Buzz

Ενα αντίο στον Ζαν-Πολ Μπελμοντό

στα 10

Αποχαιρετώντας τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό που πέθανε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2021, σε ηλικία 88 ετών, αποχαιρετάει κανείς την ιστορία του γαλλικού σινεμά, έτσι όπως αυτή γράφτηκε με ένα τσιγάρο μόνιμα κολλημένο στο στόμα και, φυσικά, με...κομμένη την ανάσα.

Ενα αντίο στον Ζαν-Πολ Μπελμοντό

Δεν είναι τυχαίο πως κάθε κείμενο που έχει γραφτεί για τον Ζαν Πολ Μπελμοντό τα τελευταία σαράντα χρόνια ξεκινάει και τελειώνει με μια αναφορά στο «Με Κομμένη την Ανάσα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ.

Oχι, το ντεμπούτο του Γκοντάρ δεν ήταν o καλύτερος ρόλος που έπαιξε ποτέ ο Μπελμοντό, αλλά ήταν με διαφορά η ταινία που αποφάσισε πως στο πρόσωπο του 27χρονου τότε ηθοποιού το νέο γαλλικό σινεμά είχε μόλις ανακαλύψει τον πρώτο του μεγάλο ήρωα. Και το να ταυτιστείς με το «νέο κύμα» θα ήταν απλά μια μεγάλη τύχη, αν δεν βρισκόσουν στην προνομιακή θέση να έχεις ανάγκη το «νέο κύμα» όσο σε έχει και αυτό.

Χρειάστηκαν μόλις 87 λεπτά. Οσα διαρκεί το «Με Κομμένη την Ανάσα». Μέσα σε αυτά, ο Μπελμοντό πρόλαβε να κλέψει, να σκοτώσει, να κάνει σεξ, να αγαπήσει, να προδώσει, να πεθάνει. Κι όλα αυτά διατηρώντας ακατέργαστη μια ποιητική ελαφρότητα που κανείς Γάλλος ηθοποιός δεν είχε επιδείξει ποτέ μέχρι τότε. Ταυτόχρονα (μέσα σε αυτά τα 87 λεπτά), ο Μπελμποντό ανακηρύχθηκε σε style icon, αυθεντικό απόγονο των πρωταγωνιστών των αμερικανικών φιλμ νουάρ, σεξουαλικό σύμβολο, καταραμένο ποιητή, ένα ηθοποιό-φετίχ, που ακόμη και αν δεν ξανάπαιζε ποτέ σε καμια άλλη ταινία είχε ήδη γίνει κλασικός.

Μπορεί ο Ζαν Λικ Γκοντάρ να δήλωνε πως «το μόνο που χρειάζεσαι για να κάνεις μια ταινία είναι ένα όπλο και ένα κορίτσι», αλλά είναι σίγουρο δεν θα έφερνε αντίρρηση αν κάποιος πρόσθετε «και τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό».

Jean Paul

Με την ΤζΙν Σίμπεργκ στο «Με Κομμένη την Ανάσα»

Jean Paul

Στα γυρίσματα του «Με Κομμένη την Ανάσα»

Jean Paul

Η θρυλική σκηνή από το «Με Κομμένη την Ανάσα»

Jean Paul

Με την Τζιν Σίμπεργκ στα γυρίσματα του «Με Κομμένη την Ανάσα»

Σε μια συνέντευξη του 1961, ο Μπελμοντό θυμάται την ημέρα που ο Γκοντάρ του έδωσε το σενάριο του «Με Κομμένη την Ανάσα»: «Οταν δέχθηκα το ρόλο, μου έδωσε τρεις σελίδες όπου έγραφε “Ο Μισέλ φεύγει από τη Μασσαλία, κλέβει ένα αμάξι, θέλει να κάνει σεξ ξανά με το κορίτσι, το κορίτσι δεν θέλει, στο τέλος φεύγει ή πεθαίνει – μένει να αποφασιστεί”. Κάθε πρωί που πήγαινα στο γύρισμα μάθαινα τις νέες περιπέτειες του Μισέλ».

