Ηταν 1979 στο Film Center της της Σχολής Καλών Τεχνών στο Σικάγο, μετά από την προβολή του «La Luna», μιας από τις πλέον αποτυχημένες και για πολλούς υποτιμημένες του ταινίες, όταν ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι απάντησε σε μια θεατή για το ανοιχτό τέλος της ταινίας, λέγοντας:
«Αφησα το τέλος ανοιχτό, γιατί έτσι ακριβώς είναι η ζωή».
Με τον ίδιο τρόπο, ολόκληρη η καριέρα του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι υπήρξε «ανοιχτή» σε δεκάδες ερμηνείες, συνοδευόμενες από ανεξάντλητες συζητήσεις γύρω από την πολιτική, τη λογοκρισία, την ηθική, την επανάσταση, την ίδια την ποίηση μέσα σε ένα σινεμά που πρωτίστως ήθελε να μιλήσει για την πραγματικότητα. Απλά ήθελε να το κάνει με τον δικό του τρόπο.
Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι με τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ στα γυρίσματα του «1900»
Μπορεί για πολλούς το σινεμά του να συνοψίζεται στο σκάνδαλο που (δικαιολογημένα) προκάλεσε το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» το 1972. Και μπορεί ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ να θεώρησε πως ο Μπερτολούτσι ξεπουλήθηκε στο Χόλιγουντ με τον (αριστουργηματικό) «Τελευταίο Αυτοκράτορα» που θα κέρδιζε 9 Οσκαρ, ανάμεσα τους και αυτό της Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας το 1987.
Το σινεμά όμως του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι ήταν κάτι περισσότερο από τη συζήτηση που προκάλεσαν αυτές οι δύο ταινίες που ειρωνικά είχαν στον τίτλο τους τη λέξη «τελευταίο». Ηταν η δική του προσπάθεια να γίνει ποιητής, όπως ο πατέρας του, αντικαθιστώντας τις λέξεις με εικόνες. Εικόνες της εποχής τους (κάθε μια από τις ταινίες του τον βρίσκει σε απόλυτο συγχρονισμό με το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι της Ιταλίας αλλά και του υπόλοιπου πλανήτη), εικόνες προκλητικές, εικόνες κλασικές, εικόνες που συνέθεσαν μια φιλμογραφία γραμμένη πάνω στα είδωλα της Ιστορίας και κάπου στο κέντρο τον άνθρωπο που αναζητά συνεχώς τη θέση του σε αυτήν.
Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι (δεξιά) με τον Πιερ Πάολο Παζολίνι στα γυρίσματα του «Ακατόνε»
Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι γεννήθηκε στην ιταλική πόλη της Πάρμας, στις 16 Μαρτίου του 1940, μεγαλύτερος γιος μιας δασκάλας και του Ατίλιο Μπερτολούτσι, ποιητή, διάσημου ιστορικού τέχνης και κριτικού κινηματογράφου. Στην ηλικία των 15 ετών, ο Μπερνάρντο έγραφε ήδη λογοτεχνία και είχε διακριθεί με λογοτεχνικά βραβεία, όταν ο Πιερ Πάολο Παζολίνι θα τον έπαιρνε μαζί του ως βοηθό σκηνοθέτη στο «Accatone» του 1961, σαν ανταπόδοση στον πατέρα του Μπερτολούτσι, ο οποίος βοήθησε τον Παζολίνι να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο.
Κάπως έτσι ο Μπερτολούτσι απομακρύνθηκε από τον κόσμο των λέξεων για να μπει με δύναμη στον κόσμο των εικόνων.
