«Να αναρωτιέσαι τι είδους ζωή θες. Τι θα ήθελες να κάνεις μέρα με τη μέρα, με ποιον και σε ποιο μέρος. Να αναλογίζεσαι τη ζωή που ζεις. Και να κάνεις καθημερινά ένα πράγμα, όσο μικρό κι αν είναι για να μειώσεις το κενό ανάμεσα στις δύο αυτές ζωές.»
Στα 89 της χρόνια η Μάγκι Σμιθ αποχαιρετά φλεγματικά όπως έζησε τη ζωή της - πάνω στη σκηνή, μέσα στα κινηματογραφικά σετ και στην τηλεόραση - αυτόν τον κόσμο που της χάρισε δύο Οσκαρ, τρία Emmy και δεκάδες άλλες βραβεύσεις, λατρεία και memes που αντέχουν στον χρόνο, δυο σπουδαίους ρόλους σε ηλικία που άλλες θα έπαιρναν σύνταξη - στις ταινίες της σειράς του Χάρι Πότερ και στο «Downton Abbey» - και μια δικαιωματική δική της θέση στην ιστορία της παγκόσμιας show biz.
Στο «Oh! What a Lovely War»
«Με μεγάλη λύπη πρέπει να ανακοινώσουμε τον θάνατο της Dame Μάγκι Σμιθ», δήλωσαν οι γιοι της Τόμπι Στίβενς και Κρις Λάρκιν σε μια κοινή τους δήλωση. «Εφυγε από τη ζωή ειρηνικά στο νοσοκομείο νωρίς σήμερα το πρωί, Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου περιτριγυρισμένη από οικογένεια και φίλους. Αφήνει δύο γιους και πέντε αγαπημένα εγγόνια που είναι συντετριμμένα από την απώλεια της εξαιρετικής μητέρας και της γιαγιάς τους. Θα θέλαμε με αυτήν την ευκαιρία να ευχαριστήσουμε το υπέροχο προσωπικό του Νοσοκομείου Chelsea and Westminster για τη φροντίδα και την απεριόριστη καλοσύνη τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών της.»
Η Μάγκι Σμιθ είναι από τις λίγες ηθοποιούς που κατάφερε να κερδίσει αμέτρητους καινούργιους θαυμαστές πατώντας τα 80 της χρόνια πρωταγωνιστώντας στις ταινίες του «Χάρι Πότερ» στον ρόλο της καθηγήτριας Μινέρβα ΜακΓκόναγκαλ, αλλά στην εξαιρετικά επιτυχημένη σειρά «Downton Abbey» από το οποίο κέρδισε δύο Emmy και ήταν υποψήφια για άλλα δύο για τον ρόλο της Βασιλομήτορος Κοντέσας του Γκράντθαμ, Βάιολετ Κρόλεϊ.
Γεννημένη το 1943 στο Εσεξ της Μ. Βρετανίας, η Μάγκι Σμιθ σπούδασε θέατρο στο Oxford Playhouse School. Μέχρι το 1952 εμφανιζόταν σε θεατρικές παραγωγές της Οξφόρδης, ειδικότερα σε επιθεωρήσεις, όπως το «On the Fringe», με το οποίο έκανε και περιοδεία. Οταν η παράσταση έφτασε στο West End, ο Αμερικανός παραγωγός Λέοναρντ Σίλμαν την είδε και της ζήτησε να συμμετάσχει στο βαριετέ σόου του Broadway «New Faces of 1956», κάνοντάς την έτσι τη μόνη Βρετανίδα ηθοποιό στον θίασο.
Με τον Πίτερ Ουστίνοφ στο «Hot Millions»
Με τον Μάικλ Κέιν στο «California Suite»
Το Χόλιγουντ άρχισε την προσέχει δίνοντάς της έτσι έναν δεύτερο ρόλο στην ταινία «The V.I.P.s» του 1963 με πρωταγωνιστές τους Ρίτσαρντ Μπάρτον και Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ενώ την επόμενη χρονιά έπαιξε στο δράμα «The Pumpkin Eaters», με πρωταγωνίστρια την Αν Μπάνκροφτ. Στη συνέχεια, ο Λόρενς Ολιβιέ της ζήτησε να συμμετάσχει στο Royal National Theatre ως Δυσδαιμόνα του στον «Οθέλλο», που της χάρισε θεατρική αναγνώριση και υποψηφιότητα για Οσκαρ για την κινηματογραφική του εκδοχή. Για το Royal National Theatre έπαιξε σε παραγωγές όπως «The Recruiting Officer», «The Master Builder», (μια εξαιρετική ερμηνεία) στο «Hay Fever», «Much Ado About Nothing», «Miss Julie», «Black Comedy», «A Bond Honoured» και την «Εντα Γκάμπλερ» σε σκηνοθεσία του Ινγκμαρ Μπεργκμαν, ρόλος για τον οποίο κέρδισε ακόμη βραβείο Evening Standard το 1970.
Μια δεύτερη υποψηφιότητα για Οσκαρ ήρθε για το «Ταξίδια με τη Θεία μου» του Τζορτζ Κιούκορ. Πρώτο Οσκαρ για το «Τhe Prime of Miss Jean Brody» του 1970, αποκαλυπτική στο «California Suite» του Νιλ Σάιμον, τόσο πολύ που κέρδισε ένα δεύτερο Οσκαρ, αυτή τη φορά για δεύτερο γυναικείο ρόλο. Αλλοι κινηματογραφικοί της ρόλοι περιελάμβαναν τα «Clash of the Titans», «Quartet», «Εγκλημα Κάτω από το Ηλιο» και «Better Late Than Never».