Κάπως έτσι, γραμμένη καθημερινά στα σημειωματάρια του γαλλικού σινεμά υπήρξε και η καριέρα του Μπελμοντό. Ο Λεόν στον «Εφημέριο» του Ζαν Πιερ Μελβίλ (1961), o Αλφρέντ στο «Une Femme Est Une Femme» του Ζαν Λικ Γκοντάρ (1961), ο Σιλιέν στο «Χαφιέ» («Le Doulos» του 1962) του Ζαν Πιερ Μελβίλ, ο «Τρελός Πιερό» του Ζαν Λικ Γκοντάρ (1965), ο Λουί στη «Σειρήνα του Μισσισιπί» του Φρανσουά Τριφό (1969), ο Φρανσουά στο «Μπορσαλίνο» του Ζακ Ντερέ (1970), ο Σταβίσκι στην ομώνυμη ταινία του Αλέν Ρενέ (1974) ήταν όλοι τους ό,τι υπήρξε ποτέ ο Ζαν Πολ Μπελμοντό. Eνα εκρηκτικό μείγμα ανδρισμού, ωραιοπάθειας, αβίαστου ερωτισμού και βίαιου ρομαντισμού φτιαγμένο για να ανατινάζεται κάθε φορά εκεί που δεν το περιμένεις.

Jean paul

Με τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ στα γυρίσματα του «Ο Τρελός Πιερό»

Jean paul

Με την Ανα Καρίνα και τον Ζαν-Κλοντ Μπριαλί στα γυρίσματα του «Une Femme Est Une Femme»

Χωρίς την απόκοσμη ηδυπάθεια του Αλέν Ντελόν και σίγουρα χωρίς την ομορφιά του, ο Μπελμοντό έμελε ωστόσο να μείνει περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό ως «ο άσχημος του γαλλικού σινεμά» (κανείς δεν κατάλαβε ποτέ το γιατί!) και ταυτόχρονα ως ένας από τους πιο διασκεδαστικούς action heroes σε σειρά εμπορικών επιτυχιών (από τον «Aνθρωπο από το Ρίο» του 1964 μέχρι το «Borsalino» του 1970 και τις ταινίες με τον Ζορζ Λοτνέρ στην δεκαετία του '80), που μοίρασαν την καριέρα του στα δύο. Oχι μόνο επειδή το απότομο τέλος της «Νouvelle Vague» θα τον έβρισκε ανίκανο να εξαργυρώσει τη φήμη του με άλλο τρόπο, αλλά κυρίως επειδή ο Μπελμοντό ήταν πάντοτε καλύτερος κινηματογραφικός ήρωας απ' ότι ηθοποιός. Μεγαλώνοντας, τίποτα πάνω του δεν θύμιζε τον Μισέλ του «Με Κομμένη την Ανάσα», εκτός ίσως από το μόνιμα κολλημένο στο στόμα τσιγάρο που υπήρξε σήμα κατατεθέν του για ολόκληρη τη δεκαετία του '60 και που στο πέρασμα του χρόνου θύμιζε σχεδόν αυτοαναφορικό αστείο.

Αλλά ακόμη κι έτσι, με τα χαρακτηριστικά λευκά μαλλιά, ο Μπελμοντό υπήρξε ο ηθοποιός - σταρ που κατάφερε να διασχίσει πέντε δεκαετίες σινεμά σχεδόν αλώβητος. Αφήνοντας μόνο το γεγονός πως έγινε πατέρας στα 70 του χρόνια, την «κίτρινη» σχέση του με μια 33χρονη στρίπερ το 2009 και μια υπόθεση ξεπλύματος βρώμικου χρήματος (γνωστή και ως «υπόθεση Μπελμοντό») να αμαυρώσουν ένα κατά τα άλλα λευκό – ή έστω ασπρόμαυρο – ποινικό μητρώο.