Με την Ντομινίκ Σαντά στα γυρίσματα του «Κομφορμίστα»
Στα 22 του χρόνια σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία, σε σενάριο του Πιερ Πάολο Παζολίνι με τίτλο «Βίαιος Θάνατος» («La Commare Secca»), ενώ ακολούθησε το «Πριν την Επανάσταση» του 1964. Η αναγνώριση ήρθε όμως αρκετά χρόνια αργότερα, το 1970, αρχικά με τη «Στρατηγική της Αράχνης», βασισμένη σε μια ιστορία του Χόρχε Λουίς Μπόρχες και με τον «Κομφορμίστα» με τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν, την Στεφανία Σαντρέλι και την Ντομινίκ Σαντά, που διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ Βερολίνου και επαινέθηκε και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για το μοναδικό του στιλ και τον τρόπο με τον οποίο έμπλεξε την υπαρξιακή αγωνία του κεντρικού του ήρωα με ένα ηχηρό σχόλιο κατά του φασισμού.
Η εμμονή του στο να κομματιάζει το χρόνο χρησιμοποιώντας flashbacks, οι ονειρικές σεκάνς που απομακρύνουν τη ματιά του από την πραγματικότητα, το μπαρόκ αλλά και αυστηρά στιλιζαρισμένο βλέμμα της κάμερας του, έγιναν γρήγορα το σήμα κατατεθέν του, μαζί με τους μοναχικούς ήρωες που βυθίζονται στη δική τους (υπαρξιακή) κόλαση για να αναδυθούν ως ο μοντέρνος άνθρωπος που βρίσκεται παγιδευμένος στα γρανάζια της Ιστορίας.
Η Μαρία Σνάιντερ και ο Μάρλον Μπράντο σε σκηνή από το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι»
Ενας τέτοιος είναι και ο ήρωας του Μάρλον Μπράντο στο «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» που εν έτει 1972 ήρθε για να γίνει το θέμα συζήτησης στην παγκόσμια κινηματογραφική κοινότητα. O «βιασμός» της 19χρονης τότε Μαρία Σνάιντερ στη θρυλική σκηνή με το βούτυρο, η άρνηση του Μάρλον Μπράντο ότι το σεξ ήταν αληθινό, μια αίσθηση παρακμής που, παρά τον διάχυτο ερωτισμό της ταινίας, κατέγραφε την πιο σκοτεινή πλευρά της ερωτικής επιθυμίας αλλά και της δεκαετίας του '80 που θα ακολουθούσε, όλα τα παραπάνω και άλλα τόσα που αποκαλύφθηκαν χρόνια μετά, έκαναν το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» μια από τις πιο θρυλικές στιγμές στη φιλμογραφία του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, αλλά και μια από τις πιο εμβληματικές στιγμές του σινεμά των έτσι κι αλλιώς «τολμηρών» 70s.
Εναντίον του Μπερτολούτσι κινήθηκε εισαγγελική δίωξη, ο ίδιος καταδικάστηκε σε τετράμηνη φυλάκιση, ενώ η ταινία απαγορεύθηκε μέχρι το 1978, όπου και μπόρεσε να επαναπροβληθεί χωρίς τα κοψίματα που είχε επιβάλλει το δικαστήριο.
Διαβάστε αναλυτικά για το σκάνδαλο γύρω από το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι»
Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ στο «1900»
Το «1900» ήταν απλά η φυσική συνέχεια του σκανδάλου που είχε προκαλέσει το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» και ουσιαστικά το πέρασμα του Μπερτολούτσι σε ένα σινεμά πιο μεγάλο σε διαστάσεις και σε διάρκεια. Με ένα all-star διεθνές καστ (Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Μπαρτ Λάνκαστερ, Ντομινίκ Σαντά), ο Μπερτολούτσι αφηγήθηκε την ιστορία δύο αγροτών από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, κέρδισε για ακόμη μια φορά την αναγνώριση και, χωρίς να χάσει το προσωπικό του στιλ, φλέρταρε με επιτυχία με το ακαδημαϊκό αμερικανικό σινεμά που τόσο αγαπούσε.
Στα γυρίσματα του «Τελευταίου Αυτοκράτορα»
Ο,τι ακολούθησε στην καριέρα του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι μετριέται πλέον με σημείο αναφοράς τον «Τελευταίο Αυτοκράτορα».
