η εμπειρία μου έχει δείξει ότι στο Νορβηγικό σινεμά τα βραβεία έχουν μία πολύ μικρή αξία: βοηθούν λίγο καλύτερα στο μάρκετινγκ της συγκεκριμένης ταινίας. Ελάχιστα, ή και καθόλου, δεν παίζουν ρόλο για την επόμενη ταινία σου. Ίσως αν κυνηγούσα μία συμπαραγωγή, αν ήθελα να δουλέψω στο μέλλον σε άλλη χώρα με ξένους ηθοποιούς, ένα ευρωπαϊκό βραβείο σαν αυτό της Berlinale να βοηθούσε. Όμως εγώ θέλω να κάνω ταινίες στη χώρα μου, με νορβηγικό σενάριο και Νορβηγούς συνεργάτες. Και σε αυτές τις συνθήκες και τη Χρυσή Άρκτο να έπαιρνα απόψε κανείς δε θα έδινε σημασία…

Το 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου έλαβε χώρα από τις 13 μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου. Το Flix βρέθηκε εκεί και σας μετέφερε, ζωντανά, όλα όσα συνέβησαν μέσα και έξω από τις αίθουσες μέσα από το ειδικό τμήμα του αφιερωμένο στη Berlinale2025