Το 1961, ο Ζαν Πολ Μπελμοντό, μετά την επιτυχία του «Με Κομμένη την Ανάσα» δήλωνε πως «σκοπός μου είναι να γίνω ένας καλός ηθοποιός, όχι ένας μύθος». Μόνο που στην πραγματικότητα ο μόνος Ζαν Πολ Μπελμοντό που υπήρχε και υπάρχει - ακόμη και μετά το θάνατό του - είναι ο μύθος. Γιατί όπως ακριβώς η τύχη του Μισέλ στο «Με Κομμένη την Ανάσα» αποφασίστηκε το ίδιο πρωί των γυρισμάτων ενός από τα πιο κλασικά φινάλε στην ιστορία του κινηματογράφου, η μοίρα του Ζαν Πολ Μπελμοντό υπήρξε γραμμένη όχι από τη ζωή, αλλά από το σινεμά.

Η απώλειά του στα 88 του χρόνια είναι ένα τέλος εποχής που η Γαλλία, ως χώρα, δεν θα συναντήσει πολλά όμοιά του στο μέλλον

Jean Paul

jean paul

Ο Ζαν Πολ Μπελμοντό γεννήθηκε στις 9 Απριλίου 1933 στο Νεϊγί-σιρ-Σεν, βορειοδυτικά του Παρισιού μέσα σε καλλιτεχνική οικογένεια. Ο πατέρας του, Πολ Μπελμοντό, ήταν γλύπτης με ιταλικές ρίζες και η μητέρα ζωγράφος. Ωστόσο, ο μικρός Μπελμοντό δεν είχε φανερώσει καμία καλλιτεχνική κλίση στα εφηβικά του χρόνια. Αντιθέτως, έδειξε από την αρχή κλίση στα αθλητικά. Δεν τα πήγαινε καλά στο σχολείο και το πάθος του σε αυτή την ηλικία ήταν το μποξ και το ποδόσφαιρο, ενώ μάλιστα έκανε και προπονήσεις μποξ.

Αποφάσισε έτσι να γίνει πυγμάχος και στη σύντομη καριέρα του στα ρινγκ ήταν μάλιστα αήττητος. Το ντεμπούτο του το έκανε το 1949 ρίχνοντας νοκάουτ τον αντίπαλό του από τον πρώτο γύρο, αν και την επόμενη κιόλας χρονιά, συνειδητοποιώντας τις θυσίες που έπρεπε να κάνει για να γίνει επαγγελματίας, τα παράτησε. Τότε στράφηκε στην υποκριτική και έγινε δεκτός στην Εθνική Σχολή Δραματικής Τέχνης του Παρισιού και αποφοιτώντας το 1956 βρήκε αμέσως δουλειά στο σινεμά.

Με ένα τσιγάρο μόνιμα στο στόμα του, ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ξεκίνησε την καριέρα του το 1957 παίζοντας μερικά μικρορολάκια σε γαλλικές ταινίες της εποχής και βρέθηκε στην αντίπερα όχθη από τον υπερβολικά όμορφο Αλέν Ντελόν, με τους κριτικούς να χαρακτηρίζουν τον Μπελμοντό «γοητευτικά άσχημο» - αν και πολλές θαυμάστριές του και μη, θα διαφωνούσαν με αυτό.