Μετά από το ταξίδι του στο Λος Αντζελες και την αποτυχημένη του προσπάθειά του να γυρίσει το «Red Harvest» του Ντάσιελ Χάμετ (το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε το «Γιοζίμπο» του Ακίρα Κουροσάουα και το «Για μια Χούφτα Δολάρια» του Σέρτζιο Λεόνε) με τους Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Κλιντ Ιστγουντ και Τζακ Νίκολσον, ο Μπερτολούτσι σκηνοθέτησε τον «Τελευταίο Αυτοκράτορα», την ιστορία του τελευταίου Αυτοκράτορα της Κίνας.
Η ταινία, η πρώτη που έκανε γυρίσματα στην Απαγορευμένη Πόλη στη Λαϊκή Δημοκρατίας της Κίνας με τη συγκατάθεση της κινεζικής κυβερνησης, κέρδισε 9 Οσκαρ, όλα όσα είχε προταθεί (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Φωτογραφίας, Μοντάζ, Κοστουμιών, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Μουσικής και Ηχου), κάνοντας τον Μπερτολούτσι τον αδιαμφιβσβήτητο «αυτοκράτορα» και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Παρά την τεράστια επιτυχία του «Τελευταίου Αυτοκράτορα» και τη σχετική επιτυχία του «Μικρού Βούδα» που γύρισε το 1993 με πρωταγωνιστή τον Κιάνου Ριβς, ο Μπερτολούτσι δεν επέλεξε να μείνει στην Αμερική. Επέστρεψε στην Ιταλία και συνέχισε να γυρίζει ταινίες, αν και πλέον μικρότερες σε διαστάσεις αλλά και κινηματογραφικό αντίκτυπο.
Η σημαντικότερη αυτής της περιόδου, αλλά και αυτή που θύμισε σε πολλούς τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι της δεκατίας του '70 ήταν οι «Ονειροπόλοι» του 2003, ο δικός του φόρος τιμής στον Μάη του '68, με την ιστορία τριών νέων (Λουί Γκαρέλ, Μάικλ Πιτ, Εβα Γκριν) που ζουν τη δική τους επανάσταση κλεισμένοι μέσα σε ένα σπίτι στο Παρίσι, ενώ έξω προετοιμάζεται η επανάσταση.
Ενδεικτική κι αυτή της νεανικότητας που διατήρησε στις δύο τελευταίες δεκαετίες ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, μαχητικός υπέρμαχος ψηφιακού σινεμά, της τηλεόρασης που θεωρούσε ότι αποδεικνύεται πιο τολμηρή από το παραδοσιακό σινεμά, υπέρ των νέων δημιουργών στους οποίους ανήκει το μέλλον του σινεμά. Τον Απρίλιο του 2018, ανακοίνωσε στην ιταλική έκδοση του Vanity Fair ότι ετοιμάζει μια νέα ταινία που θα έχει για θέμα τον έρωτα.
Με την Λίβ Τάιλερ στις Κάννες το 1996 για το «Stealing Beauty»
«Κάθε ταινία που έχω κάνει ανταποκρίνεται σε ένα πολύ σημαντικό σημείο της ζωής μου. Μου αρέσει να σκέφτομαι πως αν κάποιος θέλει να ανακατασκευάσει την ιστορία της ζωής μου, μπορεί να δει απλά τις ταινίες μου και να καταλάβει ακριβώς τι έχω ζήσει.»
O Μπερνάρντο Μπερτολούτσι πέθανε μετά από πολύχρονη ταλαιπωρία με την υγεία του στις 26 Νοεμβρίου του 2018. Στη ζωή του υπήρξε άθεος, μαρξιστής, για μια εποχή ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας, ακτιβιστής, φανατικός θαυμαστής του «Breaking Bad». Η τελευταία μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθέτησε ήταν το «Εγώ κι Εσύ».
Το 2013 σκηνοθέτησε ένα μικρού μήκους φιλμ στο συλλογικό πρότζεκτ «Venezia 70 Future Reloaded» με τίτλο «Τα Κόκκινα Παπούτσια» που μπορείτε να δείτε παρακάτω. Πρωταγωνιστεί η αναπηρική καρέκλα στην οποία καθόταν τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Δείτε εδώ μια συνέντευξη του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι από το 1994: