Οποιος έχει παρακολουθήσει τη μοναχική διαδρομή της Κέλι Ράιχαρντ μέσα από ταινίες όπως το «Wendy & Lucy» και «Meek’s Cutoff» θα αναγνωρίσει αμέσως την υπογραφή της σε αυτό το μικρό, σκοτεινό θρίλερ που ξεκινάει ως ένα σχόλιο πάνω στον οικολογικό ακτιβισμό για να μετατραπεί γρήγορα σε μια σπουδή χαρακτήρων πάνω στην ενοχή και την... ενηλικίωση.
Η ιστορία του «Night Moves» ξεκινάει όταν τρεις εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι μεταξύ τους και μάλλον από μια αυθόρμητη οικολογική ευαισθησία και όχι απόλυτα συνειδητή ακτιβιστική δράση αποφασίζουν να ανατινάξουν ένα υδροηλεκτρικό φράγμα στο Ορεγκον της Αμερικής.
Αυτοί είναι η Ντένα και ο Τζος, δύο νεαροί οικολογικοί ακτιβιστές που ζουν και εργάζονται σε αγροτικές κοινότητες και διοργανώνουν προβολές οικολογικών ντοκιμαντέρ, αποφασίζοντας πως για πρώτη φορά στη ζωή τους πρέπει να περάσουν στην ενεργό δράση. Με τη βοήθεια ενός πρώην πεζοναύτη που γνωρίζει πως να κατασκευάσει τον εκρηκτικό μηχανισμό που χρειάζονται, θα ανατινάξουν ένα παράνομο υδροηλεκτρικό φράγμα, σίγουροι για την επιτυχία τους. Μέχρι τη στιγμή που η εξαφάνιση ενός ανθρώπου που εκανε κάμπινγκ στο φράγμα, θα τους φέρει αντιμέτωπους με την αλήθεια...
Το «Night Moves» δεν είναι το τυπικό θρίλερ που φαντάζεστε. Δεν είναι καν το τυπικό «ακτιβιστικό» φιλμ που φαντάζεστε. Χωρίς πολλά λόγια, η Ράιχαρντ χρησιμοποιεί το σκηνικό του Ορεγκον σαν τον βασικό πρωταγωνιστή της, χτίζοντας πάνω του μικρές ανθρώπινες στιγμές αποφασιστικότητας, αμφιβολίας, ενοχών και μια ψυχολογικής διαδρομής που μοιάζει να διασχίζει περισσότερο την απόσταση ανάμεσα στον ακτιβισμό και τις παράπλευρες απώλειές του, σχολιάζοντας ταυτόχρονα την μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους Αμερική που έχει ταυτίσει οριστικά και αμετάκλητα οποιαδήποτε «έκρηξη» με μια τρομοκρατική ενέργεια.
Η Ράιχαρντ κάνει πολιτικό σινεμά, ακόμη και όταν οι κώδικές της θυμίζουν περισσότερο ένα χιτσκοκικό θρίλερ και η γραφή της είναι καθαρά ευρωπαϊκή, τουλάχιστον με την έννοια που θα περιέγραφε ένας μέσος Αμερικάνος. Βυθίζοντας τον θεατή σε ένα σχεδόν παραισθησιογόνο - αλλά πάντα νατουραλιστικό - σκοτάδι που αντικατοπτρίζεται στα πρόσωπα των ηρώων της (εξαιρετικοί η Ντακότα Φάνινγκ και ο Τζέσε Αϊζενμπεργκ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους), οδηγεί το φιλμ της σε ντοστογιεφσκικά μονοπάτια, μεταφέροντας την προβληματική μιας κοινωνικής δράσης στην απόλυτα ανθρώπινη διάσταση.
Αν η ταινία της δεν λειτουργεί τόσο καλά όσο τα παραπάνω υλικά της και καταλήγει μάλλον σε ένα λιγότερο ενδιαφέρον φιλμ από αυτό που θα μπορούσε να είναι, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός πως το «Night Moves» είναι μια βαριά ταινία με κάθε σημασία του όρου: είτε πολιτικά, είτε ψυχολογικά, είτε απλά σε ρυθμό αφήγησης η Ράιχαρντ δίνει στην ιστορία της μια αχρείαστη αίσθηση υπερβολικής σοβαρότητας που δεν αργεί να καταλήξει σε σοβαροφάνεια (και σε στιγμες και σε μια επιφανειακή ηθικολογία), αλλά και σε μια διαρκή ερώτηση που - ευτυχώς ίσως - δεν έχει καμία πρόθεση να απαντήσει ούτε η ίδια: τι ακριβώς είσαι διατεθειμένος να θυσιάσεις για τον ακτιβισμό και πόσο ο σκοπός αγιάζει τα μέσα όταν η πρόθεσή σου είναι να αλλάξεις αυτόν τον κόσμο;