Les Tricheurs

Les Tricheurs

Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος ήρθε το 1958 με το «Les Copains du Dimanche» και μετά από διάφορες συνεργασίες, όπως με τον σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ στο «Εγκλημα στην Place Pigalle» («Sois Belle et Tais-toi», 1958) και το «Τελευταίο Ραντεβού» («Un Drôle de Dimanche», 1958), τον Μαρσέλ Καρνέ στους «Ζαβολιάρηδες» («Les Tricheurs», 1958), αλλά και τον ρόλο του ως Ντ' Αρτανιάν στην τηλεοπτική ταινία «Οι 3 Σωματοφύλακες», ήρθε ο ρόλος που θα έκανε το όνομά του γνωστό σε μία ταινία που εκπροσώπησε σχεδόν όσο καμία άλλη το «Νέο Kύμα» του γαλλικού σινεμά, την επονομαζόμενη «Nouvelle Vague».

jean paul

Με τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ στα γυρίσματα του «Ο Τρελός Πιερό»

Το αναντίρρητο ταλέντο και η χαλαρή κινηματογραφική παρουσία του Ζαν Πολ Μπελμοντό έτυχαν της προσοχής του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, σε μια ευτυχή συγκυρία που θα απέδιδε σύντομα αριστουργήματα. Ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, που μέχρι τότε είχε σκηνοθετήσει τρεις μικρού μήκους ταινίες, σκηνοθέτησε το 1960 το πασίγνωστο «Με Κομμένη την Ανάσα» («À Bout de Soufflé»), όπου ο Μπελμοντό πρωταγωνιστεί ως κακοποιός που προσπαθεί να ξεφύγει από την αστυνομία και βρίσκει καταφύγιο σε μία εφήμερη ερωτική σχέση με μία Αμερικανίδα. Ο Μπελμοντό ενσάρκωσε τον χαρακτήρα του με μία ποιητική ελαφρότητα που κανείς Γάλλος ηθοποιός δεν είχε επιδείξει μέχρι τότε. Ο ρόλος του Μπελμοντό ως Μισέλ τον καθιέρωσε ως style-icon και παρ’ όλο που οι ρόλοι που προηγήθηκαν ήταν λιγοστοί και ο Μπελμοντό βρισκόταν μόλις στην αρχή της καριέρας του, η ταινία αυτή τον καθιέρωσε ως «κλασικό». Το «Με Κομμένη την Ανάσα» εκτόξευσε τη φήμη του Γκοντάρ και του Μπελμοντό στα ύψη και εγκαινίασε με αριστουργηματικό τρόπο τη νέα σχολή κινηματογραφικής σκέψης που θα έμενε γνωστή ως «Nouvelle Vague» («Νέο Κύμα»). Το γαλλικό σινεμά είχε βρει την απάντησή του στον Αμερικανό Τζέιμς Ντιν.

Την ίδια χρονιά, ο Μπελμοντό έπαιξε στο φιλμ του Βιτόριο ντε Σίκα «Η Ατιμασμένη» («La Ciociara», 1960), η οποία επέκτεινε τη φήμη του σε παγκόσμιο βεληνεκές.

Jean Paul

La Ciocara

Le Doulos

Le Doulos

Jean Paul

Leon Morin

Jean Paul

Από τον «Τρελό Πιερό»

Το 1961 ο Γκοντάρ τον επιστράτευσε και πάλι για το «Η Κυρία θέλει Ερωτα» («Une Femme est une Femme») και την ίδια χρονιά έγινε ο «Εφημέριος» («Léon Morin, Prêtre») του Ζαν Πιερ Μελβίλ, αποσπώντας την πρώτη του υποψηφιότητα για βραβείο BAFTA καλύτερου ξένου ηθοποιού. Την επόμενη χρονιά ξανασυνεργάστηκε με τον Μελβίλ όταν υποδύθηκε τον Σιλιάν, έναν πληροφοριοδότη της αστυνομίας, στην ταινία «Ο Χαφιές» («Le Doulos»), ένα διαμάντι του σινεμά που κατατάχθηκε από το περιοδικό Empire στις 500 καλύτερες όλων των εποχών. Την ίδια χρονιά βρέθηκε στο πλευρό της Κλαούντια Καρντινάλε στη θρυλική κομεντί του Φιλίπ Ντε Μπροκά «Καρτούς («Cartouche»).