Ασταμάτητη, θα εμφανιζόταν στα μισά της δεκαετίας του '80 σε ταινίες όπως στα «A Private Function», σε σενάριο Αλαν Μπένετ, και «Δωμάτιο με Θέα», που της έφεραν μια πέμπτη υποψηφιότητα για Οσκαρ. Τόσο το «A Private Function» και το «The Lonely Passion of Judith Hearne» της χάρισαν βραβεία BAFTA για την καλύτερη ηθοποιό.
Μαγική ως Καθηγήτρια Μίνέρβα ΜακΓκόναγκαλ στη σειρά ταινιών του Χάρι Πότερ
Αξέχαστη ως Βάιολετ Κρόλεϊ στο «Downton Abbey»
Εμφανίστηκε σε πολλές ταινίες, όπως το «Hook» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, το «Sister Act» και το σίκουελ του, «The Secret Garden», το «The First Wives' Club», το «Washington Square» και στο εξαρετικό «Ριχάρδος Γ'» δίπλα στον Ιαν ΜακΚέλεν. Εμφανίστηκε επίσης στο «It All Came True» με τον Μάικλ Κέιν αλλά και δίπλα στη Σερ στο «Tσάι με τον Μουσολίνι». Στην τηλεόραση, έμεινε αξέχαστη στα «Memento Mori» και «Suddenly Last Summer» (που της έφερε υποψηφιότητα για Emmy), μαζί με τις εμφανίσεις στις τηλεταινίες «All the King's Men» και «David Copperfield» (άλλη μια υποψηφιότητα για Emmy).
Κέρδισε ένα Emmy το 2003 για την τηλεταινία του HBO «My House in Umbria», προτάθηκε ξανά το 2010 για το «Capturing Mary» και μετά κέρδισε άλλα δύο για τον ρόλο της Κοντέσας του Γκράντθαμ, Βάιολετ Κρόλεϊ στη διάσημη τηλεοπτική σειρά «Downton Abbey». Στη δεκαετία του 2000, η Σμιθ έπαιξε σε αρκετές ταινίες σε δεύτερους ρόλους, όπως στα «Gosford Park», «Divine Secrets of the Ya-Ya Sisterhood», «Becoming Jane», «Keeping Mum» και «Nanny McPhee Returns».
Αποθεώθηκε από τις μάζες των θαυμαστών της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ όταν έπαιξε τη Μινέρβα ΜακΓκόναγκαλ στη σειρά ταινιών «Χάρι Πότερ». Ωστόσο, εν μέσω της παραγωγής των ταινιών αυτών η Σμιθ, σε ηλικία 74 ετών, διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού. Ομως ανάρρωσε πλήρως και επέστρεψε στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη.
Το 1990, ονομάστηκε Dame Commander της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, μια από τις ελάχιστες της γενιάς της, συμπεριλαμβανομένων των Τζούντι Ντεντς και Νταϊάνα Ριγκ.
Κερδίζοντας το βραβείο καλύτερης ηθοποιού για το «The Lady in the Van» στα βραβεία του London Evening Standard το 2016
Μαζί με την Τζούντι Ντεντς στο «The Breath of Life» του Theatre Royal Haymarket το 2002
Ενας Βρετανός κριτικός έγραψε κάποτε για εκείνη πως έχει τη «δύναμη να σε κάνει να δείχνεις και να ακούς συνέχεια, λακωνική και νευρική, υπέροχη στην κωμωδία, συγκινητική στο πάθος, μια ηθοποιός-στολίδι». Ακόμη και οι επικριτές της, που παραπονέθηκαν ότι οι τρόποι της - διαρκώς προεξέχοντες αγκώνες, ιπτάμενα χέρια, έντονες φωνητικές κλίσεις - αμαύρωσαν ορισμένες από τις παραστάσεις της δεν μπορούσαν να αμφισβητήσουν τον αντίκτυπο της θεατρικής της ενέργειας.
Με το γνωστό της φλεγματικό χιούμορ, ενοχλημένη από τέτοια παράπονα, απάντησε ότι ήταν καλύτερα να κάνεις πάρα πολλά στη σκηνή παρά πολύ λίγα.
Οπως και άλλοι εκπληκτικά ταλαντούχοι ηθοποιοί το βάθος και το εύρος του ταλέντου της μερικές φορές την έφτανε στα άκρα. Αλλά όταν μπορούσε να ελέγξει τα όριά της, της ήταν αξέχαστη, τραβώντας επιδέξια την προσοχή του κοινού και κλέβοντας σκηνές από όλους τους γύρω της. Σε αντίθεση με άλλους ηθοποιούς της γενιάς της, η Σμιθ δεν ανήκε στη σχολή υποκριτικής του Λόρενς Ολίβιε. Πόλλοί την έβλεπαν φρέσκια και ανάλαφρη και η ίδια αποδείχθηκε ότι αυτό ήταν μια ανάμεικτη ευλογία. Οταν ήταν μικρή έπρεπε να πείσει τους άλλους ότι ήταν μια σοβαρή ηθοποιός ικανή να σε κερδίσει.
Οπως είχε πει εξάλλου κάποτε «δεν είναι δουλειά σου να κάνεις τους άλλους να νιώθουν άνετα με αυτό που είσαι.» Εμείς απλά το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να εναποθέσουμε την αμέριστη ευγνωμοσύνη και τα σέβη μας σε μια σπουδαία ηθοποιό, γυναίκα, περσόνα που έφυγε σήμερα.