Το 1963 έπαιξε στο «Καυτό Πεζοδρόμιο» («Peau de Banane≥) με τη Ζαν Μορό και λίγο αργότερα βρέθηκε και πάλι στα χέρια του Μελβίλ για την ταινία «Ο Mεγάλος Tυχοδιώκτης» («L' aîné des Ferchaux», 1963), όπου υποδύθηκε έναν νεαρό μποξέρ σε ρόλο σωματοφύλακα.

Προσπαθώντας να μην τυποποιηθεί, ο Μπελμοντό έπαιξε στον «Ανθρωπο από το Ρίο («L'Homme de Rio», 1964) του Φιλίπ ντε Μπροκά, μία κομεντί περιπέτεια υποψήφια για Όσκαρ, που αποτέλεσε μεγάλη εμπορική επιτυχία στη Γαλλία και όπου ο Μπελμοντό πρωταγωνιστεί με την αδερφή της Κατρίν Ντενέβ, Φρανσουάζ Ντορλεάκ. Μακριά πια από τις σκηνοθετικές οδηγίες των σκηνοθετών του Νέου Κύματος, ο Μπελμοντό γύριζε με καταιγιστικούς ρυθμούς τη μία ταινία πίσω από την άλλη και στη φιλμογραφία του προστέθηκαν γκανγκστερικές ταινίες, μαύρες κωμωδίες, ανάλαφρες κομεντί, θρίλερ (όπως οι ταινίες του Μπροκά της εποχής), έχοντας κάνει πλέον σαφή στροφή προς το εμπορικό σινεμά. Το 1970 ήταν και πάλι συμπρωταγωνιστής με τον Αλέν Ντελόν στο γκανγκστερικό «Μπορσαλίνο» («Borsalino») του Ζακ Ντερέ. Το 1971 βρέθηκε στην Ελλάδα μαζί με τον Ομάρ Σαρίφ για τα γυρίσματα της ταινίας «Οι Διαρρήκτες» («Le Casse», 1971) του Ανρί Βερνέιγ.

Jean Paul

Από το «Ο Ανθρωπος από το Ρίο»

Jean Paul

Σκηνή από τους «Διαρρήκτες»

Το 1972 έπαιξε στη μαύρη κωμωδία «Απίθανος, Σατανικός και... Ωραίος» («Docteur Popaul») του Κλοντ Σαμπρόλ, έχοντας στο πλευρό του τη Μία Φάροου και τη Λάουρα Αντονέλι, και ερμήνευσε τον Πολ, ο οποίος ως πρώην γυναικάς, προσπαθεί να αναθεωρήσει τις απόψεις του, πιστεύοντας ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεται πλέον όμορφες γυναίκες. Το 1974 έπαιξε στη δραματική ταινία «Stavisky…» του Αλέν Ρενέ -ο οποίος αν και δεν ήταν ποτέ επίσημο μέλος του «Νέου Κύματος» η δουλειά του το υποστηρίζει- όπου ο Μπελμοντό βρέθηκε σε μία από τις πιο αντι-εμπορικές δουλειές της καριέρας του υποδυόμενος τον μεγαλοαπατεώνα επιχειρηματία Αλεξάντρ Σταβίσκι.

Η εμπορική αποτυχία της τελευταίας του ταινίας, έκανε τον Μπελμοντό να δείχνει απρόθυμος πλέον να συνεργαστεί με σκηνοθέτες του «Νέου Κύματος» και να αναζητά περισσότερο τις εμπορικές ταινίες, ξανά. Επόμενο βήμα η ταινία «Ενας Αξιολάτρευτος Παλιάνθρωπος» («L’ incorrigible», 1975) του Φιλίπ Ντε Μπροκά, όπου ερμήνευσε και πάλι τον μικροαπατεώνα, και τα θρίλερ «Τρόμος Πάνω απ' την Πόλη» («Peur sur la Ville», 1975) και Εν ονόματι της βίας (L’ Alpagueur, 1976). Συνέχισε στο ίδιο μοτίβο και το 1979 πρωταγωνίστησε στην κομεντί Μπάτσος ή αλήτης (Flic ou Voyou), που σημείωσε μεγάλη επιτυχία, ξεκινώντας μία επιτυχημένη συνεργασία με τον σκηνοθέτη Ζορζ Λοτνέρ, την οποία συνέχισαν αργότερα με τις ταινίες «Ο μάγκας με τα 1000 Πρόσωπα» («Le Guignolo», 1979), «Ο Επαγγελματίας» («Le Professionnel», 1981), «Ο Πολυγαμικός» («Joyeuses Pâques», 1984) και την ταινία μυστηρίου «L'Inconnu Dans la Maison» (1992).

Jean Paul

Σκηνή από το «Stavisky» του Αλέν Ρενέ το 1974

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ήταν πια ένας σπουδαίος δραματικός και πολύπειρος ηθοποιός, ανεβαίνοντας ολοένα και πιο συχνά στο θεατρικό σανίδι. Το 1987 κέρδισε βραβείο Σεζάρ καλύτερου ηθοποιού για την ταινία «Ο Κυνηγός της Περιπέτειας» («Itinéraire d'un Enfant Gâté») του Κλοντ Λελούς, έχοντας βραβευτεί λίγες φορές στη ζωή του, παρά το εύρος της καριέρας του.

Τη δεκαετία του 1990 οι κομεντί όπως το «Désiré» (1996) και το «Ανάμεσα σε δυο Μπαμπάδες» («1 Chance sur 2«, 1998) όπου συνάντησε ξανά τον Αλέν Ντελόν, συνεχίστηκαν, αλλά ταυτόχρονα έκανε και πιο δημιουργικές δουλειές, όπως το «Εκατό και μια Νύχτες» («Les Cent et une Nuits de Simon Cinéma», 1995) της Ανιές Βαρντά και τους «Aθλιους» («Les Misérables») πάνω στο έργο του Βικτόρ Ουγκώ, την ίδια χρονιά. Τώρα ήταν αρκετά επιλεκτικός στους ρόλους του, αν και την καριέρα του ανέκοψε το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2001 και του στέρησε την ικανότητα της απρόσκοπτης ομιλίας. Στο σινεμά επέστρεψε ως ζωντανός θρύλος έπειτα από διάστημα εφτά ετών με τον «Ανθρωπο και τον Σκύλο του» («Un homme et son Chien», 2008), ερμηνεύοντας έναν άνθρωπο άστεγο και ηλικιωμένο που περιπλανιέται στο Παρίσι με τον σκύλο του.

Delon

Με τον Αλέν Ντελόν, σε φωτογράφηση του Paris Match

Jean Paul

Το 2011 στην τιμητική βράβευσή του στις Κάννες

Το 2011, ο «άσχημος γόης» του γαλλικού κινηματογράφου τιμήθηκε στις Κάννες με ειδικό Χρυσό Φοίνικα για τη συνολική προσφορά του στην έβδομη τέχνη, ενώ με αφορμή την εμφάνιση και τη βράβευσή του, προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ «Belmondo...Itineraire» των Βενσάν Περό και Τζεφ Ντόμενεχ. Ο «Μπελ Μπελ», όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του, χαρακτήρισε τον ειδικό Χρυσό Φοίνικα «δώρο θεού», καθώς στα 53 χρόνια που δούλεψε στον κινηματογράφο (1956-2008) δεν τιμήθηκε ποτέ με κάποιο σημαντικό βραβείο, εκτός από ένα Σεζάρ Α' Ανδρικού Ρόλου για το «Itinéraire d'un Enfant Gâté» του Κλοντ Λελούς το 1988.

To 2016 βραβεύθηκε και με τιμητικό Χρυσό Λέοντα από το Φεστιβάλ Βενετίας.

Ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό πέθανε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2021, σε ηλικία 88 ετών. Μαζί του κλείνει ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια στην ιστορία του παγκόσμιου σινεμά.